Editorial
Γράφει ο Άγγελος Ν. Βάσσος.
ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΑΣ ΩΣ ΧΩΡΑΣ ΕΚΠΟΡΕΥΕΤΑΙ ΚΑΤΕΞΟΧΗΝ ΑΠΟ ΜΙΑ ΔΙΜΕΤΩΠΗ ΚΛΙΣΗ ΜΑΣ: ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ, ΕΧΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΑΣΗ ΝΑ ΒΑΖΟΥΜΕ ΤΑΜΠΕΛΕΣ («ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ, ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ». «ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑΙΣΘΗΤΟ, ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ». «ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΦΙΛΟΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ, ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ». «ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟ, ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ». Ο ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΤΕΛΕΙΩΤΟΣ). ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, ΑΔΥΝΑΤΟΥΜΕ ΝΑ ΣΥΜΦΩΝΗΣΟΥΜΕ ΠΑΝΩ ΣΕ ΚΟΙΝΟΥΣ ΑΞΙΑΚΟΥΣ ΚΩΔΙΚΕΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΝΟΗΜΑΤΟΔΟΤΟΥΜΕ (ΑΝ ΟΧΙ ΟΛΟΙ ΣΥΛΛΗΒΔΗΝ, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΟΙ ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ) ΤΙΣ ΤΑΜΠΕΛΕΣ ΑΥΤΕΣ ΜΕ ΤΡΟΠΟ ΚΟΙΝΑ ΑΝΤΙΛΗΠΤΟ.
Παρακολουθώ στη διάρκεια της εβδομάδας που προηγήθηκε όλη τη δημόσια συζήτηση που εξελίσσεται γύρω από το νομοσχέδιο για τις πορείες και τις διαδηλώσεις. Και όχι απλώς τη δημόσια συζήτηση, αλλά και τον ακτιβισμό που εκδηλώνεται από διάφορες πλευρές (το κείμενο αυτό γράφεται απόγευμα Τετάρτης 8 Ιουλίου. Έχει προηγηθεί μια πορεία στο κέντρο τής Θεσσαλονίκης αργά το απόγευμα της Τρίτης 07.07, που είχε ως «παράπλευρη απώλεια» τον βανδαλισμό με σπρέι γνωστών καταστημάτων τής οδού Τσιμισκή, ενώ εκκρεμεί ακόμη μία συγκέντρωση/πορεία το πρωί τής Πέμπτης 09.07, για την οποία προφανώς δεν μπορώ να έχω άποψη την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές).
Πιστεύω ότι το πρόβλημά μας ως χώρας εκπορεύεται κατεξοχήν από μια διμέτωπη κλίση μας: από τη μία, έχουμε την τάση να βάζουμε ταμπέλες («Αυτό είναι δημοκρατικό, αυτό δεν είναι». «Αυτό είναι καλαίσθητο, αυτό δεν είναι». «Αυτό είναι φιλοπεριβαλλοντικό, αυτό δεν είναι». «Αυτό είναι προοδευτικό, αυτό δεν είναι». Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι ατέλειωτος). Από την άλλη, αδυνατούμε να συμφωνήσουμε πάνω σε κοινούς αξιακούς κώδικες, ώστε να νοηματοδοτούμε (αν όχι όλοι συλλήβδην, τουλάχιστον οι συντριπτικά περισσότεροι) τις ταμπέλες αυτές με τρόπο κοινά αντιληπτό.
Πράγματι, το δικαίωμα στη διαδήλωση είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο και αναφαίρετο. Δεν μπορώ να φανταστώ επιλογή βαθύτερα αντιδημοκρατική από το να επιχειρήσεις να επιβάλεις σε έναν λαό σιωπητήριο, από το να επιχειρήσεις να επιβάλεις μια «ιδεολογική καραντίνα», στο πλαίσιο της οποίας δικαίωμα λόγου θα έχει μόνο μια κυβέρνηση, με όλους τους από κάτω να υποχρεούνται είτε να συμφωνούν είτε να σιωπούν (δεν θα χρησιμοποιήσω τον όρο «φασιστική» για μια τέτοια επιλογή, καθώς τα τελευταία χρόνια ο συγκεκριμένος όρος έχει γίνει καραμέλα στο στόμα διαφόρων, οι οποίοι, αγνοώντας το πραγματικό ιδεολογικό του περιεχόμενο, τον χρησιμοποιούν και εκεί όπου κολλάει και εκεί όπου δεν έχει σχέση).
