Κάθε μήνα, το Citymag, με την πολύτιμη υποστήριξη της Alumil, διερευνά το αστικό τοπίο της Θεσσαλονίκης: πραγματικά προβλήματα αναζητούν πραγματικές λύσεις, αποτελώντας παράλληλα πεδίο δόξης λαμπρό για καλές ιδέες που μπορούν να αλλάξουν την καθημερινότητα στην πόλη.
Στην κεντρική φωτογραφία: τρισδιάστατη άποψη του εξωτερικού χώρου της Καπναποθήκης Καραμανλή.
Η διπλωματική εργασία σχεδιασμού «Από αποθήκες καπνού σε χώρους του πανεπιστημίου: Ο επανασχεδιασμός των καπναποθηκών Καραμανλή και Χατζηγεωργίου» της Αθηνάς Δημητρούση και της Φωτεινής Ντέκα [Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ (Ιούλιος 2024)], με επιβλέπουσα την αναπληρώτρια καθηγήτρια Μαρία Δούση, αποσκοπεί στον επανασχεδιασμό και την αξιοποίηση των μεταπολεμικών καπναποθηκών Καραμανλή και Χατζηγεωργίου, στην περιοχή της Τερψιθέας.
Η Θεσσαλονίκη, όπως και άλλες πόλεις στον βορειοελλαδικό χώρο, υπήρξε από τον 19ο ώς και το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα κέντρο επεξεργασίας και εμπορίου του καπνού. Στην πόλη εγκαταστάθηκαν τεράστια κελύφη καπναποθηκών, που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, αλλά και στη διαμόρφωση του αστικού τοπίου της Θεσσαλονίκης. Η περιοχή της Τερψιθέας σηματοδότησε την ύστερη ανάπτυξη της καπνικής βιομηχανικής κληρονομιάς της πόλης. Η μείωση της καλλιέργειας καπνού στη χώρα οδήγησε στη σταδιακή εγκατάλειψη ενός τεράστιου κτηριακού αποθέματος, που ώς και σήμερα παραμένει ανεκμετάλλευτο.
Ιστορική αναφορά
Η Καπναποθήκη Καραμανλή, γνωστή και ως «Κόκκινη Καπναποθήκη», σχεδιάστηκε από τον σημαντικό αρχιτέκτονα Βασίλη Μπογάκο για τον Γραμμένο Καραμανλή το 1963. Το αρχικό σχέδιο αποτελούταν από τέσσερις ορόφους, το 1964 ωστόσο ο ιδιοκτήτης, με αίτησή του προς το υπουργείο Βιομηχανίας, ζήτησε την προσθήκη και πέμπτου ορόφου. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, το κτήριο δεν ταυτίζεται απόλυτα με τα αρχικά σχέδια του Μπογάκου, όπως κατατέθηκαν στην Πολεοδομία. Το 1970 αγοράστηκε από τον Ελληνικό Οργανισμό Καπνού (ΕΟΚ), ενώ το 2005 περιήλθε στο υπουργείο Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο με τη σειρά του το παραχώρησε στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας.
H Καπναποθήκη Χατζηγεωργίου σχεδιάστηκε από τον Απόστολο Θωμαΐδη για την οικογένεια Χατζηγεωργίου και χτίστηκε το 1964. Λειτούργησε ως καπναποθήκη ώς τις αρχές του 1970 και μετά έμεινε χωρίς χρήση ώς και το 2000, όταν αγοράστηκε από εμπορική εταιρεία.
Σήμερα, αμφότερες οι καπναποθήκες, που αποτελούν δείγματα της βιομηχανικής ταυτότητας της πόλης, είναι ανενεργές.
Η περιοχή σήμερα
Η σημερινή Τερψιθέα αποτελεί την περιοχή παλαιότερα γνωστή ως Ζέιτενλικ, στην οποία οι πρώτες εγκαταστάσεις έγιναν από το τάγμα της Μονής Λαζαριστών και το στρατόπεδο Παύλου Μελά. Ανά διαστήματα, η περιοχή κατοικούταν μόνιμα ή προσωρινά από πρόσφυγες, μέχρι το 1936, οπότε μπήκε στο σχέδιο πόλεως. Για την ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής εκτός κέντρου πόλεως δόθηκαν προνόμια στους επιχειρηματίες, όπως 100% κάλυψη και μεγάλοι συντελεστές δόμησης, με στόχο την εγκατάσταση καπναποθηκών εκεί. Συνολικά, στην περιοχή σήμερα διασώζονται δώδεκα κτήρια καπναποθηκών, εννέα από τα οποία είναι ανενεργά.
