Φτάνουμε στη Δράμα
πρωί Πέμπτης, με μια λιακάδα σχεδόν καλοκαιρινή. Είναι περίεργη η πρώτη αίσθηση που σου δίνει η πόλη με το που φτάνεις, νωρίς μέσα στην ημέρα. Στη ζέστη μιας όψιμης άνοιξης που θυμίζει θέρος, η Δράμα έχει μια νωχελικότητα παραπλανητική. Δεν υπάρχει ένα σημείο στην πόλη όπου επικρατεί το αδιαχώρητο, δεν υπάρχει κυκλοφοριακό πρόβλημα σε οποιονδήποτε δρόμο, δεν βλέπεις κόσμο να τρέχει να προλάβει τις καθημερινές του δουλειές.
Αυτή η ραθυμία εντείνεται το μεσημέρι, όταν τα περισσότερα μαγαζιά της πόλης κλείνουν για μια περιποιημένη μακεδονίτικη σιέστα – «Αποφύγετε να καλέσετε κάποιον στο διάστημα από τις 2 το μεσημέρι ώς τις 5 το απόγευμα, αν και το πιθανότερο είναι να μη σας απαντήσουν καν…» ήταν μία από τις πρώτες συμβουλές που λάβαμε (η ορθότητά της επιβεβαιώθηκε επανειλημμένα). Στο διάστημα αυτό κλείνουν ακόμη και καταστήματα που δεν θα περίμενες να κάνουν διάλειμμα στο ωράριό τους, όπως τα σούπερ μάρκετ. Κι όμως: οι Δραμινοί αγαπούν την ωραία ζωή – και ένα «γενναίο» διάλειμμα στο μέσον της ημέρας είναι από τις μεγαλύτερες (και υγιεινότερες) πολυτέλειες που θα μπορούσατε να χαρίσετε στον εαυτό σας.
Όλα αλλάζουν με το που χαμηλώνει το φως της ημέρας. Ήδη από το σούρουπο (αλλά ακόμη περισσότερο όταν πέφτει η νύχτα) η Δράμα ανθίζει, σαν τη «Βασίλισσα της Νύχτας», το φυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν «Epiphyllum Oxypetalum», το οποίο ανθίζει μόνο μία νύχτα τον χρόνο, για μερικές ώρες, με τα μεγάλα άνθη του να μαραίνονται πριν από την ανατολή του ήλιου. Με μία διαφορά: η Δράμα ανθίζει κάθε νύχτα και με την ανατολή δεν μαραίνεται. Απλώς αλλάζει όψη.
Η Δράμα είναι μια πόλη στην οποία οι ρυθμοί μοιάζουν νωχελικοί. Δεν είναι έτσι, όμως. Είναι μια πόλη που εκτιμά τον χρόνο ως πολύτιμο αγαθό, γι’ αυτό και οι κάτοικοί της τον απολαμβάνουν, δεν τον σπαταλούν και δεν εκβιάζουν την παρέλευσή του. Είναι μια πόλη που δύσκολα θα σε εντυπωσιάσει αισθητικά στο πρώτο ημίωρο – σε όλο το σώμα της πόλης θα βρεις ίχνη του παρελθόντος σε κτήρια που έχουν αφεθεί στη φθορά του χρόνου, αρκετά εξ αυτών λόγω της μετανάστευσης στο εξωτερικό σε προηγούμενες δεκαετίες. Κάτω από αυτόν τον μανδύα, ωστόσο, θα βρεις βαθιά ομορφιά – αυτό το είδος που βασίζεται στις ανθρώπινες σχέσεις.
Οι αυθεντικοί flâneurs υποστηρίζουν ότι, για να γνωρίσεις πραγματικά μια πόλη, επιβάλλεται να την περπατήσεις. Σήμερα πια, με τις διάφορες εφαρμογές που είναι διαθέσιμες για τα κινητά μας τηλέφωνα, μπορείς να ορίσεις τον προορισμό σου και να αφήσεις το app να σε οδηγήσει εκεί – ακόμη και με εκφώνηση των οδηγιών, αν το επιθυμείς. Ο καλύτερος τρόπος, όμως, είναι να «χαθείς» σε μια πόλη. Όχι να χαθείς κατά κυριολεξία, αλλά να αφεθείς να σε οδηγήσουν οι εικόνες, οι ήχοι και οι μυρωδιές.
