Vice versa
Γράφει ο Πρόδρομος Νικηφορίδης
ΤΕΛΙΚΑ, ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ; ΤΟ ΑΓΑΠΑΜΕ, ΦΤΑΝΕΙ ΝΑ ΜΗ ΜΑΣ ΚΟΒΕΙ ΤΗ ΘΕΑ; ΝΑ ΜΗ ΦΕΡΝΕΙ ΠΟΥΛΙΑ ΠΟΥ ΚΟΥΤΣΟΥΛΑΝΕ; ΝΑ ΜΗ ΡΙΧΝΕΙ ΤΑ ΦΥΛΛΑ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΣΟΥΜΕ; ΝΑ ΜΗΝ ΠΡΟΞΕΝΕΙ, ΔΗΘΕΝ, ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΜΑΣ; ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΣΕΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΜΑΣ; ΔΗΛΑΔΗ, ΘΕΛΟΥΜΕ ΠΡΑΣΙΝΟ, ΑΛΛΑ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΕΜΑΣ;
Καθημερινά ακούμε στον δρόμο, στις παρέες, στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα ανθρώπους (επιστήμονες και απλούς πολίτες) να διαμαρτύρονται για την έλλειψη πρασίνου, για την έλλειψη κήπων και πάρκων. Καθημερινά διαβάζουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τα κουτσουρεμένα και κατακρεουργημένα δέντρα τής γειτονιάς μας, της πόλης μας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μάς προειδοποιεί ότι πολλοί θάνατοι οφείλονται στην έλλειψη πρασίνου. Διαβάζω ότι 30 οργανώσεις υπογράφουν κείμενο διαμαρτυρίας και ζητούν να σταματήσει η καταστροφή των αστικών δέντρων στις ελληνικές πόλεις.
Κάποτε οι πόλεις μας είχαν μονοκατοικίες με κήπους και μπαξέδες. Μετά έγιναν πολυκατοικίες με διαμερίσματα που είχαν πράσινα μπαλκόνια και ακόμη πιο πράσινα ρετιρέ. Μετά ήρθε η ανάπτυξη και η αδυναμία μας να αντέξουμε τη ζέστη – αγοράσαμε κλιματιστικά και κλειστήκαμε μέσα. Έξω τα φυτά δεν είχαν πια φροντίδα, τα μπαλκόνια και τα ρετιρέ σιγά σιγά ορφάνεψαν. Στο κέντρο τής πόλης τα τριώροφα και τετραώροφα του Μεσοπολέμου είχαν μικρή κάλυψη και στους ακάλυπτους υπήρχαν κάποια δέντρα. Μετά ήρθε η αντιπαροχή και η ακραία εκμετάλλευση της γης – πουθενά πια πράσινο, το χτισμένο κάλυψε τα πάντα, έφυγαν τα δέντρα, έφυγαν τα πουλιά και ήρθαν τα κλιματιστικά, για να μας θορυβήσουν. Η διαφθορά, παντού – δεν χτίστηκε αναίμακτα το 100% των οικοπέδων. Μετά ήρθε η νομιμοποίηση, η τακτοποίηση κοκ. Και «όλα καλά»!
Ένας ζαχαροπλάστης κατακρεούργησε τα δέντρα μπροστά από το μαγαζί του, για να φαίνονται καλύτερα οι βιτρίνες του. Ένας καφετζής κάλυψε με τσιμέντο το λιγοστό χώμα γύρω από τα δέντρα που είναι μπροστά από το μαγαζί του. Ένας βιοτέχνης έβαλε μέσον, για να μη φυτευτούν δέντρα μπροστά από οικοδομή στην οποία διαθέτει ακίνητα κατά την ανάπλαση της Βαλαωρίτου. Κι ένας εργολάβος έριξε μπάζα και εκεί πάνω φύτεψε δέντρα που προδιέγραφε η μελέτη ανάπλασης της Νέας Παραλίας. Θα μπορούσα να γράψω πολλά ακόμη.
Τελευταία στην πόλη μας κυριάρχησε το ελεεινό ρουσφέτι εκεί όπου παλαιότερα δεν υπήρχε περίπτωση να συμβεί. Ο κύριος τάδε αγόρασε διαμέρισμα στην Άνω Πόλη και μια υπέροχη φλαμουριά τού έκοβε λίγο τη θέα. Δεν χρειάστηκαν πολλά: κόπηκε χαμηλά η φλαμουριά, για να μη ξανασηκώσει το ανάστημά της. Οι εκτελέσεις δέντρων έγιναν πια ρουτίνα – ακόμη και στα Πάρκα Τσέπης που δημιουργούνται τα δέντρα εκτελούνται. Μετά φωτογραφίζεται ο δήμαρχος και οι συνεργάτες του δίπλα στους κομμένους κορμούς.
Τελικά, αγαπάμε το πράσινο; Το αγαπάμε, φτάνει να μη μας κόβει τη θέα; Να μη φέρνει πουλιά που κουτσουλάνε; Να μη ρίχνει τα φύλλα και πρέπει να σκουπίσουμε; Να μην προξενεί, δήθεν, προβλήματα στα θεμέλια του σπιτιού μας; Να μην πέσει και καταστρέψει το σπίτι μας και το αυτοκίνητό μας; Δηλαδή, θέλουμε πράσινο, αλλά μακριά από εμάς;
Προσπαθώ να καταλάβω αν αγαπάμε το πράσινο ή αν το μισούμε. Το συμπέρασμά μου είναι ότι το αγαπομισούμε!