Πορτραίτο: Σάκης Γιούμπασης.
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΣΥΧΝΑ ΟΤΙ Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΕΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ – ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΤΟ ΚΑΝΕΙ. ΑΠΟ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ, ΣΥΧΝΑ ΑΔΥΝΑΤΕΙ ΝΑ ΣΥΓΚΡΑΤΗΣΕΙ ΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΤΗΣ ΤΑ ΦΩΤΕΙΝΑ ΜΥΑΛΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΕΙ. ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ. ΞΕΡΕΤΕ, ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ, ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΤΙΜΩΡΗΘΕΙ ΓΙ΄ ΑΥΤΟ.
Μένετε στο κέντρο και εργάζεστε στο κέντρο. Θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος ότι είστε «παιδί τού κέντρου» από επιλογή; Αν ναι, τι είναι αυτό που σας ελκύει στο θεσσαλονικιώτικο downtown;
Μεγάλωσα στην ανατολική μεριά τής πόλης, στη Χαριλάου, αλλά ζω στο κέντρο περίπου 20 χρόνια. Δεν ήμουν, αλλά έγινα παιδί τού κέντρου και η αλήθεια είναι ότι δύσκολα μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να ζει οπουδήποτε αλλού.
Προς το παρόν, με κρατά ακόμη «αιχμάλωτη» στα δίχτυα του ο παλμός τού κέντρου και όσα αγαπώ σ’ αυτό. Λατρεύω να περπατώ ανάμεσα στα βυζαντινά μνημεία τής UNESCO, να σηκώνω το κεφάλι μου ψηλά και να χαζεύω τα διατηρητέα κτίρια, να διασχίζω την πολύχρωμη Αγίου Μηνά και τα Λουλουδάδικα, να κατηφορίζω προς την πλατεία Αριστοτέλους και να «φεύγει» το βλέμμα μου στον γαλάζιο ορίζοντα και τον μεγαλοπρεπή Όλυμπο. Είναι μοναδικό προνόμιο να ζεις σε μια πόλη με διαφυγή στη θάλασσα και μακρά ιστορία, όπως η Θεσσαλονίκη.
Α, και φυσικά, ως γνήσιο παιδί τού κέντρου, αδύνατον να μην εκτιμήσω τις σχεδόν μηδενικές αποστάσεις (σπίτι – γραφείο: 10 λεπτά), που τόσα χρόνια κάνουν την καθημερινότητά μου εξαιρετικά εύκολη.
Υπάρχουν κάποια αγαπημένα σημεία ή στέκια, που αποτελούν σταθερούς σταθμούς στις καθημερινές σας διαδρομές;
Ήδη ανέφερα κάποια, αλλά φυσικά έχω και άλλα αγαπημένα – και όχι μόνο στις καθημερινές μου διαδρομές. Μερικά από αυτά; Η αλέα με τις αμυγδαλιές πίσω από την εκκλησία τής Παναγίας Αχειροποιήτου, η πρωινή μου καλημέρα από τη… μητέρα φύση – δυσεύρετη στο κέντρο. Η εμβληματική εικόνα τού κάθετου, νοητού άξονα Ροτόντα-πλατεία Ιπποδρομίου-Θερμαϊκός – καμιά φορά προσπαθώ να φανταστώ πόσο υπέροχος θα ήταν αυτός ο άξονας, αν δεν είχε χτιστεί ασφυκτικά ο αστικός ιστός με πολυκατοικίες και αν είχε διατηρηθεί ως ανεξάρτητος αρχαιολογικός χώρος για ιστορική περιήγηση και βόλτα, όπως για παράδειγμα το ρωμαϊκό φόρουμ που βρίσκεται απέναντι από το Κολοσσαίο, στη Ρώμη.
Όσοι με γνωρίζουν προσωπικά, ξέρουν τη μεγάλη αδυναμία που έχω στον πολιτισμό και την τέχνη. Αγαπώ το καφέ τού MOMus – Μουσείο Φωτογραφίας στο λιμάνι, με τις μεγάλες τζαμαρίες του, που προσφέρουν κινηματογραφική θέα. Δεν θα χορτάσω ποτέ να χαζεύω το ωραιότερο αρχιτεκτονικά –κατά τη γνώμη μου– κτίριο της Θεσσαλονίκης, το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού τού Κυριάκου Κρόκου.
