Γεννημένος στο Μόναχο της Γερμανίας, με ρίζες από τη Σμύρνη και μεγαλωμένος από τα πέντε του στη Θεσσαλονίκη, ο Βαλάντης Λαμπριανίδης συνδυάζει τα καλύτερα τριών κόσμων σε ό,τι αφορά τη σχέση του με τον καφέ. Η Γερμανία τού έμαθε την πειθαρχία και την οργάνωση – όποιος έχει συνεργαστεί μαζί του το διακρίνει από τις πρώτες επαφές. Η σμυρνιά γιαγιά τού έμαθε ότι ο καφές στο μπρίκι (τον οποίο του έμαθε να φτιάχνει όταν ήταν μόλις 8 ετών) είναι οικογενειακή παράδοση – «παρεμπιπτόντως, μια φορά χύθηκαν οι καφέδες πάνω μου όταν πήγα να σερβίρω με τον δίσκο και έπαθα έγκαυμα δευτέρου βαθμού» θυμάται ο Βαλάντης. «Στο νοσοκομείο, ο γιατρός είπε στη μητέρα μου ότι το έγκαυμα δεν θα μου αφήσει σημάδι, αλλά από το σοκ μπορεί να μου μείνουν παιδικά τραύματα, να βλέπω καφέ και να εξαφανίζομαι. Τελικά, έγινε το αντίθετο…». Όσο για τη Θεσσαλονίκη, η μακρά παράδοση της πόλης στην κατανάλωση του αγαπημένου ροφήματος αποτέλεσε για τον ανήσυχο νέο με την αγάπη στον καφέ το ιδανικό οικοσύστημα, όπου μπόρεσε όχι απλώς να εκδηλώσει την κλίση του, αλλά να την αναπτύξει και να διακριθεί όσο λίγοι στη χώρα μας και διεθνώς.
«Άρχισα την πορεία μου στον χώρο της εστίασης πριν από αρκετά χρόνια – και, φυσικά, όχι σαν ένας ‘ροκ σταρ’ του καφέ, αλλά ως βοηθός πίσω από το μπαρ για το χαρτζιλίκι μου, συγχρόνως με τις σπουδές μου. Στην αρχή έπλενα τα ποτήρια και τα φλιτζάνια του ιταλού μπουφετζή που ετοίμαζε τα ροφήματα – ήταν ο ιδιοκτήτης. Με τον καιρό άρχισε να μου δίνει κι εμένα αρμοδιότητες στο κομμάτι της παρασκευής, μέχρι που μπήκα εγώ στην παραγωγή του μαγαζιού. Μου άρεσε να βλέπω τις εκφράσεις του κόσμου κάθε πρωί, όταν τους έφτιαχνα την ημέρα. Προσπαθούσα να βγάλω καλύτερο αποτέλεσμα στον καφέ που παρασκεύαζα και ένιωθα ότι το απολάμβαναν. Αυτό μου έδινε χαρά».
Επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη από το εξωτερικό το 2000 και αποφασίζει να εργαστεί, διαδοχικά, σε μια σειρά από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, με στόχο να εξελίξει το παρεξηγημένο επάγγελμα του barista (το οποίο οι περισσότεροι συνήθως ασκούν περιστασιακά), δίνοντάς του το κύρος που του αξίζει. «Η αλήθεια είναι ότι εκείνα τα χρόνια δεν σου έδιναν σημασία αν ασχολιόσουν παραπάνω με την ποιότητα του καφέ – κυριαρχούσε ο στιγμιαίος καφές και ο μπουφετζής δεν είχε πολύ μεγάλη ‘αξία’» εξηγεί ο ίδιος ο Βαλάντης. «Τα ποτά και, αργότερα, τα κοκτέιλ ήταν αυτά που έκλεβαν την παράσταση. Μέσα από αυτήν την πορεία είδα ότι η νύχτα δεν με συγκινούσε ιδιαίτερα και διάλεξα να κάνω focus στην ημέρα και στον καφέ. Δεν πίστευε όμως κανένας από τον περίγυρό μου ότι αυτό θα είναι το επάγγελμά μου και ότι αυτό θα εξελίξω και θα συνεχίσω να εξασκώ. Εμένα μου άρεσε – κι ας με φωνάζανε ‘καφετζή’, ούτως ή άλλως αυτό είμαι και το χαίρομαι. Η στροφή μου εξ ολοκλήρου στον καφέ έγινε από το 2010 και μετά – πριν, τα έκανα όλα μαζί, μπουφετζής και μπάρμαν. Βλέπετε, από αυτό ζούσα, δεν ήταν απλώς χόμπι. Είχαμε όμως περάσει οριστικά πια στην εποχή του εσπρέσο, με προτάσεις από ιδιαίτερες ποικιλίες μοναδικής προέλευσης. Πέρα από τις βασικές συνταγές, οι baristas άρχισαν να πειραματίζονται με την παρασκευή signature ροφημάτων, χρησιμοποιώντας διαφορετικές μεθόδους εκχύλισης, κάτι που απαιτούσε γνώσεις και δημιουργικότητα. Τότε ήταν που κατάλαβα πόσο σημαντικό ήταν το κομμάτι της κατάρτισης. Έπρεπε να γνωρίζεις πώς να κάνεις σωστά τις εκχυλίσεις, αλλά και πώς να μαγειρεύεις σωστά τη συνταγή σου, για να βγάλεις το ιδανικό αποτέλεσμα στο φλιτζάνι».