Κυριολεκτικά στρίβοντας σε ένα στενάκι, θα πέσεις πάνω σε ένα μαρμάρινο αρχοντικό, σε έναν υδάτινο παράδεισο πάνω από τον οποίο μπορείς να περπατήσεις χάρη σε ξύλινα και μεταλλικά γεφυράκια, σε ένα ζωγραφισμένο τέμενος, σε έναν ειδυλλιακό πεζόδρομο φωτισμένο από άπειρα λαμπιόνια, να ξεχειλίζει από κόσμο που γελά, που μιλά δυνατά, που περνάς όμορφα.
Θα ακούσεις φωνές παιδιών που παίζουν, πωλητών από το παζάρι, καταστηματαρχών στην παλιά αγορά, νεολαίας που περνάει όμορφα πίνοντας τον καφέ ή το ποτό της, φλερτάροντας και γελώντας. Θα ακούσεις αυτό το μελωδικό, αδιευκρίνιστο σούσουρο που προκαλούν πολλοί άνθρωποι που μιλούν παράλληλα. Που ζουν.
Θα μυρίσεις τις μοσχοβολιές: τα κεμπαπάκια, το μπομπάρι και το ισλί κιοφτέ που τσιτσιρίζουν ενώ ψήνονται. Τα συγκλονιστικά αλλαντικά που θα βρεις να κρέμονται σε μαγαζιά της Δράμας – τόσο το άρωμα όσο και η γεύση τους είναι μια εμπειρία που αξίζει να ζήσετε τουλάχιστον μία φορά στη ζωή σας. Τις κρέμες με τα ανατολίτικα αρώματα, την κανέλα και τα μυρωδικά. Αλλά και υπέροχα γλυκά μιας νέας γενιάς ζαχαροπλαστών, που συνδυάζουν το χθες με το αύριο σε ένα γευστικό χαρμάνι.
Και λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη, στα (πολλά) οινοποιεία που περιτριγυρίζουν τη Δράμα (καθιστώντας τον νομό μία από τις σημαντικότερες οινοπαραγωγικές ζώνες όχι μόνον εντός των ελληνικών συνόρων, αλλά και πέρα από αυτά), θα βρεις ιστορία, θα βρεις παράδοση, θα βρεις τέχνη και τεχνική, μια οινική ελεγκάντσια ουσιαστικά επιτηδευμένη και γειωμένη στο πραγματικό νόημα της ζωής. Θα βρεις βιρτουόζους οινοποιούς με παράδοση και σπουδές, οι οποίοι έχουν συλλάβει το πραγματικό νόημα του κρασιού ως πολιτιστικού προϊόντος, παράγοντας σπουδαίους οίνους που μας δίνουν χαρά όταν τους δοκιμάζουμε και περηφάνια όταν μαθαίνουμε πόσο ψηλά ανεβάζουν τη χώρα μας ως ιδανικοί πρεσβευτές της.
Αυτή η ευκαιρία
να γνωρίσεις σε βάθος μια πόλη είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν την επισκεφθείς στη διάρκεια μιας γιορτής, όπως η φετινή Δραμοινογνωσία. Εκεί γνωρίζεις κάπως καλύτερα τον πραγματικό χαρακτήρα του ανθρώπου – η γιορτή, η χαρά, η συνύπαρξη, ίσως ακόμη κι ένα ποτήρι κρασί βοηθούν τον κόσμο να βγάλει περισσότερη ψυχή. Στις γιορτές του, κάθε τόπος αναδύει περισσότερο από το πραγματικό DNA του. Και η Δράμα έχει ένα υπέροχο DNA να μοιραστεί με όλους εμάς, που τη βλέπουμε ως επισκέπτες: μιας πόλης ζεστής, ανοιχτής και φιλόξενης, με ανθρώπους ευγενείς (όχι επιτηδευμένα, αλλά ουσιαστικά), που σπεύδουν να σε κεράσουν πριν καλά καλά ρωτήσουν ποιος είσαι, που σου χαμογελούν χωρίς να περιμένουν κάτι από εσένα, που χαίρονται να μοιράζονται το φαγητό και το κρασί τους. Μιας πόλης υπέροχης, στην οποία ανυπομονούμε να ξαναπάμε.
