fbpx

Citymagthess.gr

Τι τρέχει με το κέντρο στη Θεσσαλονίκη;

Μοιραστείτε το

Κάποιος

μπορεί και να θεωρούσε ότι το κέντρο της Θεσσαλονίκης είναι μια περιοχή κορεσμένη από άποψη real estate – ελάχιστα ελεύθερα οικόπεδα, πολλές παγιωμένες ιδιοκτησίες και μισθώσεις. Κι όμως: οι εξελίξεις έρχονται να αποδείξουν ότι υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος ώσπου το κέντρο της πόλης να διαμορφώσει μια νέα –και, αν όλα πάνε καλά, μια πολύ πιο ελκυστική– εικόνα.


Πολυτελών ξενοδοχείων το ανάγνωσμα: Η νέα άφιξη στην οδό Αριστοτέλους

Επτά ξενοδοχεία

πέντε αστέρων, συνολικού ύψους επένδυσης δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, προστέθηκαν στο δυναμικό της πόλης τα τελευταία χρόνια – ιδίως μετά το 2017. Ως αποτέλεσμα, οι κλίνες των πεντάστερων μονάδων στην πόλη πλησιάζουν πλέον τις 5.000 και νέες επενδύσεις βρίσκονται προ των πυλών.

       Την ίδια στιγμή, η Electra Hotels προχωρά στην ανέγερση νέου πεντάστερου ξενοδοχείου στη Θεσσαλονίκη (θα είναι το έβδομο της αλυσίδας), σε οικόπεδο επιφάνειας 1.400 τετρ.μ. στη γωνία των οδών Τσιμισκή και Εθνικής Αμύνης, το οποίο μίσθωσε για 49 χρόνια (με δικαίωμα παράτασης για άλλα 49) από την Εκκλησία της Ελλάδος. Το επενδυτικό σχέδιο προβλέπει την ανέγερση ξενοδοχείου 11 ορόφων, με δυναμικότητα 165 πολυτελών δωματίων και συνολική δομημένη επιφάνεια της τάξης των 6.500 τετρ.μ., στο πλαίσιο επένδυσης που θα ξεπεράσει τα 20 εκατομμύρια.

       Δύο νέα ξενοδοχεία έχει στα σκαριά στη Θεσσαλονίκη και ο ισραηλινός Όμιλος Brown – το πρώτο στο χτισμένο το 1929-1931 διατηρητέο κτίριο εκλεκτικιστικού ρυθμού «Βιέννη», στην οδό Εγνατία, και το δεύτερο, τεσσάρων αστέρων, στις παλιές Καπναποθήκες Μιχαηλίδη, στη Δωδεκανήσου. Με ισραηλινά κεφάλαια (του Ομίλου Fattal) σχεδιάζεται να αναπτυχθεί ακόμη ένα ξενοδοχείο περίπου 40 δωματίων, το NΥΧ Thessaloniki, στο ακίνητο στη συμβολή των οδών Τσιμισκή και Κατούνη. Προφανώς, οι προαναφερθείσες επενδύσεις τελούν υπό την αίρεση της εξέλιξης των συγκρούσεων στη Λωρίδα της Γάζας.

       Πεντάστερο ξενοδοχείο σχεδιάζει και ο θεσσαλονικιός επιχειρηματίας Κώστας Αμοιρίδης, με μετατροπή του δύο αστέρων Tourist Hotel, στην οδό Μητροπόλεως.

Ο νέος παίκτης

Αν πιστεύατε, ωστόσο, ότι το παιχνίδι τελειώνει κάπου εδώ, θα κάνατε λάθος. Όπως πληροφορείται το Citymag, η επόμενη επένδυση στον ξενοδοχειακό κλάδο στη Θεσσαλονίκη, η οποία κυοφορείται εδώ και κάποιον καιρό (και, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, σύντομα θα οριστικοποιηθεί, ώστε να γίνουν και οι σχετικές ανακοινώσεις), θα είναι πραγματικά εμβληματική – σε ό,τι αφορά τόσο το σχήμα που θα κληθεί να την υλοποιήσει όσο και το ακίνητο στο οποίο θα αναπτυχθεί. Πίσω από αυτήν βρίσκεται ένας από τους μεγαλύτερους ξενοδοχειακούς ομίλους της χώρας, ο οποίος έχει παρουσία με περισσότερα του ενός ξενοδοχεία της μεγάλης κατηγορίας στην καρδιά της Αθήνας (το ένα εξ αυτών, μάλιστα, αποτελεί ξενοδοχείο-σύμβολο για την πρωτεύουσα), ενώ δραστηριοποιείται και εκτός συνόρων. Ο συγκεκριμένος όμιλος βρίσκεται ήδη σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις με δυνητικό συνεργάτη στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος θα αποτελέσει τον εταίρο του στο συγκεκριμένο πρότζεκτ, λόγω της βαθιάς γνώσης που διαθέτει στην τοπική αγορά.

