Στην κεντρική φωτογραφία: η καινούργια πρόσοψη.
Νέα ζωή στο εγκαταλελειμμένο κτήριο στην οδό Χρήστου Λαδά 3, που ώς το 2004 λειτουργούσε ως έδρα του Ομίλου Λαμπράκη, έδωσε η ehret+klein Ελλάδος. Η περίοδος κατασκευής ξεκίνησε με εσωτερικές κατεδαφίσεις τον Φεβρουάριο του 2022 και ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2024. Το εμβληματικό κτήριο, που βρίσκεται στο εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας, σχεδιάστηκε από τον αναγνωρισμένο έλληνα αρχιτέκτονα Κωνσταντίνο Κιτσίκη, ο οποίος είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1930 ως τριώροφο κτίριο, ενώ τις δεκαετίες του 1950 και του 1970 προστέθηκαν νέοι όροφοι.
Με γνώμονα τη δέσμευση της ehret+klein για διαρκή ποιότητα, καινοτομία και σεβασμό στην τοπική κληρονομιά, η ανακαίνιση του κτηρίου στη Χρήστου Λαδά 3 ακολούθησε μια στρατηγική χαμηλής τεχνολογίας/υψηλής απόδοσης, εστιάζοντας σε εύκολα συντηρήσιμες λύσεις, μεγιστοποιώντας την εξοικονόμηση ενέργειας και την περιβαλλοντική ποιότητα.
Το νέο αρχιτεκτονικό όραμα για τη ριζική ανακαίνιση και την εντυπωσιακή μετατροπή του υπάρχοντος κτηρίου σε αρχιτεκτονικό ορόσημο για την αναγέννηση του νέου κέντρου της Αθήνας οφείλεται στο διεθνώς βραβευμένο αθηναϊκό γραφείο DECA Architecture (του Αλέξανδρου Βαΐτσου και του Carlos Loperena). Μία από τις κύριες κατασκευαστικές προκλήσεις ήταν η έλλειψη διείσδυσης φυσικού φωτός, κοινό φαινόμενο στο πυκνοδομημένο κέντρο της Αθήνας. Το καινοτόμο σύστημα «Καλειδοσκόπιο», σε συνδυασμό με τα ηλιακά ράφια, σχεδόν διπλασίασε την αυτονομία του φυσικού φωτός. Το «Καλειδοσκόπιο» αποτελείται από ένα φωταγωγό στρατηγικά τοποθετημένο στο κέντρο του κτηρίου και έναν ηλιοστάτη στην οροφή, που ακολουθεί την πορεία του ήλιου και ανακατευθύνει το ηλιακό φως στον φωταγωγό. Μερικώς επενδυμένος με πρισματικές επιφάνειες κατόπτρου, ο φωταγωγός αντανακλά το φως προς τα κάτω, διαχέοντάς το στους εργασιακούς και τους δημόσιους χώρους μέσω ειδικά σχεδιασμένων ανοιγμάτων, που γίνονται μεγαλύτερα στους χαμηλότερους ορόφους. Επιπλέον, τα εξωτερικά ηλιακά ράφια στη νότια όψη επιτρέπουν στο φυσικό φως να διεισδύσει πιο βαθιά στους εργασιακούς χώρους, αντανακλώντας το από την οροφή με μια επιφάνεια υψηλής ανακλαστικότητας τοποθετημένη στο επάνω μέρος. Περαιτέρω, τα ηλιακά ράφια παρέχουν σκίαση από τον ήλιο και μειώνουν την αντανάκλαση στα παράθυρα (χωρίς να εμποδίζουν τη θέα, καθώς είναι τοποθετημένα πάνω από το επίπεδο των ματιών).
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, η όψη του κτηρίου είχε υποστεί πολλές αλλαγές, με την αντανάκλαση και την προστασία από τον ήλιο να παραμένουν σημαντικές προκλήσεις. Παλαιότερα, εντελώς απροστάτευτο από τον ήλιο, το κτήριο είχε υπερβολικά φορτία ψύξης και μη βιώσιμη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας το καλοκαίρι. Τώρα, η νέα όψη, κατασκευασμένη από βιώσιμα παραγόμενο ξύλο, παρέχει σκίαση από τον ήλιο και ρυθμίζει την είσοδο του φυσικού φωτός με ειδικά σχεδιασμένα σκίαστρα. Τέλος, το δώμα με τα φωτοβολταϊκά παράγει πράσινη ηλεκτρική ενέργεια, μειώνοντας τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
«Οραματιστήκαμε και υλοποιήσαμε τη μεταμόρφωση του κτηρίου στη Χρήστου Λαδά 3 σε ένα καινοτόμο, μοντέρνο και ανθεκτικό εργασιακό περιβάλλον, όπου οι εργαζόμενοι θα μπορούν να απολαμβάνουν το φυσικό φως, να δουλεύουν αρμονικά χωρίς περισπασμούς από τον θόρυβο της πόλης και να αλληλοεπιδρούν ουσιαστικά με τους συναδέλφους τους στους καλά σχεδιασμένους και ευχάριστους κοινόχρηστους χώρους. Ταυτόχρονα, ολόκληρη η γειτονιά, η οποία υπέφερε κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης, γίνεται πιο ελκυστική για μελλοντικές επενδύσεις, συνεισφέροντας στην ευρύτερη ανάπλαση της Αθήνας. Στην ehret+klein αναπτύσσουμε συστηματικά έργα, τα οποία λειτουργούν διορθωτικά στις πόλεις και προσφέρουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους πολίτες και τους εργαζόμενους», δήλωσε ο Μίκαελ Έρετ, managing partner της ehret+klein Ελλάδος.
H ehret+klein Ελλάδος ανέπτυξε μια διευρυμένη ομάδα τοπικών συνεργατών, για να υλοποιήσει το συγκεκριμένο, απαιτητικό έργο. Η Parostec ήταν υπεύθυνη για την κατασκευή, η Transsolar KlimaEngineering δημιούργησε ολόκληρο το σκεπτικό σχετικά με τη βιωσιμότητα, η AS Light επιμελήθηκε τον σχεδιασμό των φώτων, ενώ η εταιρεία Timagenis Acoustics έκανε τη μελέτη ήχου.