Η Δράμα της ιστορίας
Η πόλη είναι ένα από τα λίγα αστικά κέντρα στη χώρα μας που είχε διαχρονικά διακριτική θέση, σε οποιοδήποτε ιστορικό πλαίσιο κι αν εντασσόταν. Από την αρχαιότητα (τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή εντοπίζονται στη μέση παλαιολιθική περίοδο, πριν από 50.000 χρόνια) ώς το Βυζάντιο και από εκεί στην οθωμανική περίοδο, στη λεγόμενη «Χρυσή Εποχή» του καπνού και ώς την ενσωμάτωση στην Ελλάδα το 1913, η Δράμα φέρει στο σώμα της σημάδια αυτής της διαχρονίας ορατά μέχρι και σήμερα.
Μια καλή πρώτη επαφή με την πρώιμη ιστορία της πόλης μπορείτε να έχετε με μία επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας (Κώστα Βάρναλη 6, Τ. 25210 31 365), όπου, μεταξύ άλλων εκθεμάτων, αξίζει να σταθείτε στη μαρμάρινη προτομή του θεού Διονύσου (το παλαιότερο τεκμήριο λατρείας του στην περιοχή της Δράμας, το οποίο, ταυτόχρονα, επιβεβαιώνει τη μακραίωνη σχέση της περιοχής με το κρασί). Αν έχετε λίγο χρόνο, αξίζει μία επίσκεψη στον ελληνιστικό τάφο του 2ου π.Χ. αιώνα που έχει βρεθεί στην οδό Τροίας 1, αποτελούμενος από κτιστό, κλιμακωτό διάδρομο, προθάλαμο και νεκρικό θάλαμο με τρεις κτιστές σαρκοφάγους (η επίσκεψη γίνεται κατόπιν προηγούμενης συνεννόησης με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Δράμας στο Τ. 25210 31 365).
Περνώντας στη βυζαντινή περίοδο, δύο από τα σημαντικότερα αξιοθέατα είναι τα τείχη της Δράμας, που ανάγονται στον 10ο αιώνα (μάλιστα, σε πύργο της ανατολικής πλευράς των τειχών υπήρχε και το ρολόι της πόλης, το οποίο αφαιρέθηκε από το συγκεκριμένο σημείο το 1945) και ο ναός της Αγίας Σοφίας, που κτίστηκε στα ερείπια μεγαλύτερης, τρίκλιτης, παλαιοχριστιανικής βασιλικής, κάτι που τεκμηριώνεται από ευρήματα που ήρθαν στο φως πολύ πρόσφατα, στη διάρκεια εκσκαφών για τη διαμόρφωση του αύλειου χώρου της εκκλησίας. Μάλιστα, ο ναός της Αγίας Σοφίας (ο οποίος, μετά την κατάκτηση της Δράμας από τους Οθωμανούς, το 1371, μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος) θεωρείται το παλαιότερο σωζόμενο διατηρητέο κτήριο στη Δράμα. Στην παλαιολόγεια περίοδο (14ος αιώνας) χρονολογείται το μονόχωρο ναΰδριο των Ταξιαρχών, εντός της βυζαντινής οχύρωσης και πολύ κοντά στο σημείο όπου παλαιότερα βρισκόταν η ανατολική πύλη της Δράμας. Στα ερείπια παλαιότερων ναών, οι οποίοι στην αρχική τους φάση ανάγονται στον 11ο-12ο αιώνα, έχει χτιστεί η παλιά μητρόπολη, αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου, η οποία ωστόσο στην πάροδο των χρόνων έχασε τον πρόναό της, ο οποίος κατεδαφίστηκε το 1975, στο πλαίσιο παρεμβάσεων για τη διεύρυνση της αυλής του παρακείμενου, νέου μητροπολιτικού ναού.
Βαθύ αποτύπωμα άφησαν στην πόλη και οι σχεδόν πεντέμισι αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας, το οποίο είναι ορατό σε δημόσια και ιδιωτικά κτήρια (τεμένη, υπηρεσίες, ακόμη και ιδιωτικές κατοικίες). Για παράδειγμα, ώς και τα μέσα της δεκαετίας του 1950 στη Δράμα σωζόταν το λεγόμενο «κονάκι του Δράμαλη», ένα χαρακτηριστικό δείγμα αστικού πύργου του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, το οποίο φέρεται να ανήκε στον καταγόμενο από τη Δράμα Μαχμούτ Αλή Πασά Δράμαλη (1770-1822), τον αλβανικής καταγωγής οθωμανό αρχιστράτηγο που επιχείρησε ανεπιτυχώς, επικεφαλής μεγάλης τουρκικής στρατιάς, να καταπνίξει την ελληνική επανάσταση στην Πελοπόννησο το 1822.
