Σε μιαν εποχή που τα αξεσουάρ χαμηλού κόστους έχουν πλημμυρίσει την ελληνική αγορά, στη Θεσσαλονίκη ελάχιστοι είναι πλέον οι βιοτέχνες που επιμένουν να επεξεργάζονται το δέρμα με άλλα διακοσμητικά υλικά, για να δημιουργήσουν ένα γνήσιο, χειροποίητο προϊόν. Αυτοί οι λιγοστοί τεχνίτες είναι, ωστόσο, οι μοναδικοί συνεργάτες και «σύμμαχοι» στην προσπάθεια της κυρίας Άννας Λαζοπούλου να συνθέσει δέρμα, κέντημα και στιλ, για να κυκλοφορήσουν στην αγορά ξεχωριστές τσάντες και τσαντάκια.
Ένα αναπάντεχο success story
Η τέχνη της δεν είναι από τις συνηθισμένες – η καλλιτεχνία της έλκεται από την πρωτοτυπία. Μπορεί ως αντικείμενο καθημερινής εργασίας η κυρία Λαζοπούλου να έχει τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων, ο περισσότερος χρόνος της, ωστόσο, είναι αφιερωμένος στο να κεντά και να εμπορεύεται χειροποίητες τσάντες, δίνοντας ξεχωριστό στιλ σε ένα από τα πλέον απαραίτητα γυναικεία αξεσουάρ. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει να δημιουργήσει δικές της, μοδάτες συλλογές, ενώ στην τελευταία έχει δώσει τον τίτλο «Μπουζούκι», καθώς έχει αντλήσει τις ιδέες για τα χειροποίητα κεντήματα πάνω στις τσάντες από τα μοτίβα και τα σχήματα του δημοφιλέστερου λαϊκού μουσικού οργάνου.
«Πριν ξεκινήσω κάθε κέντημα, έχω στο μυαλό μου ακριβώς το στιλ τής τσάντας που θα το ‘φιλοξενήσει’, το χρώμα της, την ποιότητα του δέρματός της, ακόμη και το ακριβές σημείο στο οποίο θα τοποθετηθεί», εξηγεί η κυρία Λαζοπούλου. «Μερικές φορές έχω εκ των προτέρων στο μυαλό μου και τη φιγούρα τής γυναίκας που θα την κρατήσει. Αν, για παράδειγμα, πρόκειται για μια μαύρη τσάντα με πολλές χρυσές λεπτομέρειες, φαντάζομαι να την κρατάει μια κυρία. Όταν δημιουργώ κάτι πολύχρωμο, το φαντάζομαι πάνω σε μια νέα κοπέλα, που πάει το βράδυ σε ένα κλαμπ».
Κάθε μία από αυτές τις χειροποίητες τσάντες είναι μοναδική και απαιτούνται ώς και τέσσερις μήνες για την κατασκευή της. Γι’ αυτό και πωλείται ως έργο τέχνης και δεν απευθύνεται σε όλα τα βαλάντια…
Όλα άρχισαν ως χόμπι
Όλα ξεκίνησαν όταν η 60χρονη ιδιοκτήτρια επιχείρησης με ανταλλακτικά αυτοκινήτων, σε αναζήτηση τρόπου για να διώχνει το άγχος τής δουλειάς, έβγαλε το κέντημα από το μπαούλο, εκεί όπου το είχε κλείσει μαζί με τις παιδικές της αναμνήσεις. «Στα μαθητικά μου χρόνια κεντούσαν όλα τα κορίτσια. Αποφάσισα να αρχίσω ξανά το κέντημα ως χόμπι και παρατήρησα ότι με ηρεμεί και με αποφορτίζει», υποστηρίζει η κυρία Λαζοπούλου.
Όσο όμως το κέντημα λειτουργούσε θετικά στην ψυχολογία της τόσο τα εργόχειρα περίσσευαν… Η στενόχωρη διαπίστωση ότι τα εργόχειρά της δεν έβρισκαν μια θέση που να τους αξίζει την έφερε ένα βήμα πριν το να παρατήσει τη συγκεκριμένη ασχολία – και μάλιστα για δεύτερη φορά. Τότε, όπως λέει, μια τσάντα σε κάποια βιτρίνα τής έδωσε τη λύση: «Η δουλειά μου προϋποθέτει πολλά ταξίδια στην Ευρώπη. Σε ένα από αυτά είδα μια κεντημένη τσάντα και αποφάσισα να κάνω το ίδιο». Από την ιδέα αυτή γεννήθηκε η εταιρεία της, που δημιουργεί χειροποίητες, κεντημένες τσάντες.
Έμπνευση για την Άννα Λαζοπούλου αποτέλεσε το ίδιο το κέντημα, που πρωταγωνιστεί σε εργόχειρα μιας παλιότερης εποχής, στην παράδοση και στη λαογραφία – και μάλιστα όχι μόνο στην ελληνική. «Δεν μένω στα κλασικά μοτίβα. Συχνά κάνω συνδυασμούς παραδοσιακών σχεδίων με άλλα, της φαντασίας μου, ενώ υπάρχουν και εξ ολοκλήρου δικά μου σχέδια».
Για την πρόσφατη έμπνευσή της, τα σχέδια που προέρχονται από τον διάκοσμο του μπουζουκιού, εξηγεί ότι «η συγκεκριμένη σειρά αποτελείται από έξι διαφορετικές τσάντες, σε ίδιες αποχρώσεις. Έχουν όλες μαύρο, χρυσό και ασημί και το μοτίβο τους μοιάζει με αυτό πάνω στο αγαπημένο ελληνικό όργανο». Οι επόμενες δύο συλλογές της, που βρίσκονται «στα σκαριά», θα ονομάζονται «Νυχτολούλουδα» και «Κοσμήματα». Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ.