«Με αισθητά μειωμένα τα επίπεδα της ρύπανσης και την ανθρωπογενή δραστηριότητα σε όλο τον πλανήτη, η φύση έχει κάπως ησυχάσει…» υποστηρίζει η υπεύθυνη προγράμματος της MEDASSET, Ελεάνα Τουλουπάκη. «Άγρια ζώα επιστρέφουν σε χώρους που μέχρι πρότινος δεν ήταν διαθέσιμοι γι’ αυτά, λόγω της ανθρώπινης παρουσίας. Είδαμε πρόσφατα στην Ελλάδα τα δελφίνια στον Θερμαϊκό, τα νερά στα κανάλια τής Βενετίας να καθαρίζουν και να επιστρέφουν ακόμη και ψάρια, στις ΗΠΑ άγρια ζώα να βγαίνουν από τα δάση και να κάνουν αισθητή την παρουσία τους ακόμη και στον αστικό ιστό», αναφέρει χαρακτηριστικά, «ενώ στην Ινδία πλήθος ατόμων από απειλούμενα είδη θαλάσσιων χελωνών ωοτοκούν επί ώρες, ακόμη και την ημέρα».
Μάλιστα, όπως επισημαίνει η κυρία Τουλουπάκη, εξαιτίας της μείωσης των κινδύνων από την ανθρωπογενή δραστηριότητα «για ορισμένα είδη χελωνών που βρίσκονται υπό εξαφάνιση, όπως η πράσινη χελώνα ή η χελώνα Hawksbill, στη Βραζιλία, παρατηρήθηκε ήδη σημαντική αύξηση της φωλεοποίησης και της εκκόλαψης», γεγονός που αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες διάσωσης του είδους.
Τι συμβαίνει στη χώρα μας
Στην Ελλάδα, παρότι η περίοδος ωοτοκίας ξεκινά τον Μάιο και ολοκληρώνεται τον Αύγουστο, «σ’ αυτήν τη φάση οι χελώνες βρίσκονται σε περίοδο ζευγαρώματος και σίγουρα η μείωση της όχλησης και των κινδύνων από την ανθρώπινη παρουσία ευνοεί το είδος, όπως και κάθε άγριο είδος», σύμφωνα με την εκπρόσωπο του MEDASSET. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η κυρία Τουλουπάκη, «σε αυτήν τη φάση τα είδη προστατεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».
«Η μείωση της ρύπανσης σε παγκόσμιο επίπεδο είναι εντυπωσιακή. Στην Ελλάδα έχουμε μια σημαντική βελτίωση, γεγονός που παρατηρείται σε όλα τα οικοσυστήματα», αναφέρει από την πλευρά του ο Θανάσης Τσίκλιρας, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Βιολογίας τού ΑΠΘ. Όπως επισημαίνει, «οι μετρήσεις ρύπανσης που έχουν γίνει σε πραγματικό χρόνο δείχνουν ότι μέσα σε έναν μήνα μειώθηκαν σημαντικά, τόσο σε χημικούς ρύπους όσο και σε σκουπίδια. Η χώρα μας αναμένεται να επωφεληθεί πολλαπλά».
Όπως εξηγεί ο κ. Τσίκλιρας, «λόγω των περιοριστικών μέτρων για την πρόληψη των συνεπειών τού κορωνοϊού, βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη μείωση της αλιευτικής πίεσης στα αποθέματα, σε όλες τις κατηγορίες των ψαράδων, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Αν και δεν έχει πάψει η αλιεία, η ζήτηση έχει μειωθεί, ενώ ταυτόχρονα έχει απαγορευτεί η κολύμβηση και η ερασιτεχνική αλιεία, γεγονός που σημαίνει ότι και στο παράκτιο μέτωπο η αλιευτική πίεση είναι μηδενική».
Όπως εκτιμά ο αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Βιολογίας τού ΑΠΘ, «στα επόμενα δύο με τρία χρόνια θα παρατηρηθεί πολύ σημαντική αύξηση της βιομάζας των ψαριών στις θάλασσες, αλλά και στα μεγέθη – και αυτό θα οφείλεται σε αυτήν την απαγόρευση της αλιευτικής πίεσης. Τα ψάρια που θα γεννηθούν σήμερα, με εξαίρεση αλιεύματα όπως ο γαύρος και η σαρδέλα, που ψαρεύονται στον πρώτο χρόνο τής ζωής τους, θα αλιευτούν σε δύο με τρία χρόνια από τη γέννησή τους».
«Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΣΕ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΗ. ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΧΟΥΜΕ ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ, ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΕΙΤΑΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ», ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ Ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΙΚΛΙΡΑΣ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΘ. ΟΠΩΣ ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΙ, «ΟΙ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΣΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΧΡΟΝΟ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΤΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑΝ ΜΗΝΑ ΜΕΙΩΘΗΚΑΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ, ΤΟΣΟ ΣΕ ΧΗΜΙΚΟΥΣ ΡΥΠΟΥΣ ΟΣΟ ΚΑΙ ΣΕ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ. Η ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΝΑ ΕΠΩΦΕΛΗΘΕΙ ΠΟΛΛΑΠΛΑ».
«Πέρα από το αναμφισβήτητο περιβαλλοντικό όφελος, ειδικά οι επαγγελματίες ψαράδες τα επόμενα χρόνια αναμένεται να επωφεληθούν σημαντικά, εξαιτίας της σημερινής παύσης τής αλιευτικής δραστηριότητας».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο καθηγητής Γιώργος Συλαίος (από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο), επισημαίνει ότι στην Ελλάδα «η αστική και γεωργική ρύπανση εξακολουθούν να ασκούν πιέσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον». Ωστόσο, όπως συμπληρώνει, με ενδεχόμενη μείωση της τουριστικής δραστηριότητας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες θα υπάρξει άμεση αποτύπωση και στη θάλασσα», φέρνοντας ως παράδειγμα την περίπτωση της Βενετίας.
Καταλήγοντας, η κυρία Τουλουπάκη επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο τής Πολιτείας στο πεδίο τής διευκόλυνσης του εθελοντισμού για την προστασία τού περιβάλλοντος: «Ελπίζοντας ότι μέσα από αυτήν την κρίση θα υπάρξει ένας θετικός αντίκτυπος, που θα μπορέσουμε να τον χρησιμοποιήσουμε ως καλό παράδειγμα στο μέλλον για μια καλύτερη, βιώσιμη διαχείριση του οικοσυστήματος», λέει χαρακτηριστικά.
Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι ειδικοί επιστήμονες τονίζουν ότι για τα εν εξελίξει φαινόμενα απαιτούνται περαιτέρω μελέτες και μετρήσεις, οι οποίες θα τεκμηριώσουν την επιστημονική γνώση σε βάθος χρόνου.