Περίπου 58 χρόνια πέρασαν από την πρώτη παράσταση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ), του νεοσύστατου, τότε, δεύτερου κρατικού θεάτρου τής χώρας, που δόθηκε στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων στις 19 Αυγούστου 1961, με το έργο τού Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος». Πενήντα οκτώ χρόνια, περισσότερες από 650 θεατρικές παραγωγές, δεκάδες μετακλήσεις και συμπαραγωγές, εκατοντάδες εκδόσεις, περισσότερες από 25 φιλοξενίες, εκατοντάδες συγγραφείς, μεταφραστές, σκηνοθέτες, συνθέτες, σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι και χορογράφοι, χιλιάδες ηθοποιοί και παραστάσεις και πολλά εκατομμύρια θεατών είναι οι αριθμοί που δίνουν τον πρόχειρο απολογισμό ενός από τους πλέον ιστορικούς θεατρικούς οργανισμούς τής χώρας.
Καλειδοσκόπιο τέχνης
Το ΚΘΒΕ υπήρξε το πρώτο θέατρο στη χώρα μας που καθιέρωσε εναλλασσόμενο δραματολόγιο, ενώ παράλληλα οργάνωσε σειρά λογοτεχνικών πρωινών με διακεκριμένους ομιλητές. Από το 1973 λειτουργεί η Δραματική Σχολή τού Κρατικού Θεάτρου, που παρέχει πλήρη θεατρική και, γενικότερα, καλλιτεχνική παιδεία, αποτελώντας φυτώριο για νέους ηθοποιούς. Από τον Νοέμβριο του 1977 άρχισε να λειτουργεί το «Θέατρο της Θράκης» με έδρα την Κομοτηνή, μια αποκεντρωτική προσπάθεια, στην οποία ύστερα από μία διετία προστέθηκε το «Θέατρο Ανατολικής Μακεδονίας», με έδρα τις Σέρρες. Οι δύο συγκεκριμένες σκηνές διέκοψαν τη λειτουργία τους το 1984.
ΠΕΝΗΝΤΑ ΟΚΤΩ ΧΡΟΝΙΑ, ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΠΟ 650 ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ, ΔΕΚΑΔΕΣ ΜΕΤΑΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΕΣ, ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ, ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΠΟ 25 ΦΙΛΟΞΕΝΙΕΣ, ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕΣ, ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ, ΣΥΝΘΕΤΕΣ, ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΟΙ, ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΧΟΡΟΓΡΑΦΟΙ, ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΗΘΟΠΟΙΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΘΕΑΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΠΟΥ ΔΙΝΟΥΝ ΤΟΝ ΠΡΟΧΕΙΡΟ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΛΕΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ.
Από τον Δεκέμβριο του 1977 λειτουργεί και η Παιδική Σκηνή, η οποία από τον Δεκέμβριο του 1984 έπαιρνε κατά καιρούς τη μορφή ενός πρωτότυπου είδους κουκλοθέατρου. Το Δεκέμβριο του 1982 στο καλλιτεχνικό δυναμικό τού ΚΘΒΕ ενσωματώθηκε η χορευτική ομάδα «Αέναον Χοροθέατρο» του Ντανιέλ Λομέλ και έτσι, για πρώτη φορά, η Θεσσαλονίκη απέκτησε μόνιμη σκηνή με τακτικές παραστάσεις χορού – τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και σε άλλες πόλεις. Τέλος, το 1997 (με πρωτοβουλία τού οργανισμού «Θεσσαλονίκη – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης ‘97») ιδρύθηκε, ως αυτοτελές τμήμα τού ΚΘΒΕ, η Όπερα Θεσσαλονίκης (με την ονομασία, τότε, «Όπερα Δωματίου Θεσσαλονίκης»). Το 2002 το υπουργείο Πολιτισμού τη μετονόμασε σε «Όπερα Θεσσαλονίκης».
