Υπάρχει λόγος
Γράφει ο Τάσος Ρέτζιος.
ΕΤΣΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ… ΚΙ ΑΣ ΠΡΟΣΠΕΦΤΕΙΣ ΓΟΝΥΚΛΙΝΗΣ, ΓΟΝΥΠΕΤΗΣ, ΚΛΙΝΕΙΣ ΤΟ ΓΟΝΥ ΑΛΛΩΣ ΠΩΣ, ΠΑΡΑΚΑΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ – ΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝ ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ ΤΟΥ 2015, ΜΕ REFERENDUM ΚΑΙ ΚΥΒΙΣΤΗΣΕΙΣ.
Εν μέσω καλοκαιριού, επάνω σ’ έναν παραλιακό πηλιορείτικο βράχο, είδα άξαφνα το γόνατό μου να φεύγει – την ώρα που έφευγε και ο κορωνοϊός, νόμιζα. Αντιθέτως με την πανδημία, δεν χρειάστηκε πολύς καιρός για να καταλάβω ότι τούτο το καλοκαίρι θα έφευγε πολύ γρήγορα, θα το ζούσα κυριολεκτικά στο γόνατο.
Εντάξει, κάτι υποψιάζεσαι στις άδειες πιάτσες τού καλοκαιριού, ότι δηλαδή δεν είναι μονάχα η δική σου κατάσταση που συντομεύει την ηδονή αυτού του καλοκαιριού. Και εν απουσία δικού μου, ένιωσα σαν τον Ζαν Κλοντ Μπριαλί, που ήθελε τόσο να χαϊδέψει το γόνατο της Κλαίρης σ’ εκείνη τη χαμηλότονα ερωτική ταινία τού Ερίκ Ρομέρ, αλλά όχι μόνο δεν μπορούσα να το κάνω, έπρεπε να θυμηθώ, σχεδόν ψυχαναγκαστικά, πόσο απελπίστηκα όταν διαπίστωσα ότι δεν υπάρχει Πράσινη Αχτίδα για να περπατήσουν πάνω της οι ερωτευμένοι… Αλλά στα είκοσί σου πιστεύεις τα πάντα, ειδικά όταν στα λέει ένας γάλλος νεοκυματιστής…
Στο γόνατο, πάντως (και αυτό έχει πολλάκις επιβεβαιωθεί), έχουν γραφεί πολλά αυτό το καλοκαίρι. Κορωνοϊός, Ερντογάν, Αγιά Σοφιά, Τραμπ και συνωμοσιολογία – δεν θέλει πολλά το γονατογράφημα για να υπάρξει… Αυτά γράφω τώρα και θυμάμαι τα γόνατα του Καμμένου. Όχι τα δικά του, των άλλων («στα τέσσερα εσείς, στα τέσσερα»), που οι άλλοι πάντοτε είναι απέναντι και νενέκοι, οσφυοκάμπτες και προδότες. Μονάχα που να, έτσι όπως ορμάμε απάνω στους άλλους, γέρνουμε λίγο προς τα πίσω και δεν βλέπουμε τους δικούς μας και αναρωτιόμαστε: εμείς, τελικά, ποιοι είμαστε; Κι έρχεται ο χρόνος (που λέει και ο Κρίστοφερ Νόλαν στο «Tenet») και τα σαρώνει όλα και τη μορφή τού Καμμένου ακόμα ακόμα.
Ετσι ο χρόνος… Κι ας προσπέφτεις γονυκλινής, γονυπετής, κλίνεις το γόνυ άλλως πως, παρακαλώντας για λίγο αληθινό καλοκαίρι – ας είναι εν ανάγκη και του 2015, με referendum και κυβιστήσεις. Αλλά, φευ, αυτό έχεις φέτος, μ’ αυτό θα πορευτείς και μόνον αυτή η σκέψη μού κόβει τα γόνατα (το δεξί, συγκεκριμένα), γιατί, όπως λέει και η παροιμία, αυτός που δεν κουράσει γόνατα κοιλιά δεν θεραπεύει… Παραμένω, ωστόσο, αισιόδοξος, τραγουδώ το «…εγώ δεν ζω γονατιστός…» και αναμένω εμβολιασμούς και μάσκες – κι ας έχουν και τσιπάκια. Κι ας σαρκάζει η άλλη παροιμία: «Του φτωχού το κέρατο στο κούτελο και του άρχοντα στο γόνατο»…