Βραδάκι, πριν από μερικές ημέρες, ο δρόμος με έφερε από τη Ροτόντα, καθ’ οδόν προς ένα ραντεβού στη Σβώλου. Χωρίς να παραγνωρίζω προβλήματα που επιμένουν, οφείλω να πω και τούτο. Όλη αυτή η περιοχή από την Κασσάνδρου ώς την Εγνατία και ακόμη πιο κάτω (ίσως η κατεξοχήν φοιτητογειτονιά της Θεσσαλονίκης) αποτελεί κάθε χρόνο τέτοια εποχή μια διαρκή υπενθύμιση της μεγάλης, της τεράστιας τύχης της Θεσσαλονίκης: να δέχεται κάθε χρόνο μια νέα «φουρνιά» πολύ νέων ανθρώπων, κοριτσιών και αγοριών, που έρχονται να προστεθούν σε ένα δυναμικό δεκάδων χιλιάδων φοιτητριών και φοιτητών. Σε μια πρωτοφανή, ανανεούμενη «δεξαμενή» ανθρώπων διψασμένων να ζήσουν, να διασκεδάσουν, να δημιουργήσουν, να κάνουν γνωριμίες, να ερωτευτούν, να διεκδικήσουν, να γελάσουν, να τραγουδήσουν, να ανεβάσουν παραστάσεις, να προβληματιστούν, να δεχτούν ερεθίσματα και να γεννήσουν ιδέες, να διακριθούν για τις καινοτομίες και τα επιτεύγματά τους. Με δυο λόγια: να προσφέρουν ανυστερόβουλα φρέσκο αίμα στο σώμα της πόλης, αναγεννώντας το εκ της τέφρας του – ένας «φοίνικας» που, θαυματουργικά, γεννιέται κάθε φθινόπωρο στο μαλακό μας υπογάστριο.
Είναι ευλογία όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι. Μια τύχη που η πόλη –ατομικά, συλλογικά και θεσμικά– έχει κάθε συμφέρον να βρει νέους τρόπους, ώστε να την αξιοποιήσει. Ιδέες μπορούν να πέσουν πολλές στο τραπέζι. Ναι, οι φοιτητές κρατούν ζωντανή την κτηματαγορά. Ναι, δίνουν «ψωμί» στην εστίαση και στη βιομηχανία της διασκέδασης. Μπορούν να γίνουν πολύ περισσότερα, ωστόσο.
Για παράδειγμα: ένας διαρκής μηχανισμός εθελοντισμού από το ΑΠΘ ή τον δήμο Θεσσαλονίκης. Πρωτοβουλίες από συλλογικότητες Θεσσαλονικέων που θα τους εντάξουν συστηματικά σε αστικές δράσεις. Οργανισμοί πολιτισμού, όπως το ΚΘΒΕ και το Μέγαρο Μουσικής, ή καλλιτεχνικά σχήματα που θα τους ενσωματώσουν οργανικά. Και αυτές είναι απλώς κάποιες πρώτες, πρόχειρες σκέψεις. Όρεξη να έχετε. Επειδή οι νέες και οι νέοι σίγουρα έχουν.