Ώς τις μέρες μας σώζονται τέσσερα από τα οθωμανικά τεμένη της Δράμας. Δύο εξ αυτών μετατράπηκαν μετά το 1923 και την ανταλλαγή των πληθυσμών σε ορθόδοξους ναούς (το Εσκί τζαμί έγινε ο ναός του Αγίου Νικολάου και το Κουρσούμ τζαμί ο σημερινός ναός της Αγίας Τριάδας). Σε φάση αποκατάστασης, ώστε να λειτουργήσει ως χώρος πολιτισμού, βρίσκεται –μετά από πολυετή αναμονή– το Αράπ τζαμί, στο κέντρο της πόλης (ένα λιθόκτιστο κτήριο του 1875, ορθογώνιου σχήματος, το οποίο στεγάζει οκτάπλευρος τρούλος). Αν βρεθείτε στο σημείο, μην παραλείψετε να θαυμάσετε ακριβώς απέναντι το μαρμάρινο σιντριβάνι της ίδιας εποχής, με ανάγλυφα σχέδια.
Τοπόσημο για τη Δράμα αποτελεί ξανά μετά από χρόνια το περίφημο Σαντιρβάν τζαμί, το οποίο –μετά από μια μακρά περίοδο εγκατάλειψης– αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή από την εταιρεία Raycap και σήμερα λειτουργεί ως πολιτιστικό κέντρο, φιλοξενώντας εκθέσεις σε συνεργασία, μεταξύ άλλων, με το Μουσείο Μπενάκη. Πρόκειται για ένα μικρό τέμενος, που ξεχωρίζει για τον περίτεχνο ζωγραφικό διάκοσμο στην πρόσοψή του.
Στην οθωμανική περίοδο (έστω, στην εκπνοή της) πιστώνεται και το αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα του σιδηροδρομικού σταθμού, που ξεκίνησε τη λειτουργία το 1896 και θεωρούταν κομβικός για το δίκτυο της Jonction Salonique-Constantinople, της εταιρείας που ανέλαβε την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκη-Κωνσταντινούπολη. Στην παλιά αποθήκη και στο αμαξοστάσιο του σταθμού λειτουργεί το μοναδικό Μουσείο Τραίνων στην Ανατολική Μακεδονία – μεταξύ των εκθεμάτων του ξεχωρίζουν δύο βαγόνια του θρυλικού Orient Express.
«Γέφυρα» ανάμεσα στην οθωμανική και τη νεότερη εποχή της Δράμας αποτελεί το περίφημο πάρκο της Αγίας Βαρβάρας (πήρε το όνομά του από την παρακείμενη εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, με τους ντόπιους να το αποκαλούν «κήπο»), το οποίο, χάρη στα νερά που πηγάζουν στην περιοχή, δημιουργώντας μικρές λίμνες και ρυάκια, στα αιωνόβια πλατάνια και στα πλακόστρωτα μονοπάτια που το διασχίζουν έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα 60 ομορφότερα πάρκα της Ευρώπης. Στο πάρκο θα βρείτε και το Κέντρο Πληροφόρησης Εθνικού Πάρκου Οροσειράς Ροδόπης, αλλά και ένα λιτό μνημείο που τιμά τη μνήμη των Εβραίων της Δράμας που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα.
Στα ανατολικά του πάρκου κυριαρχεί στον χώρο η παλιά καπναποθήκη Σπήρερ, η οποία, αφού αναστηλώθηκε εκ βάθρων, με απόλυτο σεβασμό στην αιωνόβια ιστορία του κτηρίου, στεγάζει πλέον το πεντάστερο ξενοδοχείο «Hydrama». Ήταν στο δεύτερο μισό του 18ου και στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα που η Δράμα έζησε τη λεγόμενη «Χρυσή Εποχή» του καπνού. Και είναι σ’ αυτήν την περίοδο που ανάγονται κτήρια όπως μια σειρά από μεγάλες καπναποθήκες (Αναστασιάδη, Πορτοκάλογλου, Πρωτόπαπα κ.ά.), τα αρχοντικά των καπνεμπόρων (Τζήμου, Φάις κ.ά.) και τα νεοκλασικά της εύπορης τάξης που έχουν διασωθεί, αδιάψευστοι μάρτυρες του πλούτου και της ευμάρειας της πόλης.