Πρόσωπα και δομή
Από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα, καλλιτεχνικοί διευθυντές τού ΚΘΒΕ διετέλεσαν ο Σωκράτης Καραντινός (1961-1967), ο Γεώργιος Κιτσόπουλος (1967-1974), ο Μίνως Βολανάκης (1974-1977), ο Σπύρος Ευαγγελάτος (1977-1980), ο Νίκος Μπακόλας (1980-1983), ο Νίκος Χουρμουζιάδης (1984-1985), ο Μίνως Βολανάκης (1986-1989), ο Δημήτρης Μαρωνίτης (1989-1990), ο Νίκος Μπακόλας (1991-1993), ο Βασίλης Παπαβασιλείου (1994-1998), ο Κώστας Τσιάνος (από τις 5 Φεβρουαρίου ώς τις 13 Ιουλίου 1998), ο Διαγόρας Χρονόπουλος (1998-2001), ο Βίκτωρ Αρδίττης (2001-2004), ο Νικήτας Τσακίρογλου (2004-2009), ο Σωτήρης Χατζάκης (2009-2013), ο Γιάννης Βούρος (2013-2015) και ο Γιάννης Αναστασάκης (2015-2019). Εν ενεργεία καλλιτεχνικός διευθυντής τού οργανισμού είναι σήμερα ο ηθοποιός Νίκος Κολοβός, ο οποίος ορίστηκε στη θέση του στα τέλη τού περασμένου Οκτωβρίου.
ΣΗΜΕΡΑ, ΠΕΡΙΠΟΥ 58 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ, ΤΟ ΚΘΒΕ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΠΕΝΤΕ ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΣΚΗΝΕΣ (ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ, ΘΕΑΤΡΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ-ΕΜΣ, ΦΟΥΑΓΙΕ ΕΜΣ, ΣΚΗΝΗ «ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΟΣ» ΜΟΝΗΣ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ, ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΟΝΗΣ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ) ΚΑΙ ΔΥΟ ΑΝΟΙΧΤΑ ΘΕΡΙΝΑ ΘΕΑΤΡΑ (ΘΕΑΤΡΟ ΔΑΣΟΥΣ, ΘΕΑΤΡΟ ΓΗΣ), ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ 10.000 ΚΑΙ ΠΛΕΟΝ ΘΕΑΤΩΝ.
Το νέο θεσμικό πλαίσιο του ΚΘΒΕ ψηφίστηκε το 1994 και, σύμφωνα μ’ αυτό, το θέατρο διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο και από τον καλλιτεχνικό διευθυντή, ενώ εποπτεύεται και επιχορηγείται από το υπουργείο Πολιτισμού. Ως προς τον καλλιτεχνικό του προγραμματισμό, το ΚΘΒΕ παρουσιάζει σε ετήσια βάση ένα πρόγραμμα που συνδυάζει τις εσωτερικές παραγωγές τού θεάτρου (περιλαμβανομένων των παραγωγών χοροθεάτρου και όπερας), συμπαραγωγές με άλλους θεατρικούς οργανισμούς, αφιερώματα, καθώς και μετακλήσεις παραστάσεων από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Από τον Μάιο του 1996 το ΚΘΒΕ είναι μέλος τής Ένωσης των Θεάτρων τής Ευρώπης (www.ute-net.org). Τον Οκτώβριο του 1997 πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 6ο Φεστιβάλ τής Ένωσης των Θεάτρων τής Ευρώπης, ενώ το 2001 διοργανώθηκε το Μικρό Φεστιβάλ τής Ένωσης Θεάτρων τής Ευρώπης.
Παράλληλα, από το 2006 το θέατρο δραστηριοποιείται στην περιοχή τής Βαλκανικής. Η συνεργασία του με τα θέατρα των όμορων χωρών τής Νοτιοανατολικής Ευρώπης εδραιώθηκε με τη διοργάνωση του 1ουΦεστιβάλ Νοτιοανατολικής Ευρώπης, το 2007, και ενισχύθηκε με ανταλλαγές παραστάσεων μεταξύ των θεάτρων τής περιοχής στα χρόνια που ακολούθησαν. Στο ίδιο μήκος κύματος, η διοργάνωση και η φιλοξενία για δύο χρόνια (2007 και 2008) των εκδηλώσεων του Ευρωπαϊκού Βραβείου Θεάτρου αποτέλεσε σημαντική συμβολή στην αναζωογόνηση της καλλιτεχνικής ζωής τής Θεσσαλονίκης, αλλά και πόλο έλξης για καλλιτέχνες, δημοσιογράφους και θεατές από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
ΤΟ ΚΘΒΕ ΕΓΚΑΙΝΙΑΣΕ ΤΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗ «ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ» ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΦΩΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΦΙΛΙΠΠΩΝ ΚΑΙ ΘΑΣΟΥ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 1961. ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΚΑΘΙΕΡΩΘΗΚΕ «ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ ΦΙΛΙΠΠΩΝ-ΘΑΣΟΥ» (ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΗΚΕ ΩΣ Η «ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»), ΠΟΥ ΑΡΧΙΖΕ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΟΥΣΕ ΩΣ ΤΙΣ 15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. ΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΔΙΝΟΝΤΑΝ ΠΑΝΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΦΙΛΙΠΠΩΝ ΚΑΙ ΘΑΣΟΥ.