Σήμερα η περιοχή της Τερψιθέας έχει χάσει τον βιομηχανικό της χαρακτήρα και είναι κυρίως οικιστική, με αρκετούς χώρους πρασίνου, πολιτιστικούς χώρους, χώρους μνήμης, αλλά και πολλές αθλητικές εγκαταστάσεις. Τοποθετείται στρατηγικά ανάμεσα σε τρεις κεντρικούς άξονες (την οδό Ακρίτα, την οδό Λαγκαδά και την οδό Ιατρού Γωγούση), καθιστώντας την εύκολα προσβάσιμη από το κέντρο της πόλης και τα πανεπιστήμια μέσω των δημόσιων συγκοινωνιών. Επιπλέον, η πρόβλεψη μίας μελλοντικής στάσης του μετρό στην περιοχή αυξάνει την αξία της.
Ανάμεσα στα τοπόσημα της περιοχής είναι η Μονή Λαζαριστών, αλλά και το τέως στρατόπεδο Παύλου Μελά.
Αναζητώντας μια νέα χρήση
Η πρόταση εστιάζεται στον ανασχεδιασμό και την επανάχρηση των Καπναποθηκών Καραμανλή και Χατζηγεωργίου ως χώρων του πανεπιστημίου, ως φοιτητικών εστιών και ως χώρων διοικητικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Επίσης, περιλαμβάνει τη συνολική αναβάθμιση της γειτονιάς και τη δημιουργία χώρων κοινωνικοποίησης και αλληλεπίδρασηςμεταξύ των φοιτητών και των κατοίκων της περιοχής.
Για την αστική αναζωογόνηση της περιοχής, ο κενός χώρος ανάμεσα στις δύο καπναποθήκες αναδεικνύεται με λιτούς χειρισμούς, με τη δημιουργία ζωνών πρασίνου, παιχνιδιού και αθλητισμού. Η μελέτη προτείνει τη συνολική ενίσχυση του πρασίνου στην περιοχή, με τη δημιουργία πράσινων ακάλυπτων χώρων, αλλά και με τη δημιουργία ζωνών ήπιας κυκλοφορίαςμε ποδηλατοδρόμους, ώστε το σημείο να καταστεί συνολικά πιο φιλικό προς τον περιπατητή.
Η Καπναποθήκη Καραμανλή προτείνεται να επαναχρησιμοποιηθεί ως κτήριο που θα φιλοξενήσει φοιτητικές εστίες στους υψηλότερους ορόφους, καθώς και χρήσεις εμπορίου και πολιτισμού στην πρώτη και δεύτερη στάθμη του κτηρίου. Η Καπναποθήκη Χατζηγεωργίου, από την άλλη, προτείνεται να επαναχρησιμοποιηθεί ως χώρος διοικητικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.
Με στόχο την αξιοποίηση του σημερινού υπογείου της Καπναποθήκης Καραμανλή, δημιουργήθηκε μια υποβαθμισμένη πλατεία που έχει τη δυνατότητα να στεγάσει πολιτιστικές εκδηλώσεις. Για να επιτευχθεί η καλύτερη επικοινωνία ανάμεσα στα δύο κτήρια των καπναποθηκών, δημιουργείται μια κατάβαση προς τον νέο, ισόγειο χώρο της Καπναποθήκης Καραμανλή, με τη βοήθεια πλατφορμών που εδράζονται σε διαφορετικά ύψη και μπορούν να λειτουργήσουν (και) ως αστικοί δημόσιοι χώροι στάσης.
Ο σχεδιαστικός χειρισμός, στο πλαίσιο του οποίου αντιμετωπίστηκαν οι δύο καπναποθήκες, είναι κατά βάση ο ίδιος και διαφοροποιείται μόνον ανάλογα με την κατάσταση του κτηρίου και την ιστορική και αρχιτεκτονική του αξία. Και στις δύο περιπτώσεις αξιοποιήθηκε ο σκελετός από οπλισμένο σκυρόδεμα, τοποθετώντας εσωτερικά του τις νέες χρήσεις.
Στην περίπτωση της Καπναποθήκης Καραμανλή, ο σχεδιασμός είναι εσωστρεφής. Διατηρώντας το κέλυφος, το οποίο αποτελεί τοπόσημο για την περιοχή, αφαιρείται όγκος από το εσωτερικό του κτηρίου και δημιουργούνται τρία αίθρια για τον φυσικό φωτισμό και αερισμό των νέων χρήσεων που τοποθετούνται περιμετρικά αυτών των αίθριων. Έτσι, προτείνεται ένας διαμπερής δημόσιος χώρος στο κέντρο του κτηρίου, που ενώνει την υποβαθμισμένη πλατεία με τη γειτονιά, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως πυρήνας κατακόρυφης κίνησης, χωρίζοντας ταυτόχρονα το υπόλοιπα επίπεδα του κτηρίου σε δύο «γειτονιές». Ο τελευταίος όροφος, που βρίσκεται σε ιδιαίτερα κακή κατάσταση, προτείνεται να αφαιρεθεί και να αντικατασταθεί από μια μεταλλική κατασκευή που τοποθετείται εν εσοχή και ακολουθεί τον ίδιο κάνναβο. Επιλέχθηκε να διατηρηθεί η υλικότητα και η βασική ογκοπλασία του κτηρίου με την προσθήκη διάτρητων κεραμικών στοιχείων στην όψη, ώστε να ενσωματώνονται στον υφιστάμενο όγκο με το κόκκινο τούβλο.