       Το ακίνητο που έχει τραβήξει την προσοχή του αθηναϊκού ομίλου είναι ένα από τα πλέον εμβληματικά της Θεσσαλονίκης, λόγω θέσης και αρχιτεκτονικής σημασίας, αλλά και χάρη στη σύνδεσή του με χαρακτηριστικές στιγμές στη διαχρονία της πόλης. Πρόκειται για ένα υπεραιωνόβιο κτίριο εκλεκτικιστικού ρυθμού, με νεοβυζαντινές και αρτ νουβό επιρροές, το οποίο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Χτισμένο αρχικώς ως μέγαρο κατοικιών, στην ιστορική του πορεία έφτασε να φιλοξενεί τουριστικά γραφεία, φροντιστήρια και καταστήματα. Πλέον, όλες οι ενεργές μισθώσεις του έχουν ολοκληρωθεί και το κτίριο είναι διαθέσιμο.

Παλιές και παραγνωρισμένες γειτονιές επανεφευρίσκονται: Βιοτεχνίες και καπναποθήκες μετατρέπονται σε περιζήτητες κατοικίες

Σε ό,τι αφορά

την κατοικία, η νέα τάση προτείνει τη στροφή προς περιοχές που μέχρι πρότινος παρέμεναν παραγνωρισμένες από Θεσσαλονικείς και επισκέπτες, δημιουργώντας σε αυτές (σε πάλαι ποτέ βιοτεχνικούς και επαγγελματικούς χώρους) κατοικίες αξιώσεων.

       Ήδη, σε τελικό στάδιο κατασκευής βρίσκεται το «Project Hebrard», το οποίο αφορά στην ανάπλαση ενός από τα δύο δίδυμα κτίρια στην αποκαλούμενη «οδό Ερνέστου Εμπράρ», στα Άνω Λαδάδικα («αποκαλούμενη» καθώς, στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για δημόσιο δρόμο, αλλά για ιδιωτικό χώρο, όπου, σύμφωνα με τα αρχικά σχέδια, θα κατασκευαζόταν η Στοά Εφαρμοστίδη, η οποία θα συνέδεε τα δύο κτίρια εκατέρωθέν της). Το υλοποιούμενο σχέδιο προβλέπει την αλλαγή χρήσης του κτιρίου (το οποίο σε προηγούμενες δεκαετίες στέγαζε βιοτεχνίες και επαγγελματικά γραφεία): στη νέα του μορφή και σε επιφάνεια 3.200 τετρ.μ. θα φιλοξενεί 73 στούντιο και γκαρσονιέρες, στο πλαίσιο μιας επένδυσης που αναμένεται να ξεπεράσει τα 7 εκατ. ευρώ. Οι κατοικίες που θα προκύψουν θα αξιοποιηθούν με βραχυχρόνιες, αλλά και μεσοχρόνιες μισθώσεις.

       Στη διαδικασία των αδειοδοτήσεων βρίσκεται και το σχέδιο που αφορά στη μετατροπή της παλιάς καπναποθήκης των αδελφών Εμμανουήλ στο λεγόμενο «Project Tabac». Το κτίριο, που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Ολύμπου και Γλάδστωνος, διαθέτει 5 ορόφους και 2 υπόγεια, με συνολικό εμβαδόν 4.300 τετρ.μ. Μετά την ανακατασκευή του θα φιλοξενεί 75 διαμερίσματα.

       Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εξαιρετικά πρόσφατη εξέλιξη, η οποία αφορά στην αγορά του εμβληματικού Μεγάρου Νάτσικα (ή Εμνιέτ Χαν) στην οδό Εδέσσης 3, στα Άνω Λαδάδικα, στο οποίο –μετά την αναστήλωση και την ανακατασκευή του– αναμένεται να δημιουργηθούν τρεις ή τέσσερις πολυτελείς κατοικίες (οι περισσότεροι ίσως το γνωρίζουν από το κατάστημα χρωμάτων που λειτουργεί στο ισόγειό του από το 1906, κατάστημα το οποίο θα παραμείνει στον ίδιο χώρο μετά την ολοκλήρωση των εργασιών ανακατασκευής). Το κτίριο ανεγέρθηκε το 1896 και είναι ένα από τα ελάχιστα που σώθηκαν από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917. Αρχικώς, το κτίριο έφερε το όνομα «Εμνιέτ Χαν» και ανήκε σε Τούρκο. Το 1927 ο Θεόδωρος και η Μελπομένη Νάτσινα το αγόρασαν από την Εθνική Τράπεζα, για να το χρησιμοποιήσουν ως κατοικία, ενώ το 1953 στεγάστηκε σε αυτό το Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων. Χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το 1983.