Ακριβώς δίπλα στο «Hydrama» βρίσκεται η έδρα του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας και, λίγο παραδίπλα, το λεγόμενο «Μαρμάρινο Σπίτι» (το υπέρκομψο, πάλλευκο κτήριο που κατά το παρελθόν αποτελούσε την κατοικία του καπνέμπορου Ιωάννη Αναστασιάδη και που πλέον αποκαταστάθηκε από την ΑΜΚΕ Κύκλωψ και λειτουργεί ως πολυχώρος πολιτισμού, φιλοξενώντας, μεταξύ άλλων, το Μουσείο Φωτογραφίας και Φωτογραφικών Μηχανών, μοναδικό στη χώρα μας).
Χαρακτηριστικά δείγματα της λαμπρής περιόδου ακμής της πόλης είναι, ακόμη, τα κτήρια των εκπαιδευτηρίων της Ορθοδόξου Κοινότητας Δράμας (1909), του Θεάτρου Ολυμπία (1920), της Εθνικής Τράπεζας (1928) κοκ. Κάθετα στις οδούς Περδίκα και Βενιζέλου υπάρχει ένα ολόκληρο σύνολο από στενά σοκάκια μιας άλλης εποχής, που οδηγούν στις πηγές της Αγίας Βαρβάρας και την ομώνυμη εκκλησία. Πολλά από αυτά ήταν ώς το 1950 στρωμένα με κροκάλες. Στα σοκάκια αυτά σώζονται παλιά σπίτια μακεδονικού τύπου, αρχοντικά και καπναποθήκες. Πανέμορφα αρχοντικά από τα τέλη του 19ου αιώνα μπορείτε να θαυμάσετε και στις οδούς 25ης Μαρτίου, Κουντουριώτου, Γούναρη, Αβέρωφ, Αγίας Σοφίας, Βενιζέλου, Βορείου Ηπείρου κοκ. – δυστυχώς, πολλά από αυτά καταρρέουν πλέον εγκαταλελειμμένα.
Παράλληλα, ακολουθώντας τις οδούς Βενιζέλου, 19ης Μαΐου και Περδίκα θα μπορέσετε να θαυμάσετε τα απομεινάρια του παλιού ιστορικού και εμπορικού κέντρου της Δράμας, με καταστήματα και διώροφα χάνια με εσωτερικές αυλές, πολλά από τα οποία έχουν μετατραπεί σε καφέ και εστιατόρια. Ένα από τα θρυλικά καφενεία της πόλης είναι το καφενείο «Ελευθερία», το οποίο κτίστηκε από την ελληνική κοινότητα της Δράμας με άδεια του σουλτάνου και σήμερα φιλοξενεί εκθέσεις και διάφορες πολιτιστικές δράσεις.
Η Δράμα του κρασιού
Η σχέση της Δράμας με το κρασί δεν είναι πρόσφατη – το ακριβώς αντίθετο. Η οινική ιστορία της περιοχής ξεκινά πριν από χιλιάδες χρόνια, όπως επιβεβαιώνει και η διαδεδομένη λατρεία του θεού Διονύσου. Μάλιστα, στην κορυφή του Παγγαίου υπήρχε και φημισμένο ιερό του Διονύσου, το οποίο είχαν υπό την επίβλεψή τους οι Σάτρες, ενώ ναός του Διονύσου που χρονολογείται στο 400 π.Χ. ανακαλύφθηκε εντός της σημερινής αμπελουργικής ζώνης της Δράμας.
