Γράφει ο Τάσος Ρέτζιος.
Πώς, αλήθεια, θα είναι η πόλη μας, η χώρα μας σε καμιά δεκαριά χρόνια από τώρα; Ποιες δυνάμεις θα αναδυθούν ή θα επικρατήσουν; Προς τα πού θα στραφεί το παραγωγικό της πρόσωπο; Θα υπάρχει τέτοιο ή ο μεταπρατισμός και οι υπηρεσίες θα στομώσουν την ανάπτυξή της; Ακόμη παραπέρα: θα είναι μια πόλη όπου θα αξίζει να ζεις ή θα είναι μια αστική Ντίσνεϊλαντ που θα αξίζει να τη ζεις;
Ερωτήσεις που, θα έλεγε κάποιος, δεν έχουν μονοδιάστατες απαντήσεις, αλλά και ερωτήσεις που ίσως θα έπρεπε να μας απασχολήσουν πριν από κάθε «σχέδιο ανάπτυξης» ή «αστικής βιωσιμότητας». Ερωτήσεις που δεν βρήκαν τις απαντήσεις τους και που μάλλον δύσκολα θα τις βρουν. Διότι είναι ωραίες οι υποδομές που ανακοινώνονται, που παραδίδονται, που λειτουργούν, αλλά λείπει η υπαγωγή τους σε ένα ολοκληρωμένο όραμα για το μέλλον. Με άλλα λόγια: επενδύουμε στην ανάπτυξη χωρίς να την προσδιορίζουμε και χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε να μας αποδώσει. Και, την τελευταία φορά που είχαμε ανάπτυξη για την ανάπτυξη, όλοι θυμόμαστε προς τα πού πήγε η χώρα…
Γιατί, όμως, να συμβαίνει αυτό; Γιατί δεν μπορούν να υπάρξουν οι απαντήσεις στις ερωτήσεις της πρώτης παραγράφου; Και γιατί τόσο η πόλη όσο και η χώρα μοιάζει να μην έχουν πυξίδα; Ακούω ήδη τις αντιδράσεις που από τα αριστερά μιλούν για μια ανάπτυξη ενός (ή περισσότερων) πλουτοκρατικού συστήματος και από τα δεξιά αναφέρονται σε χρόνιες παθογένειες μιας μιζέριας και μετριοκρατίας. Ιδού, λοιπόν, μία απάντηση: πόλωση και διχασμός ακόμη και στην ανάγνωση των γεγονότων, σ’ αυτό που συμβαίνει. Αν δεν συμφωνούμε όλοι για το τι βλέπουμε μπροστά μας, τότε πολύ δύσκολα θα βρούμε κοινό έδαφος για να το πάμε όλο αυτό παραπέρα.
Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Κοιτάξτε γύρω σας, στο επαγγελματικό, στο κοινωνικό, στο προσωπικό σας περιβάλλον. Τι βλέπετε; Δίκτυα! Γνωστοί, συγγενείς, συμφοιτητές, κομματικοί και επαγγελματικοί κύκλοι, όλα περνούν μέσα από δίκτυα. Κάποιοι μαγαρίζουν αυτήν την προσωπική διάχυση στα πάντα – «Δεν είναι όλα απρόσωπα, λειτουργούμε πιο ανθρώπινα».
Μια φίλη από βορειοευρωπαϊκή χώρα ήρθε μαγεμένη από τον ήλιο και το κλίμα να εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη και να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά. Μαθημένη στο… απρόσωπο σύστημα ανέλιξης, άρχισε να προτείνει, να διαφημίζει, να παρουσιάζει τα επαγγελματικά της πλεονεκτήματα. Εις μάτην! Δεν είμαι σίγουρος κι αν τα διάβαζε κάποιος. Μόλις όμως ακολούθησε τη συνταγή που της πρότειναν («πήγαινε στον τάδε», «πες ότι έρχεσαι από τον δείνα» κτλ.), είδε τις δουλειές της να ανθίζουν.
Εννοείται ότι αυτό συμβαίνει και αντίστροφα. Ένας σκληρός κύκλος, που ενίοτε παίρνει και τα χαρακτηριστικά συμμορίας (ναι, σκληρή λέξη, αλλά τόσο ταιριαστή), αποκλείει όσους δεν βρίσκονται εντός του, τιμωρεί αυτούς που σκάλισαν λίγο παραπάνω και χρησιμοποιεί τον όρο «αξιοκρατία» ως στόχο για να πετάει πάνω του βελάκια.
Ετσι είναι τα πράγματα στη χώρα – κι όσο σμικρύνεις τα μεγέθη (σε μια πόλη) όλα αυτά γίνονται σκληρότερα και διαθέτουν και χαρακτηριστικά βεντέτας. Κάποιες (λίγες) φορές, αυτοί οι κύκλοι, ιδίως όταν νιώθουν δυνατοί και σταθεροί, τραβούν λίγο τα πράγματα παρακάτω, όμως με μια ανάπτυξη που ευνοεί κυρίως τους ίδιους. Απογοήτευση; Όχι, απομάγευση! Και εν αναμονή εκείνων των δυνάμεων που θα ζητήσουν οι λέξεις «αξιοκρατία», «διαφάνεια» και «συμπερίληψη» να μην είναι απλώς συνθήματα.