Η ώρα του Valenio. Κάπως έτσι, ο Βαλάντης Λαμπριανίδης άρχισε να ψάχνεται περισσότερο. «Σιγά σιγά ξεκίνησαν να με φωνάζουν από το ένα μαγαζί στο άλλο στη Θεσσαλονίκη, για να δείξω στο προσωπικό τι έπρεπε να κάνει. Με θεωρούσαν πολύ διαβασμένο για την εποχή και έβλεπαν ότι τα χέρια μου ‘ένιωθαν’ και η παλέτα μου είχε μια ιδιαίτερη ικανότητα στην καταγραφή των γευστικών χαρακτηριστικών. Έτσι, μπήκα στο κομμάτι της εκπαίδευσης, συνεργαζόμενος αρχικά με εισαγωγείς εσπρέσο που ήθελαν να προσφέρουν μια βασική, έστω, κατάρτιση στους πελάτες τους. Το ενδιαφέρον όμως ήταν τόσο μεγάλο, που άρχισαν να εμφανίζονται στην πόλη οι πρώτες εξειδικευμένες σχολές».
Ο Βαλάντης συνεργάστηκε με διάφορες ιδιωτικές σχολές ως εκπαιδευτής, «με προγράμματα αποκλειστικά για τον καφέ, ορισμένα μάλιστα πολύ πρωτοποριακά, όπως το cupping ή το latte art» εξηγεί – και συνεχίζει. ´Όταν ανέλαβα εισηγητής στη Bar Academy της Θεσσαλονίκης, αποφάσισα να αποτραβηχτώ από τα μαγαζιά και να αφοσιωθώ στην εκπαίδευση. Βλέποντας μάλιστα το πάθος των συναδέλφων μου, άρχισα να οργανώνω τα δικά μου workshops για επαγγελματίες, καθώς και ανοιχτά σεμινάρια που απευθύνονται σε ευρύτερο κοινό. Στην καριέρα μου έχω διδάξει ώς τώρα σε περισσότερα από 320 τμήματα, έχω υπάρξει εισηγητής σε τουλάχιστον 130 ανοιχτά σεμινάρια σε Ελλάδα και εξωτερικό, ενώ έχω λάβει μέρος ως πιστοποιημένος διεθνής κριτής σε δεκάδες εθνικούς ή παγκόσμιους διαγωνισμούς. Η κατάρτιση, όμως, δεν έχει τέλος: ποτέ δεν μπορείς να πεις ότι τα ξέρεις όλα».
Το 2019, παράλληλα με την παροχή εκπαιδευτικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών, εγκαινιάζει το Valenio Coffee Vibes, ένα γκουρμέ καφεκοπτείο αποκλειστικά με specialty coffee στην Ικτίνου 6, με ειδικά διαμορφωμένο lab όπου γίνονταν σεμινάρια για επαγγελματίες, ενώ παράλληλα παρέχονταν εκπαίδευση και consulting. Μάλιστα, στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας υπήρχαν σοβαρές σκέψεις το καφεκοπτείο να ανοίξει στη Γερμανία: «Παρότι το επίπεδο εκεί δεν είναι πολύ υψηλό ως προς τον specialty coffee, προσπαθούν να εξελιχθούν και αναζητούν επαγγελματίες με γνώσεις και εμπειρία. Πείσμωσα όμως, ακούγοντας συνέχεια ότι η Θεσσαλονίκη δεν μπορούσε να υποστηρίξει τίποτε άλλο πέρα από μια κλασική καφετέρια, ότι ο κόσμος δεν ξέρει από ποιοτικό καφέ και γιí αυτό παραμένουμε φραπεδούπολη» λέει χαμογελώντας ο Βαλάντης.
