Διστακτικά και κοιτάζοντας με επιφύλαξη γύρω τους βγήκαν από το κλουβί τους, για να επανενταχθούν στη φύση, ο Μπράντλι και ο Κούπερ, τα δύο αρκουδάκια που παρέλαβε μωρά και υποσιτισμένα ο «Αρκτούρος» πριν από περίπου 12 μήνες από μια στάνη στην Οινόη Κοζάνης. Αφού δυνάμωσαν και διδάχθηκαν από τους φροντιστές τους τα μυστικά τής επιβίωσης, ήρθε η ώρα να επιστρέψουν στο σπίτι τους, με τον Μπράντλι να ζυγίζει πλέον 80 κιλά και τον Κούπερ 67.
Από νωρίς το πρωί τού Σαββάτου στήθηκε στις Αγραπιδιές Φλώρινας η διαδικασία για την ομαλή επανένταξη των Μπράντλι και Κούπερ, ονόματα που τους δόθηκαν από τον «Αρκτούρο» για την αδιαμφισβήτητη, άγρια ομορφιά τους. Τα ζώα ναρκώθηκαν και, με τη βοήθεια του κτηνιάτρου Νίκου Πατσινακίδη και του επιστημονικού υπεύθυνου του «Αρκτούρου», δρος. Αλέξανδρου Καραμανλίδη, προετοιμάστηκαν σταδιακά για την επιστροφή τους στη φύση, έχοντας φτάσει πλέον στην ηλικία των 15 μηνών. Έγιναν όλες οι απαραίτητες εξετάσεις, λήψη δείγματος DNA, μετρήσεις και τοποθέτηση μικροτσίπ και, τέλος, τους τοποθετήθηκε ειδικό κολάρο-πομπός.
Παρών σε όλη την πολύωρη διαδικασία ήταν και ο ιδρυτής και πρόεδρος της οργάνωσης, Γιάννης Μπουτάρης, ο οποίος παρακολούθησε για πρώτη φορά από κοντά τις απαιτούμενες ενέργειες για την επανένταξη των αρκούδων στην άγρια φύση: «Έχουμε πάρει πλέον τις σχετικές άδειες, για να επεκτείνουμε το καταφύγιο στο Νυμφαίο, προκειμένου να μεταφερθούν εκεί οι υπόλοιπες αρκούδες που δεν θα μπορέσουν να επανενταχθούν», αναφέρει ο κ. Μπουτάρης, εκφράζοντας παράλληλα τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι «ουδέποτε υπήρξε κρατική στήριξη με χρηματοδότηση για το έργο τού ‘Αρκτούρου’, που επαφίεται μόνο στα εισιτήρια των επισκεπτών, στις πωλήσεις των αναμνηστικών και στις προσφορές και δωρεές ιδιωτών και εταιρειών».
Έτοιμα για τη νέα ζωή
Μακριά από τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, τα αρκούδια μεταφέρθηκαν ναρκωμένα σε κλουβί πάνω στην καρότσα φορτηγού και ολιγομελής ομάδα τού «Αρκτούρου» τα απελευθέρωσε σε ένα σημείο στο δάσος. Ο Αλέξανδρος Καραμανλίδης άνοιξε το κλουβί, τα αρκούδια ξεπρόβαλαν και πήδηξαν προς την ελευθερία, παραμένοντας ωστόσο για λίγη ώρα στην περιοχή, μάλλον απορημένα για το νέο τους περιβάλλον, προτού εξαφανιστούν τελικά μέσα στο δάσος.
Τα κολάρα που τους τοποθετήθηκαν μεταδίδουν το στίγμα τους και έτσι η επιστημονική ομάδα τού «Αρκτούρου» μπορεί να τα παρακολουθεί ολόκληρο το 24ωρο. Μάλιστα, τα πρώτα δείγματα από τις κινήσεις των δύο αρκούδων είναι ενθαρρυντικά. Χωρίστηκαν αμέσως και καθένα ακολούθησε τη δική του πορεία. Ο Μπράντλι κάλυψε μια αρκετά μεγάλη απόσταση, ενώ, αντίθετα, ο Κούπερ δεν απομακρύνθηκε πολύ, εξακολουθεί όμως να βρίσκεται μέσα σε δασική περιοχή. Χθες το απόγευμα πέρασε έξω από τον οικισμό τής Δροσοπηγής Φλώρινας, ωστόσο γρήγορα απομακρύνθηκε και πάλι προς το δάσος.
