fbpx

Citymagthess.gr

Περί στέγης: Το σπίτι στην Αμερική

Μοιραστείτε το

Γράφει η Αθηνά Περιστεροπούλου*

 


 

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι να μιλάμε στο πατρικό σπίτι για την πιθανότητα να τελειώσω το σχολείο στην Αμερική, όπως ακριβώς είχε κάνει και η μαμά τη δεκαετία του 1970. Όταν, λοιπόν, έκλεισα τα 15, ξεκίνησε η προετοιμασία: αιτήσεις, συνεννοήσεις, βίζα και μπόλικες ενέσεις ψυχραιμίας. Με το που έσβησα 16 κεράκια, η μαμά κι εγώ μπήκαμε σε ένα αεροπλάνο της Ολυμπιακής και προσγειωθήκαμε στη Νέα Υόρκη – ή, για μεγαλύτερη ακρίβεια, σε άλλο πλανήτη. Από εκεί, μετά τις απαραίτητες εντρυφήσεις στη νέα αυτή πραγματικότητα (επίσκεψη στα Ηνωμένα Έθνη και εισαγωγή στις ασύνδετες κουλτούρες), φτάσαμε –δεν θυμάμαι με τι μέσο– στα βόρεια της πολιτείας, στο σπίτι όπου θα περνούσα έναν χρόνο. Έναν χρόνο που θα μου άλλαζε τη ζωή.

Το σχέδιο ήταν το εξής: θα έμενα στην ίδια οικογένεια Αμερικανών που είχε φιλοξενήσει και τη μαμά και θα πήγαινα στο ίδιο αμερικανικό σχολείο. Η μαμά θα έμενε μαζί μου λίγες μέρες για να με τακτοποιήσει και μετά θα επέστρεφε στην Ελλάδα, στον μπαμπά και στα μικρότερα αδέρφια. Εγώ θα έμενα εκεί, για να ωριμάσω περίπου 10 χρόνια μέσα σε 12 μήνες. Είχα μεγαλώσει βλέποντας φωτογραφίες από το σπίτι στην Αμερική, οπότε η εικόνα ήταν οικεία. Δεν μου έκανε εντύπωση η έκταση του σπιτιού, ο στάβλος με τα άλογα, η πισίνα με την τσουλήθρα και τα τέσσερα αυτοκίνητα της οικογένειας στην είσοδο. Αυτό που μου έκανε όμως εντύπωση ήταν οι ξεκλείδωτες, πάντοτε ανοιχτές πόρτες. Άνοιγες την κεντρική πόρτα και στα αριστερά σου έβλεπες το σαλόνι με τον δερμάτινο καναπέ, την τεράστια τηλεόραση, την κουνιστή πολυθρόνα και τα πολύχρωμα λαμπατέρ σε όλα τα μεγέθη. Εκεί έβλεπα τηλεπαιχνίδια μετά το σχολείο και αμερικανικές σειρές, πολλά επεισόδια μπροστά από αυτά που ήξερα μέχρι τότε. Απέναντι από την κεντρική πόρτα ήταν η μεγάλη σκάλα που οδηγούσε στον επάνω όροφο με τα τρία υπνοδωμάτια και τα δύο μπάνια. Δεξιά ήταν η ξύλινη τραπεζαρία, η βιτρίνα με τα πιατικά και ένα πιάνο χωρίς ουρά. Εκεί μαζευόταν η οικογένεια στις γιορτές ή τις Κυριακές, ανάλογα με τα κέφια και τη διαθεσιμότητα. Στο πίσω μέρος του σπιτιού ήταν η κουζίνα – μικρή, αλλά θαυματουργή: φρέσκο βούτυρο, κρέμα τυριού και ό,τι άλλο απαγορευτικό για μια έφηβη με τάση πάχυνσης είχαν περίοπτη θέση σ’ αυτήν την κουζίνα. Και το κυριότερο: ακόμη μία ξεκλείδωτη, πάντοτε ανοιχτή πόρτα, που οδηγούσε στην πίσω αυλή. Ένα κλασικό αμερικανικό σπίτι, με όλα τα στερεότυπα και τις ιδιοσυγκρασίες που συναντά κάποιος μακριά από τις ακτές της χώρας.