Σήμερα, περίπου 58 χρόνια από την ίδρυσή του, το ΚΘΒΕ διαθέτει πέντε κλειστές σκηνές (Βασιλικό Θέατρο, Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών-ΕΜΣ, Φουαγιέ ΕΜΣ, σκηνή «Σωκράτης Καραντινός» Μονής Λαζαριστών, Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών) και δύο ανοιχτά θερινά θέατρα (Θέατρο Δάσους, Θέατρο Γης), συνολικής χωρητικότητας 10.000 και πλέον θεατών.
Η γένεση
Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ιδρύθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1961, με απόφαση του τότε υπουργικού συμβουλίου. Η ιδέα είχε πέσει λίγους μήνες νωρίτερα (στα τέλη Νοεμβρίου τού 1960), όταν ο Γιώργος Θεοτοκάς και ο Σωκράτης Καραντινός εισηγήθηκαν (στο περιθώριο μιας δεξίωσης) στον τότε πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Καραμανλή, την αναγκαιότητα ίδρυσης ενός κρατικού θεάτρου στη Θεσσαλονίκη. Ήταν, συγκεκριμένα, στο σπίτι τού τότε υπουργού Προεδρίας τής Κυβερνήσεως, Κωνσταντίνου Τσάτσου, σε συγκέντρωση προσωπικοτήτων τού πνεύματος, όπου ο Καραμανλής ρώτησε τον Θεοτοκά τι μπορούσε να κάνει για την προαγωγή τής πνευματικής ζωής τού τόπου. «Να κάνετε θέατρο στη Θεσσαλονίκη» απάντησε ο Θεοτοκάς, αντικρούοντας τους ενδοιασμούς τού τότε πρωθυπουργού (κυρίως σε ό,τι είχε να κάνει με το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος – ο πρώτος προϋπολογισμός τού ΚΘΒΕ δεν ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο δραχμές) και αναφέροντας δύο-τρία ονόματα ανθρώπων τού θεάτρου, που θα μπορούσαν να αναλάβουν το έργο.
Ο Καραμανλής ζήτησε σχέδιο οργάνωσης και προϋπολογισμού από τον σκηνοθέτη και διευθυντή, τότε, της Δραματικής Σχολής τού Εθνικού Θεάτρου, Σωκράτη Καραντινό, με εντολή να του προσκομιστούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Σε δέκα ημέρες υποβλήθηκαν το σχέδιο και ο προϋπολογισμός και, με πράξη τού υπουργικού συμβουλίου που δημοσιεύτηκε στις 13 Ιανουαρίου 1961, ιδρύθηκε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Η διοίκησή του (προσωρινά και μέχρι να δημοσιευτεί ο νόμος) ανατέθηκε σε «Επιτροπή Οργανώσεως Θεάτρου Βορείου Ελλάδος», την προεδρία τής οποίας ανέλαβε, μετά από σημαντική πίεση που του ασκήθηκε, ο Γιώργος Θεοτοκάς. Ο καθηγητής Αλέξανδρος Συμεωνίδης ανέλαβε αντιπρόεδρος, ο ποιητής Γιώργος Θέμελης γενικός γραμματέας, ενώ μέλη ορίστηκαν οι καθηγητές Στίλπων Κυριακίδης (πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών) και Λίνος Πολίτης (πρόεδρος της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας «Τέχνη»), ο τότε διευθυντής τής Εθνικής Τραπέζης, Βασ. Χατζηκυριακού, και ο τότε πρόεδρος της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), Γ. Γεωργιάδης. Ο γενικός διευθυντής (ως πρόεδρος), ο καθηγητής Λίνος Πολίτης και ο ποιητής Γ. Θέμελης αποτέλεσαν την καλλιτεχνική επιτροπή.
