Θεσσαλονικίτιδα
Γράφει η ΝΑΥΣΙΚΑ ΓΚΡΑΤZΙΟΥ
ΚΑΤ’ ΑΡΧΗΝ, ΘΕΛΩ ΝΑ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΩ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ FAN ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΤΗΝ ΑΓΑΠΩ, ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΩ, ΤΗ ΘΑΥΜΑΖΩ. ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ, ΤΟ ΛΕΩ ΚΑΙ ΚΑΥΧΙΕΜΑΙ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΜΟΥ ΔΙΝΕΙ ΛΟΓΟΥΣ ΝΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΩ ΑΚΟΜΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ.
Είναι κούκλα, πανέμορφη, ζεστή και φιλόξενη, γεμάτη ιστορία και ιστορίες, αλλά και φουλ στις αντιθέσεις. Κοσμοπολίτισσα, αλλά και μεγάλη φτωχομάνα. Ευρωπαία, αλλά και Ανατολίτισσα. Εμπνευστική, αλλά και μουντρούχα. Δραστήρια, αλλά και μαχμουρλού. Ράθυμη, αλλά και ξενύχτισσα. Προοδευτική, αλλά και «κολλημένη». Ριζοσπαστική, αλλά και τέρμα συντηρητική. ΠΑΟΚ, αλλά και Άρης. Απορώ πώς τα καταφέρνει στους ατελείωτους αιώνες της να επιβιώνει μέσα στις τόσες αντιθέσεις της – τόσο έντονες (μερικές φορές πολύ βίαια έντονες), που δημιουργούν αναπάντητα ερωτήματα σε όλους εμάς τους κατοίκους, θαυμαστές και υποστηρικτές της. Γιατί; Γιατί αυτή η υπέροχη και μοναδική πόλη να μην έχει –ούτε κατά διάνοια– την πρόοδο και την ανάπτυξη, το παρόν που της αξίζει;
Ειδικά στον τομέα των υποδομών, το τοπίο είναι σαν το γιοφύρι τής Άρτας: ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν. Και να πεις ότι δεν γίνονται σχέδια, προγραμματισμοί, αναπτυξιακά προγράμματα, εγκρίσεις και όλα τα εφετά; Γίνονται και παραγίνονται. Απλά, με τις αλλαγές κυβερνήσεων και τοπικών αρχόντων όλα ξεκινούν σχεδόν από την αρχή. Όποιος αναλαμβάνει την εξουσία στην καλύτερη περίπτωση ακυρώνει όλα τα σχέδια των προκατόχων του, απαξιώνοντάς τους και εισάγοντας δικά του σχέδια. Τα οποία πιθανότατα να μην προλάβει να υλοποιήσει, επειδή θα έρθει ο επόμενος, ο οποίος θα κάνει τα δικά του. Έτσι, περνάει ο χρόνος, ξοδεύονται λεφτά, εργατοώρες, φαιά ουσία, ώρες ατελείωτων συσκέψεων, σχεδίων και άλλων δαιμονίων – και από τηγανίτα, τίποτα. Έτσι, αν εξαιρέσουμε λίγους τυχερούς δρόμους και κάποιες πλατείες, κυρίως στο κέντρο τής Θεσσαλονίκης, που έχουν διαμορφωθεί υπέροχα, σε όλο το υπόλοιπο πολεοδομικό συγκρότημα δρόμοι, πεζοδρόμια και δημόσιοι χώροι θυμίζουν Βηρυτό μετά τους βομβαρδισμούς. Όποιος περπατάει ξέρει…
Ένα παράδειγμα αυτής της ολέθριας θεσσαλονικίτιδας είναι και η πλατεία Διοικητηρίου, την ιστορία τής οποίας παρακολουθώ στενά τα τελευταία 30 χρόνια (από τότε, δηλαδή, που η παλιά, μαρμάρινη πλατεία γκρεμίστηκε, για να γίνει πάρκινγκ). Οι αρχαιότητες που βρέθηκαν σταμάτησαν εκείνο το έργο και από τότε η πλατεία είναι μια «μη πλατεία», μια περιφραγμένη τρύπα που νεκρώθηκε – και μαζί της νεκρώθηκε και όλη η περιοχή. Από τότε έχουν γίνει διάφοροι διαγωνισμοί, έχουν εγκριθεί σχέδια και κονδύλια, έχουν υπάρξει ατελείωτες συζητήσεις και τεράστιες διαφωνίες για τη μορφή τής νέας πλατείας, αλλά τίποτα, μα τίποτα δεν έγινε. Το θέμα πριν από λίγο καιρό ξαναπήρε μπροστά – και εύχομαι να προλάβει να ολοκληρωθεί πριν έρθει κάποιος καινούργιος, με ακυρωτικές τάσεις! Καρτερούμε.