Πορτραίτο: Σάκης Γιούμπασης.
Ασχολείστε με τα λογιστικά. Πώς προέκυψε η συγγραφή ποίησης σε έναν άνθρωπο που επέλεξε μια εντελώς διαφορετική επαγγελματική κατεύθυνση;
Η αγάπη για την ποίηση προέκυψε σε νεαρή ηλικία. Θυμάμαι ότι βρισκόμουν στο χωριό όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, στα Άνω Πορόια Σερρών, περίπου στην ηλικία των 11 ετών, όταν η μητέρα μου μού αγόρασε τους «Άθλιους» του Βίκτωρος Ουγκώ. Ήταν δύο μεγάλοι τόμοι. Τότε, οι βιβλιοπώλες έρχονταν με τα αυτοκίνητά τους από τις μεγάλες πόλεις –τη Θεσσαλονίκη, τις Σέρρες– και πουλούσαν τα βιβλία τους. Και οι συγχωριανοί κοιτούσαν με απορία.
Θυμάμαι ότι ζορίστηκα πολύ κατά την ανάγνωση και μετά βίας κατάλαβα το 20% τού βιβλίου. Μου άρεσε όμως πάρα πολύ το διάβασμα. Τα πράγματα μου τα χάλασε η κατεύθυνση που ακολούθησα καθώς μεγάλωνα. Παρότι θα έπρεπε να ακολουθήσω τη θεωρητική κατεύθυνση, ακολούθησα τη θετική, ίσως επειδή αυτήν είχαν προτιμήσει και οι φίλοι μου. Μου άρεσε πολύ η Φιλολογία, τα αρχαία Ελληνικά. Στα 14-15 πήρα χαρτί και μολύβι και άρχισα να γράφω. Στην αρχή ήταν κάποια έμμετρα στιχάκια, έβλεπα όμως ότι ελευθερωνόμουν στην ελεύθερη ποίηση, στη μοντέρνα, στην άμετρη. Και έτσι άρχισα να γράφω, το 1974-75.
Από τότε ακολούθησαν τέσσερις ποιητικές συλλογές, με την τελευταία, που τιτλοφορείται «Τα στάχυα, όταν ωριμάζουν, λυγίζουν…», να κυκλοφορεί λίγο πριν από την έναρξη της καραντίνας. Διακρίνω μια μελαγχολία στον τίτλο;
Το αντίθετο. Θα έλεγα μιαν αισιοδοξία. Καθώς μεγαλώνουμε, αρχίζουμε να κρατάμε στη ζωή μας πράγματα που πιστεύουμε –που έχουμε την πληροφόρηση μέσα μας και την επιβεβαίωση στο είναι μας– ότι αξίζουν. Οπότε, από αυτά θέλουμε να γεμίζει η ζωή μας, αυτά θέλουμε να κρατάμε, όσο κι αν υπάρχουν ένας σωρός άλλα πράγματα που είναι πιο φευγαλέα και δευτέρας σημασίας. Αυτά κρατάμε και, τελικά, από αυτά λυγίζουμε. Έχουμε μια ζωή που ξέρουμε πού πατάμε, ξέρουμε ποιοι είμαστε. Αν έχουμε την ταπεινότητα που δίνει αυτό το λύγισμα απ’ όλα τα όμορφα πράγματα, τις αρετές που δίνει η ζωή μέσα από τις εμπειρίες, τη γνώση –μας εφοδιάζει με πολλούς τρόπους–, τελικά είμαστε πιο άνθρωποι. Εμένα, σε όλη αυτήν την πορεία μου, αυτό είναι το κεντρικό μου σημείο: η ανθρωπιά. Πιστεύω ότι ο Δημιουργός μάς έφτιαξε ανθρώπους. Και όλο το σύστημα του κόσμου αυτό πάει να το καταστρέψει. Αυτήν την ανθρωπιά πάει να σβήσει από μέσα μας. Βάζει άλλους στόχους, πιο λαμπερούς, οι οποίοι σε τραβάνε. Και κάπου χανόμαστε και αστοχούμε. Αυτό είναι το λύγισμα.