Ο πρώτος θίασος
Η υπουργική πράξη τής ίδρυσης του θεάτρου περιόριζε σε 20 τον αριθμό των ηθοποιών που θα προσλαμβάνονταν. Έτσι, στον πρώτο θίασο του ΚΘΒΕ συμμετείχαν οι Θάλεια Καλλιγά, Μαίρη Λαλοπούλου, Κλειώ Νικολάου, Σούλα Δημητρίου, Κυβέλη Μυράτ, Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Νίνα Κούλη, Ηλίας Σταματίου, Ιορδάνης Μαρίνος, Γιώργος Δαμασιώτης, Θάνος Τζενεράλης, Ηλίας Γαλανόπουλος, Κώστας Ματσακάς, Μπάμπης Γιωτόπουλος, Θάνος Αρώνης, Βασίλης Γκόπης, Νέλσων Μωραϊτόπουλος, Δημήτρης Βάγιας, Μιχ. Ρωμανός και Κώστας Γκίνης. Για τη συμπλήρωση των διανομών την πρώτη χρονιά χρησιμοποιήθηκαν εκτάκτως και άλλοι ηθοποιοί – και συγκεκριμένα οι Γ. Γακίδης, Τ. Γακίδου, Β. Γανιτόπουλος, Κ. Βασίλα, Στ. Δελαβίνιας, Ν. Δηλαδέρη, Φ. Δωδόπουλος, Γ. Ιορδανίδης, Χρήστος Καλαβρουζιώτης, Διονύσης Καλός, Ρ. Καλτσά, Ανθή Καριοφύλλη, Ιωάννης Κόκκινος, Στέφανος Κυριακίδης, Ερωφ. Λάλου, Γ. Μπάρτης, Μ. Οικονομίδου, Π. Ποράβου, Κων. Πυρπασόπουλος, Γ. Τσάβαλος, Ευστράτιος Τσαλίκης, Αγγελική Τριανταφυλλίδη, Νίκος Χαραλαμπίδης και Αδ. Ψαρράκης.
Το ΚΘΒΕ εγκαινίασε τις παραστάσεις του με την τραγωδία τού Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος» σε μετάφραση Φώτου Πολίτη, που δόθηκε στα αρχαία θέατρα Φιλίππων και Θάσου το καλοκαίρι τού 1961. Από τότε καθιερώθηκε «περίοδος παραστάσεων αρχαίου δράματος Φιλίππων-Θάσου» (χαρακτηρίστηκε ως η «Επίδαυρος της Βόρειας Ελλάδας»), που άρχιζε κάθε χρόνο το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουλίου και διαρκούσε ώς τις 15 Αυγούστου. Οι παραστάσεις δίνονταν πάντα στα αρχαία θέατρα Φιλίππων και Θάσου.
Το ΚΘΒΕ επρόκειτο να στεγαστεί στο (υπό αποπεράτωση τότε) κτίριο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ). Μάλιστα, με συμφωνία τής Πολιτείας και της ΕΜΣ το νέο θέατρο παραχωρήθηκε επί έξι μήνες τον χρόνο για δέκα χρόνια στη νεοϊδρυθείσα, δεύτερη επίσημη κρατική σκηνή τής χώρας. Ωστόσο, το θέατρο της ΕΜΣ δεν αποπερατώθηκε εγκαίρως και έτσι η πρώτη χειμερινή παράσταση του ΚΘΒΕ φιλοξενήθηκε στο παλιό Βασιλικό Θέατρο Θεσσαλονίκης.
Το πρώτο διοικητικό συμβούλιο διορίστηκε τέσσερα χρόνια αργότερα (στις 30 Ιανουαρίου 1965), με πρόεδρο τον καθηγητή τού ΑΠΘ Βασίλη Τατάκη και γενικό γραμματέα τον λογοτέχνη Γιώργο Βαφόπουλο (οι πέντε τόμοι των «Σελίδων Αυτοβιογραφίας» του αποτελούν μοναδικά κείμενα για την ιστορία τού ΚΘΒΕ). Ως μέλη τής καλλιτεχνικής επιτροπής διορίστηκαν έναν μήνα αργότερα ο Παύλος Ζάννας, ο Γιώργος Δέλιος και ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης.