Οι κινήσεις των δύο αρκούδων παρακολουθούνται στενά, ιδιαίτερα τις πρώτες, κρίσιμες ημέρες μετά την επανένταξη, και η ομάδα άμεσης επέμβασης είναι σε επιφυλακή για να επέμβει σε περίπτωση που κινηθούν πολύ κοντά ή εντός οικισμών.
Η «αρκουδομαμά»
Κοντά σε όλη τη διαδικασία βρισκόταν η «μαμά» των αρκούδων, η υπεύθυνη του προγράμματος περίθαλψης του «Αρκτούρου», Μελίνα Αυγερινού, η οποία έχει επιφορτιστεί το μεγάλωμα όλων των νεαρών αρκουδιών, αναλαμβάνοντας και τα πρώτα ταΐσματα με μπιμπερό. Έχοντας μεγαλώσει 15 αρκουδάκια τα τελευταία 12 χρόνια, συνοδεύει πάντα με την ευχή «να μην ξαναγυρίσουν» την επανένταξή τους στην άγρια φύση.
«Πάντα έχω λίγο άγχος πριν από την απελευθέρωση, όμως έχω εμπιστοσύνη στη φύση. Λειτουργεί το ένστικτο των ζώων και τελικά τα καταφέρνουν» λέει η κυρία Αυγερινού. Έχοντας μια δουλειά που πολλές φορές θεωρείται αξιοζήλευτη, αφού μεγαλώνει με μπιμπερό τα αρκουδάκια και βρίσκεται κοντά στα αξιολάτρευτα αυτά ζώα, η κυρία Αυγερινού ξεκαθαρίζει ότι επιδιώκεται η όσο το δυνατόν λιγότερη ανθρώπινη παρουσία.
«Ακόμη και το τάισμα με μπιμπερό φροντίζουμε να διαρκεί όσο το δυνατόν λιγότερο και να μαθαίνουν να τρώνε μόνα τους από το δοχείο», εξηγεί. Η περίοδος που τα αρκουδάκια έρχονται σε επαφή με ανθρώπινη παρουσία είναι σύντομη και η εκπαίδευσή τους, στη συνέχεια, περιέχει μαθήματα επιβίωσης, όπως θα τους έδινε η ίδια η μητέρα τους: «Μπορεί στην αρχή να αναγνωρίζουν τους φροντιστές τους, αλλά μετά, με την απόσταση που κρατούμε, γινόμαστε άνθρωποι και ζώα. Σίγουρα, δε, μεγαλώνοντας, δεν μας θυμούνται», εξηγεί η κυρία Αυγερινού, απαντώντας σε ερώτηση για το αν οι αρκούδες που μεγάλωσε μπορούν να τη «θυμηθούν», αν συναντηθούν ξανά.
«Η ίδια η μαμά-αρκούδα τα διώχνει από κοντά της μόλις μεγαλώσουν, για να μπορέσουν να επιβιώσουν μόνα τους. Τώρα, όταν εμείς μεγαλώνουμε ορφανά, διαπιστώνουμε ότι είναι πιο εύκολο όταν είναι δύο μαζί, σαν τον Μπράντλι και τον Κούπερ, επειδή αλληλεπιδρούν και δεν δένονται με τους ανθρώπους. Βέβαια, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουμε από τα κολάρα-πομπούς τους, όταν απελευθερώνουμε δύο μαζί παραμένουν για λίγο καιρό παρέα και στη συνέχεια καθένα τραβάει τον δρόμο του. Ειδικά τα αρσενικά διανύουν μεγάλες αποστάσεις», καταλήγει η υπεύθυνη περίθαλψης.