Στον ισόγειο χώρου του κτηρίου χωροθετούνται, εκατέρωθεν του κεντρικού αιθρίου, πολιτιστικές χρήσεις (αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, εκθεσιακοί χώροι), καθώς και χώροι για την εξυπηρέτηση των φοιτητών (όπως βιβλιοθήκη, καφέ κτλ.). Στον πρώτο όροφο δημιουργείται ζώνη εμπορίου, με σκοπό την εξυπηρέτηση των φοιτητών, αλλά και της γειτονιάς. Στους υπόλοιπους ορόφους στεγάζονται κατοικίες για φοιτητές μαζί με διάφορους χώρους κοινωνικοποίησής τους. Το δώμα λειτουργεί ως ένας πράσινος χώρος εκτόνωσης για τους χρήστες του κτηρίου.
Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στον κατάλληλο φωτισμό και αερισμό των χώρων, με φεγγίτες που εξασφαλίζουν τον διαμπερή αερισμό, αλλά και με σκίαστρα στους εξώστες, για τους καλοκαιρινούς μήνες.
Στην Καπναποθήκη Χατζηγεωργίου ο σχεδιασμός είναι εξωστρεφής και εμφανίζεται και στις όψεις του κτηρίου. Το κέλυφος, που βρισκόταν σε κακή κατάσταση, επιλέχθηκε να μη διατηρηθεί, διατηρήθηκε ωστόσο και αξιοποιήθηκε τμήμα του σκελετού της.
Δημιουργείται μια κεντρική αυλή που διαχωρίζει την οργάνωση του κτηρίου σε τρεις διαφορετικούς όγκους, οι οποίοι επικοινωνούν μεταξύ τους με ημιυπαίθριους χώρους κίνησης και κοινωνικοποίησης. Ο πρώτος και πιο χαμηλός όγκος, ο οποίος αποτελεί την κύρια είσοδο στο κτήριο, στεγάζει την υποδοχή και τις διοικητικές χρήσεις. Στον δεύτερο όγκο χωροθετούνται χώροι co-working, που έχουν τη δυνατότητα να νοικιαστούν και να αξιοποιηθούν από νέους της περιοχής, αλλά και φοιτητές. Στον τρίτο όγκο χωροθετούνται εκπαιδευτικές χρήσεις, workshops και χώροι για σεμινάρια. Παράλληλα, στεγάζεται παράρτημα του Κέντρου Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης του πανεπιστημίου. Στον τελευταίο όροφο στεγάζεται ένα μικρό γυμναστήριο.
Εξωτερικά τοποθετήθηκαν σκίαστρα, που εξασφαλίζουν την επαρκή σκίαση και ιδιωτικότητα των χώρων.
Το όραμα για το μέλλον
Ο ανασχεδιασμός και η αξιοποίηση των διατηρούμενων καπναποθηκών της Θεσσαλονίκης δεν είναι μόνο μια ευκαιρία αναβίωσης και ανάδειξης της βιομηχανικής κληρονομιάς της, αλλά και μια επένδυση στο μέλλον της πόλης. Η υιοθέτηση της επανάχρησης αντί της κατεδάφισης προσφέρει μια δυνατότητα οικολογικής και βιώσιμης αντιμετώπισης του δομημένου περιβάλλοντος της πόλης.
Μέσα από αυτήν την εργασία, η Αθηνά Δημητρούση και η Φωτεινή Ντέκα προσπαθούν να υπενθυμίσουν την ανάγκη αξιοποίησης των ανενεργών βιομηχανικών κελυφών, που δυστυχώς εξακολουθούν να μένουν αναξιοποίητα στον ιστό των ελληνικών πόλεων. Για τη βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων, αυτά τα μεγάλου μεγέθους, ανενεργά κελύφη πρέπει να λάβουν μια νέα χρήση. Επιπλέον, φιλοδοξούν να δείξουν ότι οι δυνατότητες εκμετάλλευσης αυτού του αποθέματος είναι απεριόριστες.
Τα ανενεργά βιομηχανικά κελύφη των καπναποθηκών στην περιοχή της Τερψιθέας μπορούν, επαναχρησιμοποιούμενα, να ικανοποιήσουν πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, ενώ ταυτόχρονα έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στη συνολική αναβάθμιση του αστικού τοπίου της Θεσσαλονίκης, δημιουργώντας πυκνωτές για την ενίσχυση του εκπαιδευτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα της περιοχής, καθιστώντας την προσβάσιμη και φιλική σε όλους.