Έτος-ορόσημο
«Η θεατρική ζωή τής Θεσσαλονίκης μπορεί να χωριστεί σε δύο περιόδους: πριν και μετά το 1961, οπότε ιδρύεται το ΚΘΒΕ», σημειώνει ο θεατρολόγος και ομότιμος καθηγητής Θεατρολογίας τού ΑΠΘ Νικηφόρος Παπανδρέου. «Πριν, η θεατρική κίνηση ήταν κυρίως εισαγόμενη. Η πόλη, πέραν κάποιων σποραδικών προσπαθειών, δεν παράγει θέατρο, αλλά φιλοξενεί αθηναϊκούς θιάσους. Από το 1961 αρχίζει να υπάρχει εγχώρια θεατρική παραγωγή, σε μόνιμη βάση».
Το πρώτο κρατικό θέατρο Θεσσαλονίκης
Στην πραγματικότητα, το ΚΘΒΕ δεν έχει ζωή μόνο 58 χρόνων, αλλά… 78. Το πρώτο κρατικό θέατρο ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1943, μέσα στον ζόφο τής γερμανικής κατοχής, αρχικώς ως αντίδραση στην πρόθεση του βούλγαρου αντιπροσώπου-συνεργάτη των ναζί να εγκαταστήσει στη Θεσσαλονίκη κλιμάκιο του Εθνικού Θεάτρου τής Βουλγαρίας και της Όπερας της Σόφιας. Οι προθέσεις του προκάλεσαν την άμεση αντίδραση των Ελλήνων, οι οποίοι επιστράτευσαν σε χρόνο-ρεκόρ τον γερμανομαθή Λέοντα Κουκούλα, τον σκηνογράφο Γιώργο Βακαλό και τον νέο, τότε, συνθέτη Κωστή Μιχαηλίδη, οι οποίοι αποτέλεσαν τα πρώτα στελέχη τού νεοσύστατου θεάτρου.
Το «Κρατικό Θέατρο Θεσσαλονίκης» εγκαταστάθηκε πρόχειρα στο κτίριο-παράγκα τού Λευκού Πύργου. Βασικοί πρωταγωνιστές του ήταν ο Μάνος Κατράκης, η Ντόρα Βολανάκη, η Έλλη Ξανθάκη, ο Γιάννης Αυλωνίδης κ.ά. Οι παραστάσεις του («Τρισεύγενη» του Παλαμά, «Βαβυλωνία» τού Βυζάντιου, «Λουίζα Μίλερ» τού Σίλλερ) αποτέλεσαν μόνιμα μηνύματα αντίστασης στη γερμανική κατοχή.
ΤΟ ΚΘΒΕ ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ ΝΑ ΣΤΕΓΑΣΤΕΙ ΣΤΟ (ΥΠΟ ΑΠΟΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΟΤΕ) ΚΤΙΡΙΟ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΕΜΣ). ΜΑΛΙΣΤΑ, ΜΕ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΜΣ ΤΟ ΝΕΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΑΡΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΕΠΙ ΕΞΙ ΜΗΝΕΣ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΓΙΑ ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΝΕΟΪΔΡΥΘΕΙΣΑ, ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΠΙΣΗΜΗ ΚΡΑΤΙΚΗ ΣΚΗΝΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ. ΩΣΤΟΣΟ, ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΕΜΣ ΔΕΝ ΑΠΟΠΕΡΑΤΩΘΗΚΕ ΕΓΚΑΙΡΩΣ ΚΑΙ ΕΤΣΙ Η ΠΡΩΤΗ ΧΕΙΜΕΡΙΝΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΘΒΕ ΦΙΛΟΞΕΝΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΑΛΙΟ ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.
Η τελευταία παράσταση του Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης δόθηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση, με το έργο τού Βασίλη Ρώτα «Ρήγας Βελενστινλής», με τον Μάνο Κατράκη. Με το κατέβασμα της ιστορικής παράστασης το θέατρο έκλεισε για πάντα και οι αλλεπάλληλες προσπάθειες για επαναλειτουργία του απέβησαν άκαρπες για 15 και πλέον χρόνια.
Η «πρώτη» τού ΚΘΒΕ
Το καλοκαίρι τού 1961 το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος είναι γεγονός. Στις 19 Αυγούστου δόθηκε στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων η πρώτη παράστασή του, με τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή σε μετάφραση Φώτου Πολίτη και σκηνοθεσία τού ιδρυτή τού θεάτρου και διευθυντή του (του «δασκάλου», όπως απαιτούσε να τον αποκαλούν οι ηθοποιοί και οι συνεργάτες του), Σωκράτη Καραντινού. Τους ρόλους ερμήνευαν ο Ηλίας Σταματίου, ο Ιορδάνης Μαρίνος, η Θάλεια Καλλιγά και ο Κώστας Ματσακάς.