       «Εδώ και αρκετές δεκαετίες, τα εμπορικά, κυρίως, κέντρα των μεγάλων πόλεων της χώρας, όπως της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, είχαν σταματήσει να είναι κατάλληλα για κατοικίες – κυρίως οικογενειών, οι οποίες, λόγω του κυκλοφοριακού, της μολυσμένης ατμόσφαιρας και της ασφάλειας, προτιμούσαν να μετακινηθούν σε κάποιο προάστιο. Έτσι, οι κατοικίες στα κέντρα είχαν δώσει τη θέση τους σε βιοτεχνικές, γραφειακές και εμπορικές χρήσεις. Τα διαμερίσματα που έχουν απομείνει είναι παλιά, μεγάλα και ενεργοβόρα» εξηγεί, μιλώντας στο Citymag, ο κ. Ισαάκ Λεών, επικεφαλής του Ομίλου Calon, ο οποίος αναπτύσσει τα προαναφερθέντα ακίνητα. «Μετά την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας και τον κορωνοϊό επήλθαν σημαντικές αλλαγές στις ανάγκες και τις απαιτήσεις του κόσμου για κατοικία», προσθέτει. «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που ζουν είτε μόνοι τους είτε με κάποιον σύντροφο, εργάζονται από το σπίτι, έχουν οικολογική συνείδηση και προτιμούν να μετακινούνται με μέσα σταθερής τροχιάς, με τα πόδια, με ποδήλατα ή με πατίνια. Πολλοί είναι ψηφιακοί νομάδες ή μετακινούνται από άλλες πόλεις ή χώρες για μια μετεκπαίδευση ή για κάποια επαγγελματική ανάγκη. Όλοι αυτοί χρειάζονται κατοικία για μεσοπρόθεσμα διαστήματα. Άλλοι επισκέπτονται τις πόλεις για μικρά χρονικά διαστήματα ως τουρίστες και προτιμούν ένα μικρό διαμέρισμα, όπου, σε αντίθεση με ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, έχουν περισσότερο χώρο, αλλά και κουζίνα για αυτοεξυπηρέτηση σε θέματα φαγητού. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη για μικρά, μοντέρνα διαμερίσματα, επιπλωμένα, με γρήγορο ίντερνετ και με ενοίκιο που περιλαμβάνει τα πάντα, για βραχυχρόνια ή μεσοπρόθεσμη μίσθωση. Έχουμε διαπιστώσει αυτήν την ανάγκη εδώ και μερικά χρόνια και, ως εκ τούτου, έχουμε εστιάσει σε μετασκευή παλαιών κτιρίων σε κτίρια οικιστικής χρήσης με μικρά διαμερίσματα, όπου προσφέρουμε, επιπλέον, κοινόχρηστους χώρους, όπως, για παράδειγμα, γυμναστήρια, χώρους εργασίας, αίθουσες κοινωνικής συνάθροισης, χώρους χαλάρωσης κτλ. Γενικά, προτιμούμε μεγαλύτερα κτίρια, όπου διαμένουν πολλοί άνθρωποι παρόμοιας νοοτροπίας και έχουν την ευκαιρία να γνωρίζονται μεταξύ τους και να κάνουν παρέες».

