Editorial
Γράφει ο Άγγελος Ν. Βάσσος
angelos@citymagthess.gr
ΠΟΙΑ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙ Η ΕΠΑΝΕΙΛΗΜΜΕΝΗ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΩΝ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΙΧΑΖΟΥΝ; ΓΙΑΤΙ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΤΟΣΟ ΔΥΣΚΟΛΟ, ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΔΙΑΦΩΝΟΥΜΕ, ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΝΑ ΣΥΜΦΩΝΟΥΜΕ ΣΕ ΜΙΑ ΚΟΙΝΑ ΑΠΟΔΕΚΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΧΟΓΝΩΜΙΑΣ ΜΑΣ, ΣΕΒΟΜΕΝΟΙ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΕΚΒΑΣΗ, ΟΠΟΙΑ ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ; ΠΟΙΑ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙ, ΑΛΗΘΕΙΑ, Η ΕΠΙΜΟΝΗ ΝΑ ΑΝΑΣΚΑΛΕΥΟΥΜΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΗΔΗ ΚΛΕΙΣΕΙ DE FACTO; ΠΟΙΟΣ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΔΙΕΚΔΙΚΩΝΤΑΣ ΕΠΙΜΟΝΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ ΠΙΑ ΠΡΟΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ; ΚΑΙ ΠΟΣΟ ΒΟΗΘΑ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΣΗ ΣΕ ΟΣΑ ΠΑΡΗΛΘΑΝ ΑΝΕΠΙΣΤΡΕΠΤΑ;
Το πρόσεξα πριν από μερικές ημέρες, ανεβαίνοντας έναν από τους κεντρικότερους δρόμους τής Θεσσαλονίκης, με κατεύθυνση το υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης. Στο μπαλκόνι μίας από τις οικοδομές τής περιοχής ήταν αναρτημένο καιρό τώρα ένα από τα γνωστά πανό με το μότο «Έγκλημα στην οδό Βενιζέλου». Για την ακρίβεια, ήταν αναρτημένο τόσο καιρό, που είχε ξεθωριάσει (σε σημείο που σχεδόν δεν διακρινόταν τι ανέγραφε). Την τελευταία φορά που πέρασα, ωστόσο, ο ιδιοκτήτης τού διαμερίσματος είχε φροντίσει να το αντικαταστήσει με ένα πανομοιότυπο, λαμπερό και ολοκαίνουργιο (δεν ξέρω αν πήρε το νέο πανό από κάποιον γνωστό του ή αν είχε δεύτερο πανό «ρεζέρβα», φυλαγμένο από την εποχή που είχε πάρει και το αρχικό).
Δεν θα μπω στην ουσία τού συνθήματος… Όσο κι αν κάποιοι επιχειρούν να πείσουν ότι το θέμα δεν συναρτάται με την πολιτική, η πραγματικότητα είναι ότι ο σταθμός Βενιζέλου αποτέλεσε, στην εξέλιξη του θέματος, ένα ζήτημα πρωτίστως πολιτικό και πολύ λιγότερο πολιτισμικό. Προσωπικά, δεν μπορώ να πειστώ για το αντίθετο, αν δεν δω σε κάποιο μπαλκόνι ένα αντίστοιχο πανό που να αναγράφει «Έγκλημα στον σταθμό Αγίας Σοφίας» – έναν σταθμό τού μετρό απ’ όπου αποσπάστηκε με την προοπτική τής επανατοποθέτησης πληθώρα ευρημάτων (από γλυπτά και ψηφιδωτά μέχρι ολόκληρα κτίρια). Στην περίπτωση της Αγίας Σοφίας, ωστόσο, ήταν απλώς ημέρα Τρίτη και δεν άνοιξε ρουθούνι…
Αυτό που μου προκαλεί περισσότερη εντύπωση στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η εμμονή. Όσοι αντιδρούσαν στην απόσπαση και επανατοποθέτηση των ευρημάτων από τον σταθμό Βενιζέλου αντέδρασαν (και καλά έκαναν, από τη στιγμή που αυτή ήταν η πεποίθησή τους). Χρησιμοποίησαν κάθε πρόσφορο νομικό μέσο (και καλά έκαναν, επειδή γι’ αυτό ακριβώς τα προέβλεψε ο νομοθέτης: για να προσφεύγει σ’ αυτά κάθε πολίτης που πιστεύει ότι αδικείται). Επέλεξαν ακόμη και ακτιβίστικους τρόπους αντίδρασης (με γεια τους και χαρά τους – απόλυτα σεβαστοί, από τη στιγμή που έκαναν ό,τι έκαναν σεβόμενοι τα δικαιώματα όσων δεν συντάσσονταν με τις απόψεις τους).
Από τότε έχουμε προχωρήσει στον χρόνο, ωστόσο. Οι αρχαιότητες (σύμφωνα με τις αποφάσεις των αρμόδιων δημόσιων αρχών και της ελληνικής δικαιοσύνης) αποσπάστηκαν από τον σταθμό Βενιζέλου. Οι κατασκευαστικές εργασίες προχωρούν (αποκαλυπτική τής προόδου είναι φωτογραφία που ο πρόεδρος της «Αττικό Μετρό», Νίκος Ταχιάος, ανάρτησε προ ημερών στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook). Και το έργο προχωρά, με ορίζοντα παράδοσης (Θεού θέλοντος και απροόπτων επιτρεπόντων) το τέλος τού 2023.
Ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί η επανειλημμένη ανάδειξη των διαχωριστικών γραμμών που μας διχάζουν; Γιατί αποδεικνύεται τόσο δύσκολο, κάθε φορά που διαφωνούμε, να μπορούμε τουλάχιστον να συμφωνούμε σε μία κοινά αποδεκτή διαδικασία επίλυσης της διχογνωμίας μας, σεβόμενοι την τελική έκβαση, όποια κι αν είναι αυτή; Ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί, αλήθεια, η επιμονή να ανασκαλεύουμε ζητήματα που έχουν ήδη κλείσει de facto; Ποιος κερδίζει διεκδικώντας επίμονα αυτό που δεν προσφέρεται πια προς διεκδίκηση; Και πόσο βοηθά τη Θεσσαλονίκη η προσκόλληση σε όσα παρήλθαν ανεπίστρεπτα;
(Απορίες δημότη μιας πόλης που δείχνει προσκολλημένη σε παρωχημένες εμφυλιοπολεμικές νοοτροπίες).