Παρατηρώ ότι σε όλα τα βιβλία σας, παρότι δεν υπάρχει μια «θρησκευτική», αν μπορώ να την αποκαλέσω έτσι, γραφή, υπάρχουν έμμεσες αναφορές στον Θεό…
Ο Θεός έχει την πιο σημαντική θέση στη ζωή μου. Μια πίστη όχι εμπορευματοποιημένη, μια πίστη στον Ιησού Χριστό, τον Υιό Τού Θεού. Ο άνθρωπος έβγαλε τον Θεό από τη ζωή του. Επειδή κι αυτήν την ελευθερία μάς την έχει δώσει ο Θεός – «όποιος θέλει» λέει. Έτσι, τράβηξε δικούς του δρόμους και κάνει κουμάντο αυτός. Κάποιοι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι αυτό δεν βγάζει πουθενά. Χάνουμε τον στόχο, χάνουμε τον προσανατολισμό μας. Ε, λοιπόν, γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός στη γη, σταυρώθηκε, γιορτάζουμε το Πάσχα την ανάστασή Του: για να μας φέρει πίσω στη ζωή, καθώς θα αποδεχθούμε τη σωτηρία που προσφέρει. Αυτό το έκανα εγώ στα 18 μου. Χριστιανοί δεν γεννιόμαστε επειδή είναι ο μπαμπάς, η μαμά ή λόγω κράτους. Χριστιανοί γινόμαστε, επειδή το παίρνουμε απόφαση εμείς οι ίδιοι. Διάβαζα την Αγία Γραφή και, κυρίως, την Καινή Διαθήκη και από εκεί μέσα φωτίστηκα σε κάποιες αρετές, τις οποίες δεν μπορούμε μόνοι μας να τις κάνουμε κουμάντο. Εμείς κάνουμε την ατμόσφαιρα και τη γη την αγαθή και μας φυτεύονται. Εκείνο είναι που κάνει την αλλαγή στη ζωή και την ωρίμανση.
«ΚΑΘΩΣ ΜΕΓΑΛΩΝΟΥΜΕ, ΑΡΧΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ –ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΣΤΟ ΕΙΝΑΙ ΜΑΣ– ΟΤΙ ΑΞΙΖΟΥΝ. ΟΠΟΤΕ, ΑΠΟ ΑΥΤΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΓΕΜΙΖΕΙ Η ΖΩΗ ΜΑΣ, ΑΥΤΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΚΡΑΤΑΜΕ, ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΕΝΑΣ ΣΩΡΟΣ ΑΛΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΦΕΥΓΑΛΕΑ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ. ΑΥΤΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΚΑΙ, ΤΕΛΙΚΑ, ΑΠΟ ΑΥΤΑ ΛΥΓΙΖΟΥΜΕ».
Ποια είναι η θεματολογία την οποία πραγματεύονται τα ποιήματά σας;
Μιλάω για τον έρωτα, για τη φύση, για διάφορες καταστάσεις, για τα σύνορα, τον κόσμο, τους πολέμους, για την κακία που υπάρχει στον άνθρωπο, για πράγματα που πρέπει να αλλάξουμε στην κοινωνία, για κάποιες βάσεις που εγώ θεωρώ βασικές αξίες.
Το βιβλίο συνοδεύεται από ένα μουσικό CD, που είναι μόνο του μια ολοκληρωμένη δουλειά. Πώς καταλήξατε σ’ αυτήν την απόφαση; Να είναι μια διπλή δουλειά;
Το συνοδευτικό CD, που έχει τίτλο «Ανατέλλω», προέκυψε λόγω της φιλίας που έχω με έναν πολύ καλό πιανίστα, τον Θανάση Μπιλιλή, και τον μουσικό Φαίδωνα Καλοτεράκη, ειδικό βοηθό διευθυντή στο ΚΕΘΕΑ «Ιθάκη», στη Σίνδο, ο οποίος έγραψε μουσική σε δώδεκα ποιήματα από την τέταρτη ποιητική συλλογή μου. Τα τραγούδια είναι σε στιλ μπαλάντας, με εξαίρεση ένα κομμάτι, που είναι πιο μοντέρνο. Έχουν αυτό το μελωδικό τού έντεχνου τραγουδιού, όπου έρχονται και «κάθονται» πιο καλά οι στίχοι. Μπορείς να έχεις ανοιχτή την ποιητική συλλογή, να ακούς το κομμάτι και να διαβάζεις και τους στίχους.