«Γιατί στη Θεσσαλονίκη;»

ρωτάμε τον κ. Λεών. «Πιστεύω πολύ στις δυνατότητες αυτής της πόλης που, λόγω της γεωγραφικής θέσης, αλλά και των ανθρώπων της, έχει γνωρίσει μεγάλες δόξες στο παρελθόν και έχει σήμερα τη δυναμική να τις ξαναζήσει. Βλέπουμε, εξάλλου, τόσες πολυεθνικές εταιρείες, κυρίως υψηλής τεχνολογίας, που έρχονται να εγκατασταθούν εδώ μαζί με τον κόσμο τους, αλλά και να προσελκύσουν νέους εργαζόμενους, ώστε να εγκατασταθούν εδώ» απαντά. «Στην πόλη σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση για τέτοιες κατοικίες απ’ ό,τι προσφορά. Επιχειρηματικά αυτό μάς δίνει την ευκαιρία να επενδύσουμε στην πόλη, προσελκύοντας έλληνες ή ξένους επενδυτές να επενδύσουν μαζί μας. Καθώς έλκω την καταγωγή μου από τη Θεσσαλονίκη, όπου η οικογένειά μου έζησε και δραστηριοποιήθηκε για μερικούς αιώνες, έχω ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό για την πόλη. Με αυτά τα συναισθήματα αντιμετωπίζουμε κάθε νέο ακίνητο που έρχεται στην κατοχή μας, ώστε να δια- τηρήσουμε την όψη του και την ιστορία του, προσθέτοντας έτσι ένα μικρό λιθαράκι στην πόλη. Αυτός είναι και ο λόγος που σε κάθε καινούργιο πρότζεκτ δίνουμε ένα όνομα που να έχει σχέση με την ιστορία της πόλης – παραδείγματος χάριν, το ‘Project Hebrard’ στα Λαδάδικα, το ‘Project 151’ στην Τούμπα, το ‘Project Campbell’ στην Καλαμαριά κ.ά.».

       Πόσο εύκολη είναι, στ’ αλήθεια, αυτή η διαδικασία; «Δυστυχώς, η επένδυση στο κέντρο της πόλης έχει και μεγάλες καθυστερήσεις σε θέματα αδειοδoτήσεων», υποστηρίζει ο επικεφαλής του Ομίλου Calon. «Όπως αντιλαμβάνεστε, ο μεγαλύτερος εχθρός των επενδύσεων είναι οι καθυστερήσεις που, όταν είναι μεγάλες, μπορούν να το καταστρέψουν τελείως. Δεν σας κρύβω ότι κοιτάζουμε πλέον το κέντρο με μεγαλύτερη φειδώ και διερευνούμε περιοχές γύρω και σε μικρή απόσταση από αυτό».

Το Μέγαρο Νάτσικα

«Το Μέγαρο Νάτσινα ή, αλλιώς, Εμνιέτ Χαν το αγοράσαμε μαζί με την οικογένεια Γιομτώβ, που διατηρούν στο ισόγειο κατάστημα χρωμάτων για πάνω από έναν αιώνα» εξηγεί ο κ. Λεών. «Είναι ένα ιστορικό κτίριο, που γλίτωσε την πυρκαγιά του 1917 και είναι, όπως λέτε, ένα από τα ομορφότερα και παλαιότερα της πόλης. Το κτίριο χτίστηκε ως χάνι και μετέπειτα μετατράπηκε σε κτίριο γραφείων. Όταν, λοιπόν, ο Αλβέρτος Γιομτώβ μού πρότεινε να το αγοράσουμε μαζί, δεν δίστασα στιγμή. Στόχος μας είναι να επαναφέρουμε την οικιστική του χρήση, μετατρέποντας τους ορόφους του σε διαμερίσματα».


Μοιραστείτε το
Scroll to Top

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να διαβάσετε την Πολιτική απορρήτου.

Ρυθμίσεις Cookies

Παρακάτω μπορείτε να επιλέξετε ποια cookies θα επιτρέψετε σε αυτή την ιστοσελίδα. Πατήστε στην αποθήκευση ρυθμίσεων για να εφαρμόσετε την επιλογή σας.

ΛειτουργικάΗ ιστοσελίδα για να δουλέψει χρησιμοποιεί κάποια απαραίτητα λειτουργικά cookies.

ΣτατιστικάΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για στατιστικούς σκοπούς, ώστε να μπορούμε να βελτιώσουμε το περιεχόμενο που σας προσφέρουμε.

Κοινωνικά ΔίκτυαΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies από τα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να μπορούμε να σας δείξουμε περιεχόμενο από πλατφόρμες όπως το YouTube και το FaceBook. Αυτά τα cookies μπορεί να καταγράφουν τα προσωπικά σας δεδομένα.

ΔιαφημίσειςΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για διαφημιστικούς σκοπούς, ώστε να μπορούμε να σας προσφέρουμε περιεχόμενο που σας ενδιαφέρει. Αυτά τα cookies μπορεί να καταγράφουν τα προσωπικά σας δεδομένα.

ΆλλαΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί και ορισμένα cookies από υπηρεσίες που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κατηγορίες