Την ίδια στιγμή, όμως, κατοχυρωμένο είναι και το δικαίωμα κάθε φορολογούμενου πολίτη να μετακινείται προς το σπίτι, προς τη δουλειά, προς τον γιατρό, προς όπου θέλει να πάει ελεύθερα και ανεμπόδιστα, χωρίς μια συνάθροιση ελάχιστων νοματαίων να του κλείνει τον δρόμο με το έτσι θέλω. Οι περισσότεροι, υποθέτω, έχουμε υπάρξει μάρτυρες πορειών, όπου πέντε άνθρωποι με ένα πανό μήκους 30 μέτρων απέκλειαν ολόκληρη Εγνατία. Όλοι γίναμε μάρτυρες διαδηλώσεων που κατέληξαν σε βανδαλισμό ιδιωτικών περιουσιών, σε σπάσιμο βιτρινών, σε κακοποίηση εργαζομένων που ουδεμία σχέση είχαν με τον ιδεολογικό αντίπαλο των διαδηλωτών. Όλοι έχουμε (ειδικά την περίοδο που διανύουμε, στον απόηχο –ελπίζω– της κρίσης τού κορωνοϊού) κάποιον φίλο που έχει εμπορική επιχείρηση, που έχει ένα καφέ ή ένα εστιατόριο στις συνήθεις περιοχές συγκέντρωσης ή στις συνήθεις διαδρομές των διαμαρτυρομένων, ο οποίος ελπίζει σε ομαλότητα, ώστε να επιστρέψει το ταχύτερο δυνατό στις «business as usual».
Αυτές οι δύο πλευρές δεν είναι υποχρεωτικό ότι πρέπει να αλληλοεξοντωθούν. Ναι: είναι δυνατόν ο κόσμος που επιθυμεί να διαδηλώσει για όσα θεωρεί σημαντικά (και καλά κάνει) να το πράττει, χωρίς να νεκρώνει μια πόλη, χωρίς να μετράμε παράπλευρες απώλειες σε επιχειρήσεις και ανθρωποώρες. Σε τελική ανάλυση, δεν θα χρειαστεί να ανακαλύψουμε τον τροχό: αυτού του είδους τα θέματα έχουν λυθεί νομοθετικά εδώ και πολλά χρόνια σε μια σειρά από ευρωπαϊκές –και όχι μόνο– χώρες, οι οποίες σίγουρα δεν υπολείπονται σε δημοκρατικότητα (εκτός κι αν κάποιος πιστεύει ότι ο μόνος λαός παγκοσμίως με δημοκρατικές ευαισθησίες είναι ο δικός μας, οπότε εκεί θεωρώ περιττό να συζητήσουμε περαιτέρω…). Χρειάζεται να θέσουμε και εδώ ένα κοινό πλαίσιο (στη μορφή ενός νομοθετήματος), πάνω στο οποίο θα μπορέσουμε να συμφωνήσουμε αν όχι όλοι, τουλάχιστον οι συντριπτικά περισσότεροι.
Σίγουρα θα υπάρχουν εκείνοι που θα βρίσκονται πάντοτε στην απέναντι όχθη – και σε αυτό και σε μια σειρά από άλλα ζητήματα. Αυτό όμως δεν πρέπει να αποθαρρύνει όλους εμάς τους υπόλοιπους από το να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να βρούμε κώδικες (αρμονικής) συνύπαρξης. Να νοηματοδοτήσουμε τις ταμπέλες μας με τον ίδιο τρόπο. Να βρούμε, βρε αδελφέ, έναν τρόπο να ζούμε μαζί χωρίς να τρώει ο ένας τις σάρκες τού άλλου. Το έχουν καταφέρει όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Πιστεύω ακράδαντα ότι θα αποτελέσει «piece of cake» και για τον σοφότερο λαό τού κόσμου…