The guest editor
Γράφει ο Χρήστος Ζαμπούνης.
ΕΠΙ ΣΕΙΡΑ ΕΤΩΝ, ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΑΣΘΕΝΟΥΣΕ. ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΙ ΘΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΟΤΙ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1970 ΤΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΔΕΝ ΚΑΤΑΚΤΟΥΣΕ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΟΜΑΔΑ ΣΤΟ ΧΟΡΤΑΡΙ, ΑΛΛΑ Η ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΗ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, ΠΟΥ ΟΛΩΣ ΤΥΧΑΙΩΣ ΕΥΡΙΣΚΟΝΤΟ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ.
Επί μακρόν, η έδρα τού Πανθεσσαλονικείου Αθλητικού Ομίλου Κωνσταντινουπολιτών (ΠΑΟΚ) εθεωρείτο από τους αντιπάλους εφάμιλλη κολαστηρίου, κάτι σαν τα κρατητήρια της Γκεστάπο τής οδού Μέρλιν ή τις Φυλακές Αβέρωφ. Υπερβολή; Ίσως.
Θυμάμαι τον συμμαθητή μου από το δημοτικό σχολείο, Γιώτη Τσαλουχίδη, να μας περιγράφει την αίσθηση φόβου και τρόμου, όταν εισήρχετο ως παίκτης τού Ολυμπιακού στον αγωνιστικό χώρο τής Τούμπας. «Δεν ξέραμε αν θα φύγουμε ζωντανοί» ήταν η επωδός του.
Αν θεωρήσουμε ότι το ποδόσφαιρο είναι συνέχεια του πολέμου, τότε αυτού του είδους το κλίμα στις κερκίδες έχει μια θεωρητική βάση. Και ο πολιτισμός; Και η εξέλιξις του ανθρωπίνου είδους; Χμμ… Τα αρχέγονα ένστικτα είναι σαν τους ιούς. Εμφανίζονται, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν και όταν ο οργανισμός είναι ασθενής.
Επί σειρά ετών, το ελληνικό ποδόσφαιρο ασθενούσε. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται ότι τη δεκαετία τού 1970 το πρωτάθλημα δεν κατακτούσε η καλύτερη ομάδα στο χορτάρι, αλλά η ισχυρότερη στα κέντρα εξουσίας, που όλως τυχαίως ευρίσκοντο στην πρωτεύουσα. Η «παράδοση» αυτή κράτησε πάνω από τέσσερις δεκαετίες. Ώσπου ήλθε ο Ιβάν και οι επιτυχίες. Ένα κύπελλο στην αρχή, ένα δεύτερο στη συνέχεια και ένα νταμπλ πέρσι.
Ο νικητής δεν οικτίρει ούτε λοιδωρεί. Διαμαρτύρεται και οιμωγεί ο ηττημένος. Η κατακλυσμιαία αλλαγή συμπεριφοράς των οπαδών τού Δικεφάλου Αετού φρονώ ότι έχει αυτήν την εξήγηση. Δεν το κρύβω ότι ανήκω σε αυτούς που επαίνεσαν τους οπαδούς μας για την υποδειγματική τους στάση μετά την ήττα από τον Ολυμπιακό στο πρωτάθλημα – και θα ήταν υποκρισία να μην παραδεχθώ ότι τον τόνο στην ηπιότητα δίνει ο ηγέτης.