Η χειμερινή περίοδος του πρώτου χρόνου λειτουργίας τού ΚΘΒΕ εγκαινιάστηκε με τον «Παπαφλέσσα» τού Σπύρου Μελά, που σκηνοθέτησε ο Πέλος Κατσέλης. Οι παραστάσεις δόθηκαν, όπως προαναφέρθηκε, στο Βασιλικό Θέατρο. Την άνοιξη του 1962 το ΚΘΒΕ έκανε τα πρώτα του βήματα προς τη θεατρική αποκέντρωση, πραγματοποιώντας την πρώτη μεγάλη περιοδεία του σε 15 πόλεις τού βορειοελλαδικού χώρου, όπου παρουσίασε όλα τα έργα τής χειμερινής περιόδου («Η κυρία με τα άσπρα γάντια» τού Άγγελου Τερζάκη, «Η προξενήτρα» τού Ουάιλντερ, «Φλωρεντινή τραγωδία» και «Σαλώμη» τού Όσκαρ Γουάιλντ και «Ιωάννης Γαβριήλ Μπόργκμαν» τού Ερρίκου Ίψεν). Αυτές οι ανοιξιάτικες περιοδείες συνεχίστηκαν όλα τα χρόνια τής διεύθυνσης του Καραντινού, εμπλουτίστηκαν μάλιστα με θερινές περιοδείες (από το 1964) και φθινοπωρινές (από το 1966), τηρώντας έτσι την υπόσχεση για ένα θέατρο της Βόρειας Ελλάδας και όχι της Θεσσαλονίκης.
Ιστορικές παραστάσεις
Στα πρώτα, τουλάχιστον, χρόνια τής λειτουργίας του το ΚΘΒΕ χαρακτηρίστηκε ως «πρωτοποριακό», ακόμη και «πειραματικό», λόγω τόσο των επιλογών ρεπερτορίου όσο και των συνεργατών-σκηνοθετών του, σε αντίθεση με το χαρακτηρισμένο ως «κλασσικό» Εθνικό Θέατρο.
Έτσι, πέρα από το ιστορικό πρώτο ανέβασμα του «Οιδίποδα», έχουν ξεχωρίσει παραστάσεις όπως η «Σίβυλλα» του Άγγελου Σικελιανού, το 1964 (σε σκηνοθεσία Σωκράτη Καραντινού, με τη Θάλεια Καλλιγά στον ομώνυμο ρόλο), το «Μυστικό τής Κοντέσσας Βαλέραινας» του Γρηγορίου Ξενόπουλου (με την Κυβέλη), αλλά και η αποκαλούμενη «παράσταση-σταθμός για το νεότερο ελληνικό θέατρο» (όπως τη χαρακτήρισαν κριτικοί), με το έργο τού Σάμιουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό» (Δεκέμβριος 1965) σε σκηνοθεσία Μίνωα Βολανάκη, με τους Νικήτα Τσακίρογλου, Κώστα Ματσακά και Αλέκο Πέτσο. Ακολούθησαν παραστάσεις όπως «Το ταξίδι» τού Γ. Θέμελη, την οποία σκηνοθέτησε ο καραγκιοζοπαίχτης Ευγένιος Σπαθάρης (Φεβρουάριος 1966).