Κι όμως: παρά τη σημαντική οινική προϊστορία της, η αμπελοκαλλιέργεια στην περιοχή πέρασε μια εξαιρετικά μακρά περίοδο «αγρανάπαυσης», πριν επανεκκινήσει με κάποια πρώτα, δειλά βήματα τη δεκαετία του 1970. Ήταν εκείνη την περίοδο που αρχικώς η οικογένεια Λαζαρίδη έθεσε τις βάσεις της νέας εποχής, για να ακολουθήσουν σε δεύτερο χρόνο και άλλοι σημαντικοί επιχειρηματίες και οινολόγοι της περιοχής. Κάπως έτσι, από μια περιοχή με ελάχιστη συμβολή στην ελληνική οινική σκηνή ώς το 1980, η Δράμα κατάφερε μέσα σε μερικές δεκαετίες να δημιουργήσει εμπορικά ονόματα εξαιρετικά αναγνωρίσιμα και με υψηλή ποιότητα παραγόμενου προϊόντος. Ο αμπελώνας της υιοθέτησε επιτυχώς διάσημες διεθνείς και σημαντικές ελληνικές ποικιλίες, με τη νεότερη γενιά να μπαίνει δυναμικά πλέον στο παιχνίδι, δείχνοντας ότι μπορεί να ανεβάσει ακόμη ψηλότερα τον πήχη.
Σημειωτέον ότι τα οινοποιεία του νομού Δράμας είναι εύκολα προσβάσιμα, αρχιτεκτονικώς εντυπωσιακά και με εξαιρετικά σύγχρονες οινοτουριστικές υποδομές. Ο οινοτουρισμός είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος και τα οινοποιεία έχουν ειδικούς χώρους υποδοχής, φιλοξενίας και γευστικών δοκιμών.
Η Δράμα είναι ένας από τους λίγους νομούς της Ελλάδας που δεν βρέχεται από θάλασσα. Στα νότια της περιοχής, ανάμεσα σε ορεινούς όγκους, βρίσκεται μία ενιαία πεδιάδα συνολικής έκτασης 432 τετρ. χλμ. Στα βόρειά της υψώνεται το Φαλακρό όρος, που την προστατεύει από τις ψυχρές βόρειες επιδρομές. Στα ανατολικά βρίσκονται τα όρη Λεκάνης, στα νότια το Παγγαίο και στα δυτικά το Μενοίκιο. Το κλίμα είναι υπομεσογειακό, ξηρό, με υψηλές θερμοκρασίες κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Όσο ανηφορίζουμε όμως το Φαλακρό προς τη Βουλγαρία, αλλάζει σε ηπειρωτικό. Τα εδάφη είναι συνήθως βαριά αργιλώδη, αμμοαργιλώδη και σχιστολιθικά.
Η πλειοψηφία των αμπελώνων βρίσκεται στο πεδινό τμήμα και στις παρυφές των βουνών, σε υψόμετρα από 200 μ. ώς 400 μ. Παρά ταύτα, ολοένα και περισσότεροι αμπελουργοί πειραματίζονται με την ορεινή αμπελοκαλλιέργεια, εγκαθιστώντας αμπελώνες σε μεγάλα υψόμετρα, σε ψυχρές περιοχές κοντά στο Νευροκόπι και τη Βουλγαρία, καθώς οι χαμηλότεροι αμπελώνες παράγουν δυναμικά και πληθωρικά κρασιά, ενώ τα ορεινά αμπελοτόπια δίνουν δροσερά, τραγανά και αρωματικά δείγματα.
Η ποικιλιακή σύνθεση του δραμινού αμπελώνα αντικατοπτρίζει τη διάθεση για εξερεύνηση και ανανέωση. Κάπως έτσι (και σε σύντομο χρονικό διάστημα), η Δράμα κατάφερε να συγκεντρώσει στον αμπελώνα της τις πιο σημαντικές ελληνικές ποικιλίες και να παράγει συστηματικά από αυτές κρασιά υψηλών προδιαγραφών.
Αρχικά, ήταν οι ποικιλίες του Μπορντό που ανέδειξαν αμπελοοινικά την περιοχή – τα ερυθρά Cabernet Sauvignon, Merlot και Cabernet Franc και τα λευκά Sauvignon Blanc και Semillon.
Σημείο καμπής ήταν η άφιξη του Ασύρτικου, το οποίο ενσωματώθηκε ιδανικά στο κλίμα και το έδαφος της περιοχής, με τους δραμινούς οινοπαραγωγούς να αποδεικνύουν ότι μπορεί να λειτουργήσει και εκτός Σαντορίνης για την παραγωγή μεγάλων κρασιών. Εδώ, τα Ασύρτικα είναι περισσότερο φρουτώδη και αρωματικά. Η υψηλή οξύτητα και η σφιχτή δομή τους τα καθιστούν εκ των ων ουκ άνευ για ένα μπλεντ που έγινε «σήμα κατατεθέν» για τη Δράμα: το χαρμάνι Sauvignon Blanc-Ασύρτικου, το οποίο γεννήθηκε στις δεξαμενές των οινοποιών της Δράμας και κέρδισε τους ειδικούς στο κρασί με τον αρωματικό χαρακτήρα, τη δομή και τις λεμονάτες οξύτητές του. Πρώτη ύλη έξοχων κρασιών αποτελούν, ακόμη, το Αγιωργίτικο και το Syrah, ενώ στην πεδιάδα της Δράμας καλλιεργούνται και το Grenache Rouge, το Chardonnay και το Viognier (όλες γαλλικές ποικιλίες).