Όσο για το όνομα «Valenio»; «‘Νονός’ μου ήταν ένας ιταλός barista trainer, ο Αντόνιο, τον οποίο είχα συναντήσει πριν από πολλά χρόνια, σε κάποιο εκπαιδευτικό σεμινάριο. Δυσκολευόταν να διαβάσει το βαφτιστικό μου όνομα (σ.σ.: Χρυσοβαλάντης), μέχρι που μου είπε χαμογελώντας: ‘Valenio, more simple!’. Όταν επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη, ανέφερα το περιστατικό στους συναδέλφους μου. Όλοι άρχισαν να με φωνάζουν έτσι, οπότε το υιοθέτησα».
Το επόμενο βήμα. Πρόσφατα, μια νέα σελίδα άνοιξε στην υπέροχη ιστορία καφέ που γράφει το Valenio. Ο χώρος που φιλοξενεί το καινούργιο κεφάλαιο μιας πραγματικά συναρπαστικής διαδρομής βρίσκεται στην οδό Λυκούργου 2, στα Λαδάδικα. Εκεί, ο Βαλάντης πήρε ένα διατηρητέο το οποίο κουβαλά στους τοίχους του αιώνες ιστορίας της Θεσσαλονίκης, το οποίο μεταμόρφωσε εκ βάθρων σε έναν χώρο που συνδυάζει αρμονικά την αίσθηση της συνέχειας με τον αέρα της καινοτομίας.
Σε αυτό το υπέροχο κτίριο, οι coffee lovers (επαγγελματίες, αλλά και ιδιώτες) μπορούν να δοκιμάσουν specialty καφέδες με τη σφραγίδα εγγύησης του Valenio, ώστε να επιλέξουν αυτόν που προτιμούν. Και, μάλιστα, απολαμβάνοντας στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας μια σπάνια, αδιαμεσολάβητη ματιά στον κύκλο του καφέ: από την αποθήκευση των τσουβαλιών με τους κόκκους του καφέ και το καβούρδισμα στις custom made μηχανές του Valenio ώς τον χώρο όπου συντελείται η μαγεία: το μπαρ, όπου βγαίνουν τα μαγικά χαρμάνια τού Βαλάντη.
Η εμπειρία, όμως, δεν τελειώνει εδώ. Στον επάνω όροφο του διατηρητέου, σε έναν εξαιρετικά καλαίσθητο και cozy χώρο που αποπνέει ζεστασιά και υψηλή αισθητική, έχει διαμορφωθεί ένα lab όπου παρέχεται εκπαίδευση και φιλοξενούνται masterclasses και ενδιαφέροντα pairings του καφέ με γλυκό, με αλκοόλ και με ό,τι άλλο γεννά η δημιουργική φαντασία του Mr. Valenio. Οι μοναδικές προτάσεις σε εξαιρετικούς καφέδες για το σπίτι, που βρίσκεις στο ράφι, σε συνδυασμό με μια ξεχωριστή αίθουσα γευστικών δοκιμών με high-end εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, ένα εξειδικευμένο εργαστήριο καβουρδίσματος καφέ, διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα, συμβουλευτικές παρουσιάσεις εταιρειών του χώρου, καθώς και συγκεκριμένες προπονήσεις για επαγγελματίες baristas είναι μερικές από τις υπηρεσίες που βρίσκει εκεί ο επισκέπτης. Κάπως έτσι, το όραμα του Βαλάντη για τη δημιουργία ενός καινοτομικού (τουλάχιστον) στην Ελλάδα χώρου, όπου θα φιλοξενείται ο κόσμος του καφέ σε όλες τις ενδιαφέρουσες πτυχές του, πήρε σάρκα και οστά. Κι εμείς, ως λάτρεις του καλού καφέ, δεν μπορούμε παρά να καμαρώνουμε για το έργο των χειρών του.