Απολαμβάνω το κέντρο, όταν παίρνει ρυθμό και δονείται από το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Τις ανανεωτικές ξαφνικές εξόδους για φαγητό – να παίρνεις την απόφαση την ώρα που φεύγεις από το γραφείο, μετά από ένα-δύο τηλέφωνα. Τα «διαμαντάκια», νέας κοπής gastro-restaurants, αλλά και γενικά τη γαστρονομική σκηνή τής πόλης – από εμβληματικά εστιατόρια μέχρι «πειραγμένο» street food. Και, βέβαια, δεν μπορεί κάποιος να αναφερθεί στη Θεσσαλονίκη των ποιητών, των καλλιτεχνών και της πρωτοπορίας χωρίς να αφιερώσει μία αράδα στο απίστευτης ομορφιάς ηλιοβασίλεμά της, με τις μοβ και πορτοκαλοκόκκινες αποχρώσεις να «κεντούν» τον βραδινό ουρανό στη Νέα Παραλία.
Έχετε πίσω σας μια μακρά πορεία στον περιοδικό Τύπο, σε ορισμένους από τους πλέον επιτυχημένους τίτλους τοπικά και πανελλαδικά. Αν χρειαζόταν να καταγράψετε σε ένα ρεπορτάζ τα τρία καλύτερα και τα τρία λιγότερο ελκυστικά στοιχεία τής Θεσσαλονίκης, ποια θα ήταν αυτά;
Ξεκινάω με τα ισχυρά «χαρτιά». Η πλούσια ιστορία και η πολυπολιτισμικότητά της, που δημιουργούν ένα πολυδύναμο μωσαϊκό, τον καμβά, το ιδανικό υπόβαθρο για να καλλιεργηθούν και να ανθίσουν δημιουργικά μυαλά και δυνάμεις πρωτοπορίας. Η γαστρονομική της παράδοση – μάλιστα, πρόσφατα η Θεσσαλονίκη διακρίθηκε ως η πρώτη ελληνική πόλη που εντάχθηκε στο Δίκτυο Δημιουργικών Πόλεων Γαστρονομίας τής UNESCΟ. Τέλος, στα καλύτερα θα συμπεριλάβω και το μέγεθος της πόλης: η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που περπατιέται εύκολα –σίγουρα πιο εύκολα από την Αθήνα–, ενώ το μέγεθός της επιτρέπει στους κατοίκους και στους επισκέπτες της να απολαμβάνουν τα καλά μιας μητρόπολης, αποφεύγοντας σε μεγάλο βαθμό τα αρνητικά της. Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, η Θεσσαλονίκη είναι η ιδανική πόλη για φοιτητές και φοιτητική ζωή.
Στα μη ελκυστικά τώρα, θα ξεκινούσα από το γεγονός ότι είναι μια βρώμικη πόλη, με υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση και ελάχιστο πράσινο. Άλλο ένα μείζον θέμα είναι το φρακαρισμένο από τα αυτοκίνητα κέντρο και η ασφάλεια στις μετακινήσεις, καθώς πεζοδρόμια και δρόμοι βρίσκονται σε κακό χάλι. Τέλος, στα αρνητικά τής πόλης θα συμπεριλάβω τον συντηρητισμό που διακρίνει μερίδα των μόνιμων κατοίκων της, αλλά και την έλλειψη της κουλτούρας συνεργασίας, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Η Θεσσαλονίκη είχε γυναίκα δήμαρχο μία φορά στην ιστορία της – τη γιατρό και πολιτικό Αρίστη Παγιατάκη, η οποία εξελέγη πρώτη σε ψήφους στις δημοτικές εκλογές τού 1951 και διορίστηκε δήμαρχος Θεσσαλονίκης για σύντομο χρονικό διάστημα. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η ανδροκρατία στον δημαρχιακό θώκο τής πόλης; Μήπως έχει έρθει η ώρα για τη δεύτερη γυναίκα που θα αναδειχθεί στη θέση τής δημάρχου Θεσσαλονίκης;
Είναι πάντοτε η ώρα για μία γυναίκα δήμαρχο, γυναίκα πρωθυπουργό, γυναίκα υπουργό, γυναίκα σε θέση ευθύνης.
