Ιστορίες μικρών κόσμων
Γράφει η Εύη Καρκίτη
ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΔΙΑΒΗΚΑΜΕ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ – ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΘΕΛΑΜΕ. ΠΛΗΝ ΟΜΩΣ Ο ΤΟΠΟΣ ΑΥΤΟΣ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙ ΩΣ ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΚΑΙ ΒΡΩΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΜΕ ΤΙΣ ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΘΗΚΕΣ, ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΣΤΟ ΣΤΗΘΟΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ, ΤΟΥΣ ΣΚΟΤΕΙΝΟΥΣ, ΚΑΤΑΜΑΥΡΟΥΣ ΚΥΚΛΟΥΣ ΣΤΑ ΓΕΝΝΗΤΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ, ΤΗΝ ΕΝΔΕΙΞΗ ΣΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΓΙΑ ΔΥΟ ΕΡΓΑ ΣΕΞ – ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ, ΜΙΑ ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΚΟΣΜΟ ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΟ, ΜΕ ΤΟΣΟ ΠΟΛΛΕΣ ΟΨΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΔΙΑΝΟΗΘΟΥΜΕ.
Πάνε μερικά χρόνια που, επιστρέφοντας στο σπίτι με το λεωφορείο ύστερα από μια μεγάλη μέρα, συντονίστηκα στο Τρίτο και, μέσα από τα ακουστικά τού κινητού, άκουσα τον ραδιοφωνικό παραγωγό να διαβάζει προσεκτικά (και ίσως με μια κάποια συγκίνηση) τα «Λαϊκά Σινεμά».
Είχαν περάσει αρκετά χρόνια που πίστεψα πως είχα κλείσει με τον Γιώργο Ιωάννου, ωστόσο εκείνη η ραδιοφωνική ανάγνωση πυροδότησε έναν καινούργιο γύρο, αυτήν τη δεύτερη φορά χωρίς το ρίγος τής ανακάλυψης μιας πόλης που δεν φανταζόμουν ότι υπήρχε, αλλά με μια διάθεση ας την πούμε αναστοχαστική.
Νομίζω, πλέον, πως μπορώ να σηκωθώ και να πω απ’ έξω ολόκληρο αυτό το σύντομο αφήγημα χωρίς να κάνω λάθος ούτε σε ένα σημείο – μια εξιστόρηση που με γυρνάει πάντοτε σε ένα συγκεκριμένο σημείο, το οποίο θα πρέπει να υπήρχε και στο μυαλό τού Ιωάννου, όταν έγραφε. Αυτό είναι ο κινηματογράφος «Ίλιον». Δέσποζε στη πλατεία τού Βαρδαρίου κάποτε. Τα βλέμματα ήταν όλα στραμμένα σ’ αυτόν με ρίγος και ενοχή – εκείνη την ενοχή που προκαλεί κάτι βαθύ και ανομολόγητο.
Αυτό το σινεμά αποτυπώνει ο Βενετούλιας, λουσμένο στο ωραίο φως τής ζωγραφικής του, που πάντοτε μου έφερνε στον νου το φως τής ίδιας τής Θεσσαλονίκης τις μέρες που φυσά ο γνωστός, δυνατός βόρειος άνεμος. Η όλη σύνθεσή του μοιάζει να βυθίζεται σε ένα απόκοσμο πορτοκαλί, εκείνο το πορτοκαλί που έχουν τα δειλινά τής πόλης, τα οποία φέρνουν μερικές φορές θλίψη. Αυτό το σινεμά μυθοποιεί ο Ντίνος Χριστιανόπουλος – το κάνει να μοιάζει με πόλεμο, τον πιο διάσημο ίσως, τον τρωικό, στο σπαρακτικό, βαθύτατα αντιηρωικό και σκληρό «Ιλίου Πέρσις». Το «Ίλιον» σκαλώνει ακόμη και στη μνήμη των ανθρώπων τής γενιάς μου, σαν κραταιό φρούριο στο αλλοιωμένο και αλλιώτικο από εκείνο που γνώρισαν οι προηγούμενοι Βαρδάρι.
Φυσικά, οι περισσότεροι ποτέ δεν διαβήκαμε την πόρτα – και ούτε και θέλαμε. Πλην όμως ο τόπος αυτός έχει καταγραφεί ως σκοτεινή και βρώμικη εκπαίδευση, με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες στις προθήκες, τα αστέρια στο στήθος των γυναικών, τους σκοτεινούς, κατάμαυρους κύκλους στα γεννητικά όργανα ανδρών και γυναικών, την ένδειξη στην είσοδο για δύο έργα σεξ – στην ουσία, μια είσοδος σε κόσμο ανεξερεύνητο, με τόσο πολλές όψεις που δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε. Κατά κάποιον τρόπο, αυτό το σινεμά τής παρακμής, της αγωνίας, του πολέμου που είναι από την αρχή χαμένος, αν ακολουθήσουμε το νήμα τής σύνδεσης που μας πετά ο Χριστιανόπουλος, βρίσκεται ακόμη εκεί. Ουδείς θυμάμαι τι ξεφύτρωσε στη θέση του, κι ας περνά κάθε μέρα από εκείνα τα μέρη. Το «Ίλιον» εξακολουθεί να είναι το ίδιο κραταιό φρούριο, αόρατο ίσως πλέον, που βρίσκεται όμως πάντοτε εκεί – και το οποίο καμιά εκδοχή τής ζωής δεν μπόρεσε ποτέ να ξεριζώσει.