Το δικό μου δωμάτιο είχε θέα στην πισίνα και τον στάβλο, κάτι όχι πολύ συνηθισμένο σύμφωνα με τα βιώματά μου μέχρι τότε. Εντός του δωματίου υπήρχε ακόμη μία πόρτα, η οποία οδηγούσε σε ντουλάπα. Εκεί έπρεπε να χωρέσω τα ρούχα της Ελλάδας –στα οποία πολύ σύντομα δεν θα χωρούσα πια– και όλα τα υπάρχοντά μου: βιβλία, παπούτσια, φωτογραφίες και CDs. Είχα πάρει μαζί μου τα πολύ βασικά και απαραίτητα: Πυξ Λαξ και Παπακωνσταντίνου. Πολύ γρήγορα, βέβαια, τα αντικατέστησα με Cranberries και Matchbox 20, αλλά, πού και πού, για να καταπολεμήσω τη νοσταλγία, έκανα διαλείμματα με τη φωνή του Πάριου ή του Βαρδή, με cd που είχε στείλει ο μπαμπάς με το ταχυδρομείο. Το γραφείο που υπήρχε στο δωμάτιο δεν το χρησιμοποίησα ποτέ για διάβασμα. Το διάβασμα τελείωνε πάντοτε στο σχολείο, ώστε να έχεις χρόνο για άλλα πράγματα στο σπίτι ή και εκτός. Στη δική μου περίπτωση, τα «άλλα πράγματα» ήταν επεισόδια Beverly Hills και γράμματα στους φίλους μου πίσω, στην Ελλάδα, για το τι συνέβαινε – ήμασταν τότε τρεις σεζόν πίσω, σε μια εποχή που δεν υπήρχε ίντερνετ (τα γράμματά μου με τις εξελίξεις διαβάζονταν στα διαλείμματα στο παλιό μου σχολείο, με αγωνία και ενθουσιασμό).

Όταν ξενιτεύεσαι, σπίτι νιώθεις οποιονδήποτε χώρο σού εμπνέει ασφάλεια. Για εμένα δεν ήταν μόνο το σπίτι της οικογένειας που με φιλοξένησε. Στην κατηγορία ενέπιπτε το καινούργιο, απαιτητικό σχολείο και τα σπίτια των νέων φίλων μου (που ήταν πολλά). Το σχολείο ήταν τεράστιο και εξοπλισμένο με οτιδήποτε χρειάζεται πραγματικά ένας ολοκληρωμένος χώρος μάθησης. Απογειώθηκα από το δημόσιο λύκειο της Ελλάδας, όπου δεν υπήρχαν τα βασικά, και προσγειώθηκα σε δημόσιο λύκειο της Αμερικής, όπου υπήρχε ξεχωριστός υπολογιστής για κάθε μαθητή και ελεύθερο ίντερνετ! Αίθουσες με προσωπικά θρανία, εργαστήρια με τρισδιάστατα όργανα και όχι εικονικά, τραπεζαρίες, γήπεδα, αμφιθέατρα, προσωπικά ντουλάπια, βιβλιοθήκες και, το σημαντικότερο, ανοιχτές πόρτες σε ενδοσχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες κάθε είδους, ώστε όλοι να ανήκουν κάπου. Εγώ σίγουρα δεν ανήκα στις αθλητικές ομάδες (αυτό έγινε γρήγορα προφανές από την υπερκατανάλωση Dr. Pepper και Oreo), ούτε φυσικά στις ομάδες κατασκευαστών, μηχανικών ή μαθηματικών. Ανήκα όμως σε όλες τις ομάδες προώθησης της πολιτιστικής και ανθρωπιστικής αποτύπωσης της τάξης του 1998: προετοιμασία του ετήσιου λευκώματος, του ετήσιου χορού, της σχολικής εφημερίδας και υπερήφανη εκπρόσωπος του διεθνούς σώματος των μαθητών (δύο ήμασταν όλοι κι όλοι, εγώ και ένα παιδί από τη Βενεζουέλα). Η ενασχόλησή μου με όλα αυτά με βοήθησε να γνωρίσω γρήγορα και εις βάθος πολλούς συμμαθητές μου και με ενέταξε άμεσα στην κατηγορία των «ευχάριστων προσωπικοτήτων», κάτι που μεταφράστηκε σε προσκλήσεις σε πάρτι στα σπίτια των νέων φίλων.