Τις δύο πρώτες δεκαετίες λειτουργίας του, το ΚΘΒΕ ανέδειξε νέους –τότε– ηθοποιούς, όπως ο Νικήτας Τσακίρογλου (καλλιτεχνικός διευθυντής τού θεάτρου στα μέσα τής πρώτης δεκαετίας τού 21ου αιώνα), ο Δημήτρης Καρέλλης (ιστορικός πρωταγωνιστής τού ΚΘΒΕ και από τους λίγους που παρέμεινε πιστός στη Θεσσαλονίκη), ο Δημήτρης Βάγιας, η Θάλεια Καλλιγά, ο Ανδρέας Ζησιμάτος, ο Χρήστος Καλαβρούζος, η Αλέκα Παΐζη, ο Στέφανος και ο Νίκος Κυριακίδης, ο Διονύσης Καλός, η Σοφία Λάππου, αλλά και εξαιρετικές συνεργασίες με την Αλεξάνδρα Λαδικού, την Κατερίνα Χέλμη, τον Τίτο Βανδή, τον Κώστα Ματσακά, την Άννα Συνοδινού, τη Μελίνα Μερκούρη, τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ κ.ά. Ακολούθησε (στις δεκαετίες τού 1980 και του 1990) η συνεργασία με τον Ανδρέα Βουτσινά και η «σχολή» που αυτός δημιούργησε, αναδεικνύοντας νέους ηθοποιούς όπως η Λυδία Φωτοπούλου, η Φιλαρέτη Κομνηνού, ο Νίκος Σεργιανόπουλος, ο Γιώργος Λέφας κ.ά. Ιστορικές από τις συγκεκριμένες δεκαετίες (1980 και 1990) παραμένουν οι παραστάσεις τής «Τρελής τού Σαγιό» τού Ζιροντί με τη Δέσπω Διαμαντίδου (1981), το ποιητικότατο «Χάρολντ και Μοντ» τού Κόλιν Χίγγινς (1984) διά σκηνοθετικής χειρός Ανδρέα Βουτσινά (επίσης με τη Δέσπω Διαμαντίδου), η αμφιλεγόμενη «Ελένη» τού Ευριπίδη (1985) με την Αλεξάνδρα Λαδικού, αλλά και το «άνοιγμα» του επί μόλις έναν χρόνο καλλιτεχνικού διευθυντή του, καθηγητή Δημήτρη Μαρωνίτη, σε χώρους εκτός τού θεάτρου τής ΕΜΣ (όπως η πρώτη χρήση ως θεάτρου των υπαίθριων χώρων των τέως φυλακών Επταπυργίου, οι οποίες έκλεισαν το 1989) με παραστάσεις όπως η «Ερωφίλη» τού Χορτάτζη, οι αναγνώσεις έργων και οι «ιδιαίτερες» παραστάσεις με φυσικό σκηνικό τα πολυθρύλητα κάστρα τού Γεντί Κουλέ.
Το ΚΘΒΕ «άνοιξε» πολύ περισσότερο μετά τη μετατροπή του σε ΝΠΙΔ, τις αλλαγές στον νόμο λειτουργίας του (το 1994), αλλά και τη μαξιμαλιστική λογική που επικράτησε όσον αφορά το κτιριακό και τη μεγιστοποίηση των σκηνών του (το ΚΘΒΕ «προικοδοτήθηκε» με κονδύλια του οργανισμού «Θεσσαλονίκη – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997») με νέες, ογκώδεις θεατρικές αίθουσες (ανακαίνιση και μεγιστοποίηση του θεάτρου τής ΕΜΣ, εκ νέου ανέγερση του Βασιλικού Θεάτρου, δημιουργία των δύο σκηνών τής Μονής Λαζαριστών), που το οδήγησε στη νέα φάση λειτουργίας του, από το 2000 μέχρι σήμερα.
Νέα φιλοσοφία
Το «άνοιγμα» στην Ευρώπη, οι μεγάλες σκηνές, ο νέος τρόπος διοίκησης και λειτουργίας έδωσαν νέο προφίλ στο θέατρο και στο καλλιτεχνικό του προϊόν.
Ως «ιστορικές» χαρακτηρίζονται πλέον μια σειρά από παραστάσεις-προκλήσεις, όπως αυτή των «Βακχών» τού Ευριπίδη υπό τη σκηνοθετική ματιά τού Γερμανού Ματίας Λάνχοφ, το 1997, λίγο νωρίτερα (1992) η «Ηλέκτρα» τού Ανδρέα Βουτσινά με τη Φιλαρέτη Κομνηνού, η 12ωρης διάρκειας παράσταση των «Δαιμονισμένων» τού Ντοστογιέφκσι από το θέατρο «Μάλι» τής Αγίας Πετρούπολης (στο πλαίσιο του Φεστιβάλ τής Ένωσης Θεάτρων τής Ευρώπης, που φιλοξενήθηκε το 1997 στο λιμάνι τής Θεσσαλονίκης), η μετάκληση του ρουμανοαμερικανού, πολυσυζητημένου σκηνοθέτη Αντρέι Σερμπάν, που σκηνοθέτησε τον «Ηρακλή» το καλοκαίρι τού 2002 (με τον Στέφανο Κυριακίδη και τη Λυδία Φωτοπούλου).