Ξέρετε, με αφορμή και την πρόσφατη κρίση στην Ουκρανία, η γνωστή δημοσιογράφος, συγγραφέας και επιχειρηματίας Αριάννα Χάφινγκτον ανέβασε ένα post στο Instagram, όπου ανέφερε χαρακτηριστικά: «Οι άνδρες κυβερνούν αυτόν τον κόσμο και απέτυχαν». Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω απόλυτα. Στην αντίπερα όχθη, βλέπουμε κράτη, όπως η Νέα Ζηλανδία, η Ισλανδία, η Δανία και η Φινλανδία, να προκρίνουν γυναίκες στον πρωθυπουργικό θώκο τής χώρας τους.
Βέβαια, δεν μπορώ να πω ότι πετάω στα σύννεφα… Τα έμφυλα στερεότυπα στην Ελλάδα και στις χώρες τής Μεσογείου είναι πολύ βαθιά ριζωμένα, κάτι που, δυστυχώς, διαπιστώνουμε καθημερινά με πολλούς τρόπους, λιγότερο ή περισσότερο ενοχλητικούς, δυσάρεστους ή και αδιανόητους.
Να πω εδώ ότι γίνεται σημαντική δουλειά τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά το #Metoo, από ομάδες, οργανισμούς και συλλογικότητες προς την κατεύθυνση της ευαισθητοποίησης και ενδυνάμωσης σε θέματα που αφορούν την ισότητα των δύο φύλων στον επαγγελματικό στίβο και στη δημόσια σφαίρα. Επίσης, είναι γνωστό ότι, αν θέλεις να κάνεις μία αλλαγή στην κοινωνία, πρέπει να ξεκινήσεις από την εκπαίδευση. Υπό το πρίσμα αυτό, λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό για όλους εμάς, που δραστηριοποιούμαστε επαγγελματικά στον χώρο τής εκπαίδευσης, να είμαστε καλοί «αγωγοί» για πρακτικές και μηνύματα που οδηγούν στην κατάρριψη των πάσης φύσεως στερεότυπων. Όσον αφορά, δε, το αίτημα «Σπάσε το γυάλινο ταβάνι», δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι και ανέφικτο.
Κλείστε τα μάτια και προσπαθήστε να φανταστείτε τη Θεσσαλονίκη σε 10 χρόνια από σήμερα, Απρίλιο του 2032. Τι θα ευχόσασταν να είναι διαφορετικό;
Μελλοντολόγος δεν είμαι, οπτιμίστρια όμως ναι. Θα πω λοιπόν ότι εύχομαι να έχουν ολοκληρωθεί τα μεγάλα έργα υποδομής, που ταλανίζουν –εξωφρενικά– πολλά χρόνια την πόλη, τους κατοίκους και τους επισκέπτες της και που θα λύσουν τα καθημερινά προβλήματα της αστικής μετακίνησης, της ατμοσφαιρικής μόλυνσης κτλ. Σίγουρα θα ήθελα μια Θεσσαλονίκη με περισσότερο πράσινο. Και με open-minded ανθρώπους, με το βλέμμα στραμμένο προς τα έξω.
Διαβάζουμε συχνά ότι η Θεσσαλονίκη παράγει πρωτοπορία – και πράγματι το κάνει. Από τα χρόνια τής οικονομικής κρίσης και μετά, συχνά αδυνατεί να συγκρατήσει στο εγχώριο δυναμικό της τα φωτεινά μυαλά που παράγει. Και αυτό πρέπει να αλλάξει. Ξέρετε, το παρελθόν δεν μπορεί να αλλάξει, το μέλλον όμως δεν χρειάζεται να τιμωρηθεί γι΄ αυτό.