Την ίδια στιγμή, οι δραμινοί οινοποιοί πειραματίζονται και με άλλες ελληνικές ποικιλίες, όπως το Ξινόμαυρο και η Μαλαγουζιά (με ενθαρρυντικά αποτελέσματα), ενώ στους αμπελώνες της περιοχής θα βρούμε, ακόμη, Λημνιό, Μαυροτράγανο, Μαυροδάφνη, Βιδιανό, Μοσχάτο και Ροδίτη. Στην περιοχή βρίσκουμε και μια σειρά από σπάνιες για τα ελληνικά δεδομένα διεθνείς ποικιλίες, όπως τις ιταλικές Sangiovese, Nebbiolo και Refosco, την ισπανική Tempranillo και την πορτογαλική Touriga Nacional.
Τα κρασιά που παράγονται στον νομό Δράμας μπορούν να χρησιμοποιούν τη Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) Δράμας ή το γενικότερο ΠΓΕ Μακεδονίας. Το δεύτερο χρησιμοποιείται όταν μέρος ή όλα τα σταφύλια προέρχονται από γειτονικούς νομούς της Μακεδονίας (όπως της Καβάλας, που είναι και το πλέον σύνηθες). Τέλος, υπάρχουν και δύο μικρότερες οριοθετημένες περιοχές, το ΠΓΕ Αγοράς και το ΠΓΕ Αδριανής.
Η Δράμα της γαστρονομίας
Ουσιαστικό στην εντύπωση του επισκέπτη της Δράμας είναι το αποτύπωμα και της γαστρονομικής σκηνής της πόλης, η οποία αποτελεί ένα μωσαϊκό γεύσεων και υλικών, με πεντανόστιμα όσπρια και ξακουστές πατάτες, διαλεχτά κρέατα και με ισχυρή την παρουσία της αμπελοκαλλιέργειας και της οινοποιίας.
Η περιοχή έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερη γαστρονομία, που βασίζεται στο πολυπολιτισμικό της παρελθόν. Η κουζίνα έχει σαφείς επιρροές από τους έλληνες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο, την Καππαδοκία και τη Βορειοανατολική Θράκη, αλλά και από τους τουρκόφωνους και τους Αρμένιους. Κατά κανόνα, πάντως, η γαστρονομία της Δράμας αποτελεί μωσαϊκό γεύσεων και συνταγών από ντόπιους και από τους πρόσφυγες που κατέκλυσαν την περιοχή μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Αλλαντικά, οι φημισμένες πατάτες και τα περίφημα φασόλια Κάτω Νευροκοπίου, ρόδια, αλλά και τα μανιτάρια του Σιδηρόνερου συνθέτουν μια ποικιλία προϊόντων που κάνει την τοπική γαστρονομική παλέτα να ξεχωρίζει. Τα κρέατα και τα γαλακτοκομικά της είναι επίσης πολύ καλά, ενώ παλαιότερα στα ποτάμια της ψάρευαν γαρίδες του γλυκού νερού.
Ανάμεσα στα παραδοσιακά της πιάτα είναι ο σορβάς (ένα είδος σούπας με γιαούρτι), το κεσκέκ (κοτόπουλο με στάρι), ο τραχανάς, το γκιούλμπασι, το ισλί κιοφτέ, τα κεμπαπάκια (στη Δράμα τα λένε και «σουτζουκάκια»), η λαχανόπιτα, η στριφτόπιτα, το λαγώτο, το μπομπάρι και τα πιροσκί. Σε αυτόν τον θησαυρό προσθέστε την ισχυρή παρουσία της αμπελοκαλλιέργειας και της οινοποιίας και έχετε όλα τα στοιχεία που συνθέτουν τον παράδεισο ενός foodie.