Editorial
Γράφει ο Άγγελος Ν. Βάσσος.
ΣΤΙΣ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΥΜΕ, ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ, ΕΝΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ, ΠΟΥ ΙΣΩΣ ΟΥΤΕ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΓΝΩΡΙΖΑΜΕ.
Η κατάσταση που βιώνουμε τις τελευταίες εβδομάδες σαφώς και είναι πρωτόγνωρη για όλους μας – και, όπως συμβαίνει σε κάθε πρωτόγνωρη κατάσταση, ορισμένοι δεν μπορούν να προσαρμοστούν με μεγάλη ευκολία στη νέα πραγματικότητα. Κάποιοι επιμένουν να βολτάρουν σε πλατείες και ρούγες αμέριμνοι, σαν να ήταν μια άνοιξη σαν όλες τις άλλες. Κάποιοι επιμένουν να συνωστίζονται στα σούπερ μάρκετ, κινούμενοι αφηρημένα και άτσαλα, πέφτοντας πάνω σε άλλους πελάτες. Κάποιοι (κυρίως άτομα μεγαλύτερης ηλικίας) επιμένουν να κολλάνε ο ένας πίσω από τον άλλο σε ουρές μπροστά από τράπεζες, λες και δεν θα υπάρξει αύριο (συχνά, δε, μπαίνουν σε αυτήν τη βάσανο χωρίς να χρειάζονται μετρητά, αλλά απλώς για να ενημερώσουν το βιβλιάριό τους). Και κάποιοι άλλοι δεν συνωστίζονται απλώς σε ουρές, αλλά φτάνουν σε σημείο ακόμη και να έρθουν στα χέρια για ένα κομμάτι τηγανητού μπακαλιάρου, όπως συνέβη πριν από μερικές ημέρες, ανήμερα της 25ης Μαρτίου, έξω από κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος στο κέντρο τής Θεσσαλονίκης (σύμφωνα με μαρτυρία συναδέλφου, που υπήρξε αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς, στο προφίλ της στο Facebook).
Αυτή είναι η κακή εικόνα – σαφώς και υπάρχει, ίσως μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις να χρωματίζεται και από περιστατικά πολύ χειρότερα από αυτά που προανέφερα. Υπάρχει όμως και η καλή εικόνα (πέραν της αυταπάρνησης με την οποία εργάζονται την περίοδο αυτή γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό, οι γυναίκες και οι άνδρες των σωμάτων ασφαλείας, αλλά και μια σειρά άλλων επαγγελματιών-ηρώων τής καθημερινότητας, όπως οι απασχολούμενοι στα σούπερ μάρκετ και στις επιχειρήσεις εστίασης που παραμένουν ανοιχτές για take away, οι ντελιβεράδες, οι φαρμακοποιοί, τα κούριερ, οι εργαζόμενοι σε αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία, οπωροπωλεία κοκ.).
Υπάρχουν εκατομμύρια μεμονωμένα άτομα και οικογένειες, που τηρούν την οδηγία για κατ’ οίκον αυτοπεριορισμό με θρησκευτική ευλάβεια. Υπάρχουν εκατοντάδες περιπτώσεις Ελλήνων που αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες ανακούφισης του βάρους που υφίσταται αυτήν την περίοδο η κοινωνία μας, με όποιον τρόπο και όσο μπορεί καθένας (όπως, για παράδειγμα, η διαδικτυακή πρωτοβουλία που βρίσκεται σε εξέλιξη για την εθελοντική, συνεργατική ραφή χιλιάδων μασκών για τις ανάγκες όλων όσοι τις έχουν ανάγκη). Υπάρχουν πολιτιστικοί οργανισμοί που προγραμματίζουν παραστάσεις ή συναυλίες μέσω διαδικτύου, με στόχο όλοι οι κατ’ ανάγκη έγκλειστοι να πάρουν μερικές «ανάσες» ξεγνοιασιάς και κοινωνικοποίησης. Υπάρχουν δεκάδες εταιρείες ή φυσικά πρόσωπα, που δωρίζουν σημαντικά χρηματικά ποσά, εξοπλίζουν δεκάδες νέες μονάδες εντατικής θεραπείας, προσφέρουν τα μέσα τους (οχήματα, αεροσκάφη κοκ.) για να μεταφερθούν στη χώρα μας απαραίτητες προμήθειες, παραχωρούν στην Πολιτεία ιατρικές μονάδες ιδιοκτησίας τους για την υποβοήθηση του ΕΣΥ για όσο χρόνο διαρκέσει η πανδημία κοκ. Υπάρχουν δεκάδες επιχειρήσεις εστίασης, οι οποίες λειτουργούν κανονικά τις κουζίνες τους, για να προσφέρουν καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής τής περιόδου δωρεάν γεύματα όχι μόνο σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, αλλά και σε συμπατριώτες μας που πολλές φορές στερούνται ακόμη και το καθημερινό φαγητό στο τραπέζι τους (και οι οποίοι έχουν πληγεί, καθώς η πραγματοποίηση αρκετών συσσιτίων που οργανώνονταν ώς και πριν από τον κορωνοϊό έχει ανασταλεί, καθώς αυτά βασίζονταν για τη λειτουργία τους κυρίως σε εθελοντές, που σήμερα βρίσκονται σε κατ’ οίκον περιορισμό).
Υπάρχουν τέτοια παραδείγματα (και, κατά πάσα πιθανότητα, ακόμη περισσότερα), τα οποία επιτρέπουν τη βάσιμη ελπίδα ότι η επόμενη ημέρα θα είναι κατά τι, έστω, καλύτερη από την προηγούμενη. Με απόλυτη βεβαιότητα, η πανδημία θα περάσει – ίσως χρειαστούν άλλες δεκαπέντε ημέρες, ίσως ένας μήνας, ίσως ενάμισης, ίσως και δύο… Θα περάσουν. Κι εμείς, οι περισσότεροι τουλάχιστον, θα είμαστε εδώ, για να ξαναχτίσουμε ό,τι γκρεμίστηκε. Είμαι περισσότερο σίγουρος από οποτεδήποτε άλλοτε ότι οι προϋποθέσεις υπάρχουν. Γι’ αυτό και είμαι αισιόδοξος. Τα καλύτερα είναι μπροστά μας.