Υπάρχει λόγος
Γράφει ο ΤΑΣΟΣ ΡΕΤΖΙΟΣ
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΑΣΕΙ ΜΙΑ – ΔΥΟ ΓΕΝΙΕΣ (ΑΣ ΜΗ ΣΤΑΘΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΟΡΟΥ) ΠΟΥ ΕΖΗΣΑΝ ΜΕΣΑ ΣΕ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΡΙΣΗΣ, ΕΙΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΕΙΤΕ (ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΑ) ΑΠΟΚΥΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ – ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΙ ΑΥΤΟ ΜΙΑ ΚΡΙΣΗ. ΑΛΛΑ ΝΟΜΙΖΩ ΠΩΣ ΤΩΡΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΩΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ: ΛΙΓΟ ΟΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΝΑΤΑΡΑΞΕΙΣ, ΛΙΓΟ ΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ, ΛΙΓΟ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΣΤΗΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΞΕΙΣ, ΛΙΓΟ ΟΙ ΑΟΡΑΤΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ ΚΑΙ ΛΙΓΟ Η ΤΕΡΑΤΩΔΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ, ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΑΝ ΕΝΑ ΤΟΠΙΟ ΜΟΝΙΜΗΣ ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΑΣ.
Τις προάλλες προσπαθούσα να θυμηθώ τον εαυτό μου ανέμελο. Ανέμελο όχι από προσωπική προδιάθεση, αλλά από τη δυνητική επήρεια εξωτερικών παραγόντων – εντάξει, αυτό το «δυνητική» μπορεί να γίνει στην ανάγκη και καταφύγιο. Μόνο την περασμένη εβδομάδα περάσαμε από το λόκντάουν τού κορωνοϊού στη χιονισμένη «Μήδεια» και από το ελληνικό #metoo στις μεταλλάξεις τού ιού και τις επιπτώσεις τού εμβολιασμού. Και πάλι καλά που είναι σε ύφεση και τα ελληνοτουρκικά (είμαστε σε ύφεση, όταν ο Ερντογάν απειλεί ότι θα πάρει μόνο Θράκη, νησιά και λίγο Κρήτη).
Πρέπει να έχουν περάσει μία – δύο γενιές (ας μη σταθούμε στην επιπολαιότητα του όρου) που έζησαν μέσα σε περιβάλλον κρίσης, είτε πραγματικής είτε (συνηθέστερα) αποκυήματος κατάχρησης της λέξης – που είναι κι αυτό μια κρίση. Αλλά νομίζω πως τώρα τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά: λίγο οι γεωπολιτικές αναταράξεις, λίγο τα περιβαλλοντικά προβλήματα, λίγο οι οικονομικές ανισότητες και οι συστημικές διαταράξεις, λίγο οι αόρατες απειλές τύπου πανδημίας και λίγο η τερατώδης επικράτηση του ατομισμού και της πολιτικής των ταυτοτήτων απέναντι στο συλλογικό και στην έννοια της κοινότητας, όλα αυτά διαμόρφωσαν ένα τοπίο μόνιμης επισφάλειας.
Σκέφτομαι ότι μεγαλώνουμε τα παιδιά μας και τους παραδίδουμε έναν κόσμο χωρίς χειρολαβές και δίχως δικλείδες ασφαλείας. Πρέπει, λένε οι φιλόσοφοι, οι διανοούμενοι, αλλά και οι επιστήμονες, ο νέος άνθρωπος να μάθει να ζει σ’ αυτόν τον ταραγμένο, νέο κόσμο. Να κατακτήσει την υψηλή τέχνη τής επιβίωσης, να επινοεί ξανά και ξανά τον εαυτό του, να αποκτήσει πολλαπλές δεξιότητες, ικανότητες, ου μη και προσωπεία. Να μη φοβάται τις κρίσεις, τις πανδημίες, τις καταστροφές, τους ορυμαγδούς. Ακόμη καλύτερα, να τα επιζητά – δεν είναι, άλλωστε, κάθε κρίση και μια ευκαιρία;
Ναι, μπορεί να είναι αναπόφευκτα, απαραίτητα όλα αυτά, είναι όμως και βολικά. Γιατί ένας κόσμος αποτελούμενος από άτομα που είναι συνεχώς σε κίνηση και εγρήγορση μπορεί να είναι ένας κόσμος εφευρετικός και δαιμόνιος, ανθεκτικός στη σύγχρονη ορολογία, αλλά είναι κι ένας κόσμος που δεν ευκαιρεί. Δεν προλαβαίνει να σταματήσει για «να κοιτάξει με τα μάτια του το πρόσωπό του». Δεν έχει βλέμμα καταλλαγής, έχει σπίθα κυνηγού. Και καρδιά ατσαλωμένη.
Αλήθεια, πότε περάσαμε από την αντιμετώπιση των κινδύνων στη διαχείρισή τους; Ούτε αυτό το θυμάμαι…