Πρέπει να πω ότι, εκτός από την ποίηση, ασχολούμαι και με τη μουσική. Είμαι ντράμερ, κρουστός. Έχω παίξει σε συγκροτήματα, έχω παίξει και με τον Φαίδωνα, που τραγουδάει στο CD. Από την παρέα βγήκε η ιδέα να κάνουμε αυτήν τη δουλειά, η οποία ξεφεύγει από μια καθαρά ποιητική συλλογή, όπως ήταν οι τρεις προηγούμενες. Ήταν ωραία ιδέα και το είδαν με καλό μάτι και οι εκδοτικές. Το κόστος μπορεί να ήταν λίγο μεγαλύτερο, αλλά πήγε πολύ καλά.
Φαντάζομαι ότι τώρα, που οι περιορισμοί που υπήρχαν λόγω πανδημίας σε ό,τι αφορά παρουσιάσεις, συναυλίες κτλ. αίρονται σιγά σιγά, σκοπεύετε να συνεχίσετε την προώθηση…
Νομίζω ότι θα κάνουμε 2-3 παρουσιάσεις σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, ίσως και σε άλλες πόλεις. Θα περιλαμβάνουν λόγο και μουσική, ακόμη και απαγγελία ποιημάτων που δεν είναι μελοποιημένα. Στην Κατερίνη, που ήταν η μοναδική πόλη όπου προλάβαμε να παρουσιάσουμε τη δουλειά πριν μας προλάβει η πανδημία, η παρουσίαση πήγε πολύ καλά.
Σας στοίχισε η καραντίνα;
Παρότι η νέα δουλειά κυκλοφόρησε σε μια πολύ κακή περίοδο, πήγε εξαιρετικά καλά, σύμφωνα με την ενημέρωση που έχω από τον εκδοτικό μου οίκο. Αγοράστηκαν αρκετές ποιητικές συλλογές – και μάλιστα χωρίς να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε τις προωθητικές ενέργειες που είχαμε στο πρόγραμμα, όπως παρουσιάσεις στο «Βαφοπούλειο» και κάποιες άλλες, όπως σας είπα.
Οι υποχρεώσεις τής εργασίας σας σάς επιτρέπουν να ασχοληθείτε με αυτό που αγαπάτε;
Δεν υπάρχει μέρα που να μην καθίσω να διαβάσω ή να γράψω. Το κάνω για εμένα. Το θέλω, είναι για εμένα ζωή. Όπως πάω στη δουλειά μου, έτσι θα ξοδέψω και στο 24ωρό μου από μία ώς τρεις-τέσσερις ώρες. Όσο πάρει… Μου αρέσει πάρα πολύ το διάβασμα, η ποίηση, η πεζογραφία, τα διηγήματα.
Τι έχουμε να περιμένουμε από εσάς για τη συνέχεια; Μια νέα ποιητική συλλογή, ίσως;
Άρχισα να εκδίδω μετά από πιέσεις φίλων. Δεν είχα σκοπό να εκδίδω. Έγγραφα για εμένα. Μου λένε: «Έχεις πετάξει άλλα τόσα». Εγώ έτσι δουλεύω: σκίζω, γράφω, σκίζω, γράφω… Ακόμη κι αυτά που έχουν εκδοθεί μπορώ να τα δουλέψω και να βγάλω κάτι άλλο. Για εμένα το σημαντικό είναι η έμπνευση. Πολλοί λένε ότι είναι το δούλεμα, η χημεία, η ωρίμανση. Για εμένα είναι η έμπνευση. Αν υπάρχει, όλα είναι καλά. Αν δεν υπάρχει, όση δουλειά κι αν κάνεις δεν οδηγεί πουθενά. Οπότε, αν έχω την έμπνευση, μπορεί να με οδηγήσει κάπου αλλού.