Τα σπίτια των φίλων ήταν γνώριμα με το φαινόμενο των ανοιχτών πορτών. Οι καθημερινές ήταν πάντοτε γεμάτες με δραστηριότητες, αλλά κάθε Παρασκευή απόγευμα και σχεδόν κάθε Σαββατοκύριακο οι πόρτες των σπιτιών άνοιγαν για να υποδεχτούν εφήβους έτοιμους για εξωπραγματική κατανάλωση απαγορευμένου αλκοόλ και χορό μέχρι τα ξημερώματα. Στα πάρτι κέρδιζα αρκετούς πόντους εκτίμησης, επειδή, ενώ δεν έπινα (είναι πραγματικά αστείο να θεοποιείς το αλκοόλ στα 16, όταν πίνεις ελεύθερα το λικέρ της σερβάντας από τα 9), πάντοτε συνεισέφερα οικονομικά στην αγορά του εν λόγω αλκοόλ από άτομο της παρέας, νόμιμης ηλικίας ή κατόχου ψεύτικης ταυτότητας. Για εμένα, που είχα χρήματα όποτε το ζητούσα από τους γονείς, η προσφορά ήταν εύκολη υπόθεση. Για κάποιους άλλους, όχι και τόσο. Υπήρχαν συμμαθητές μου που, μετά το σχολείο, έκαναν τουλάχιστον δύο δουλειές – από σέρβις σε εστιατόρια μέχρι φροντίδα μωρών ή ηλικιωμένων και καθαρισμό σπιτιών. Οι πιο πολλοί το έκαναν από ανάγκη, όλοι όμως το έκαναν επειδή έτσι επιβάλλει η αμερικανική κουλτούρα. Για να ξοδέψεις, πρέπει πρώτα να βγάλεις. Για να αισθάνεσαι περήφανος για τον εαυτό σου, πρέπει να είσαι παραγωγικός. Και για να είσαι παραγωγικός, πρέπει να υπάρχουν ευκαιρίες. Αν δεν υπάρχουν, θα τις εφεύρεις.

Το μάθημα αυτό αποτυπώθηκε για τα καλά, όταν έμαθα ότι η ετήσια εκδρομή θα γινόταν στην Κόστα Ρίκα. Οι συμμαθητές μου είχαν δουλέψει τα προηγούμενα δύο καλοκαίρια, για να καταφέρουν να δηλώσουν συμμετοχή. Εγώ χρειάστηκε να κάνω ένα υπερατλαντικό τηλεφώνημα στη μαμά –η οποία έλεγε πάντοτε «όχι» σε νέα ρούχα, αλλά πάντοτε «ναι» σε νέες εμπειρίες– για να δηλώσω ξεδιάντροπα ότι θα τους ακολουθήσω. Αυτό ήταν και το τελευταίο ταξίδι που έκανα χωρίς να το κερδίσω δίκαια. Η ευφορία της παραγωγικότητας (λίγο και η ενοχή του προνομίου) λειτούργησε ως πυξίδα από εκείνη τη χρονιά κι έπειτα. Σε εκείνο το ταξίδι έμαθα ότι οι απαγορευμένες ενέργειες έχουν άμεσες συνέπειες. Δύο συμμαθήτριες, αρχηγοί των αθλητικών ομάδων των σχολείων και πρότυπα για τους μικρότερους, μέθυσαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και κατέληξαν σε νοσοκομείο στο Σαν Χοσέ. Η ποινή; Αποκλεισμός από κάθε αθλητική δραστηριότητα μέχρι το τέλος της χρονιάς, εξάμηνη υποχρεωτική εκπαίδευση για τις παρενέργειες του αλκοόλ και δημόσια επιστολή απολογίας προς το μαθητικό σώμα για την πράξη τους. Κάθε φορά που τολμώ να σκεφτώ να βγω από οποιοδήποτε πλαίσιο, σκέφτομαι εκείνο το περιστατικό και ζυγίζω τις πιθανότητες έκκλησης συγχώρεσης.

Το αποκορύφωμα της χρονιάς ήταν η αποφοίτηση. Μια πραγματική τελετή γιορτής και αναγνώρισης επιτευγμάτων, με όλη την υπερβολή που αρμόζει σε μια χώρα όπου το επόμενο βήμα δεν είναι προκαθορισμένο, οι δυνατότητες είναι αμέτρητες και οι διαδρομές καλοδεχούμενες. Για εμένα, η γιορτή εκείνη –η οποία ακόμη ενθαρρύνει την έκφραση χαράς στην επίτευξη προσωπικών στόχων– ήταν ταυτόχρονα και αποχωρισμός από ανθρώπους και καταστάσεις που με προσδιόρισαν. Παρότι υπήρχε συνειδητή και εντατική προετοιμασία πριν από την προστατευμένη και –τολμώ να πω– «niche» ξενιτιά μου, δεν μπορούσα τότε να φανταστώ την επίδραση της γενναίας αυτής απόφασης των γονιών μου στη διαμόρφωσή μου. Στην Αμερική έμαθα ότι οι ανοιχτές πόρτες οδηγούν σε ανοιχτά μυαλά και ότι η εκδήλωση συναισθημάτων (όποια κι αν είναι αυτά) πρέπει να γίνεται με αμεσότητα και ειλικρίνεια, ακόμη κι αν επιφέρει απόρριψη ή κριτική.

Κάθε φορά που επισκέπτομαι τη χώρα, νιώθω ευγνώμων. Έχω την ευκαιρία να δω τους φίλους μου – κι ας μη μοιραζόμαστε πλέον τίποτα κοινό πέρα από τις αναμνήσεις. Αλλά, κυρίως, έχω την ευκαιρία να αντιληφθώ τον εαυτό μου ξανά και ξανά. Στην Αμερική έχασα την παιδικότητα, την ανεμελιά, την πασέ και αλαζονική αντίληψη για τη σπουδαιότητα του εγώ μου. Κέρδισα –πέρα από τα 20 παραπανίσια κιλά– αυτοπεποίθηση, ανεξαρτησία, ξεκάθαρη αντίληψη της γενναιοδωρίας των ξένων και θάρρος: της γνώμης, της αποδοχής, της αφοσίωσης και της διεκδίκησης.

Όταν είσαι αρκετά τυχερός να έχεις τέτοια βιώματα και να ξεπερνάς δυσκολίες με άγνοια κινδύνου, τότε –μοιραία και σχεδόν αυτόματα– τα επίπεδα ψυχραιμίας διατηρούνται σε πρωτοφανή κλίμακα. Ίσως, βέβαια, σ’ αυτό να συμβάλλουν και οι ανοιχτές πόρτες. Όλες οι πόρτες που άνοιξε το σπίτι στην Αμερική.

* Η κυρία Αθηνά Περιστεροπούλου είναι Head of Institutional Advancement στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή.

Μοιραστείτε το

Κύλιση στην κορυφή

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να διαβάσετε την Πολιτική απορρήτου.

Ρυθμίσεις Cookies

Παρακάτω μπορείτε να επιλέξετε ποια cookies θα επιτρέψετε σε αυτή την ιστοσελίδα. Πατήστε στην αποθήκευση ρυθμίσεων για να εφαρμόσετε την επιλογή σας.

ΛειτουργικάΗ ιστοσελίδα για να δουλέψει χρησιμοποιεί κάποια απαραίτητα λειτουργικά cookies.

ΣτατιστικάΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για στατιστικούς σκοπούς, ώστε να μπορούμε να βελτιώσουμε το περιεχόμενο που σας προσφέρουμε.

Κοινωνικά ΔίκτυαΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies από τα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να μπορούμε να σας δείξουμε περιεχόμενο από πλατφόρμες όπως το YouTube και το FaceBook. Αυτά τα cookies μπορεί να καταγράφουν τα προσωπικά σας δεδομένα.

ΔιαφημίσειςΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για διαφημιστικούς σκοπούς, ώστε να μπορούμε να σας προσφέρουμε περιεχόμενο που σας ενδιαφέρει. Αυτά τα cookies μπορεί να καταγράφουν τα προσωπικά σας δεδομένα.

ΆλλαΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί και ορισμένα cookies από υπηρεσίες που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κατηγορίες