Γράφει η Cathy
Ο ρόλος
των επικοινωνιολόγων (ειδικά σε προεκλογικές περιόδους) είναι πλέον λίγο πολύ γνωστός, φανατική αναγνώστρια – φανατικέ αναγνώστη μου. Τόσο γνωστός, που δεν χρειάζεται καν να κάνω ιδιαίτερη αναφορά. Αρκεί να πω ένα πράγμα: αν δεν πάρεις το «πράσινο φως» από τον επικοινωνιολόγο σου (όταν είσαι πολιτικός άνδρας ή πολιτική γυναίκα), δεν μπορείς καν να αναπνεύσεις. Πολλώ δε μάλλον, να προχωρήσεις σε κινήσεις που αφορούν στην προσωπική σου ζωή, οι οποίες θα μπορούσαν να ανατρέψουν άρδην το προφίλ που με περισσή προσπάθεια (και με το αζημίωτο, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς) χτίζει ο επαΐων σύμβουλός σου.
Κάπως έτσι,
η ζωή αρκετών υποψηφίων πάτησε «pause» στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, συχνά για θέματα φαινομενικώς απολύτως ασύνδετα με την πολιτική τους δραστηριότητα (θέλω να σου θυμίσω, φανατικό μου κοινό, ότι από αυτήν εδώ τη στήλη σού είχα γράψει προ μηνών για τον αυτοδιοικητικό που, παρότι διερχόταν κρίση στη σχέση του με το έτερόν του ήμισυ, δημοσίως έδινε την εικόνα ενός γάμου απολύτως αψεγάδιαστου και ανέφελου, από φόβο μήπως τα νέα ενός επικείμενου διαζυγίου απειλούσαν την πορεία του προς την επανεκλογή).
Οι εκλογές ήλθαν,
οι εκλογές παρήλθαν, λατρεμένη αναγνώστρια – λατρεμένε αναγνώστη μου. Και κάπως έτσι, μια σειρά από μικρά, οικογενειακά δράματα (ίσως να είμαι κάπως υπερβολική… Η έκφραση «Μια σειρά από μικρές, οικογενειακές αναταράξεις» ίσως θα ήταν ορθότερη) άρχισαν να σκάνε μύτη. Ορισμένα εξ αυτών, στην ευρύτερη περιοχή της ελληνικής συμπρωτεύουσας, για να χρησιμοποιήσω και εγώ τον αθηναϊκό (προδήλως) ευφημισμό που χρησιμοποιείται κάθε φορά που ο λόγος έρχεται στη Θεσσαλονίκη.
Αυτήν τη φορά, το ζήτημα αφορά δύο πρόσωπα – ο ένας άνδρας, η μία γυναίκα. Το ένα εκ των δύο προσώπων εξελέγη (δεν θέλω να διευκρινίσω αν «εξελέγη» ή «επανεξελέγη», για να μη φωτογραφίσω πρόσωπα), το άλλο όχι. Αδιάφορο, ωστόσο, μια που και στις δύο περιπτώσεις η κατάληξη ήταν η ίδια.
«Τι θέλεις να πεις,
Κάθι μου;» θα με ρωτήσεις έμπλεο απορίας (ει μη και αγωνίας), φανατικό μου κοινό. Κι εγώ δεν θα σε αφήσω στο σκότος – χωρίς χρονοτριβή, θα σου εξηγήσω τι εννοώ.
Βλέπεις, λατρεμένη αναγνώστρια – λατρεμένε αναγνώστη μου, ο έγγαμος βίος αμφότερων των υποψηφίων διερχόταν μείζονα κρίση. Κι όμως: από φόβο πώς ένα ενδεχόμενο διαζύγιο θα μπορούσε να επηρεάσει τις εκλογικές επιδόσεις τόσο του ενός όσο και του άλλου προσώπου για τα οποία συζητάμε, η «εντολή» των επικοινωνιολόγων που συμβούλευαν τα δύο ζεύγη ήταν σαφής: «Ουδεμία εξέλιξη, ουδεμία αλλαγή, ουδεμία δήλωση ώς τις 16 Οκτωβρίου». Στη μία περίπτωση, το ζεύγος συμβίωσε πολιτισμένα, χωρίς εξάρσεις – είτε θετικές είτε αρνητικές. Στην άλλη περίπτωση, ωστόσο, η μαγεία της φύσης συνάντησε την ψυχολογία της ύλης, όπως θα έλεγε και η γνωστή χημικός Δήμητρα Κατσαφάδου. Τι σημαίνει αυτό, πρακτικά; Ότι το ζεύγος όχι απλώς συνυπήρξε πολιτισμένα, αλλά επιδιδόταν (επί σειρά μηνών) σε τρυφερές περιπτύξεις παρουσία καμερών, σε φλογερές δηλώσεις πάθους και αλληλολατρείας, σε ζουζουνιάρικα ενσταντανέ κάθε φορά που στον εγγύς περίγυρο υπήρχαν περισσότερο ή λιγότερο αδιάκριτα βλέμματα.
Όλα αυτά
ώς τη Δευτέρα 16 Οκτωβρίου, όταν, εξ όσων πληροφορούμαι, φανατική αναγνώστρια – φανατικέ αναγνώστη μου, αμφότερα τα ζεύγη των υποψηφίων κατέθεσαν κοινή συναινέσει αγωγή διαζυγίου, προχωρώντας εφεξής τις ζωές τους σόλο.
Είπαμε:
είναι περιζήτητη η καρέκλα, Άρη, γι’ αυτό και απαιτεί τις ανάλογες «θυσίες»…