Πορτρέτα: Σάκης Γιούμπασης
Παρότι ο ρόλος σας στη διοίκηση του δήμου Θεσσαλονίκης είναι ιδιαίτερα αυξημένος, θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω τις ερωτήσεις μου με αναφορές στο θυμικό… Πώς νιώθετε που επιστρέφετε μετά από πολλά χρόνια στην αντιδημαρχία Πολιτισμού;
Έχω μια αδιάλειπτη πορεία στην τοπική αυτοδιοίκηση, εδώ και 35 χρόνια. Είχα τη μεγάλη τιμή να ασκήσω διοίκηση – ήμουν αντιδήμαρχος Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, μεταξύ άλλων αρμοδιοτήτων. Είναι πράγματι πάρα πολύ ιδιαίτερη τιμή το γεγονός ότι μετά από περίπου 15 χρόνια αναλαμβάνω ξανά τη θέση του αντιδημάρχου Πολιτισμού, αλλά και τη θέση του αντιδημάρχου Τουρισμού, που είναι μια πολύ μεγάλη πρόκληση για την πόλη. Ο τουρισμός είναι ένας σημαντικός μοχλός ανάπτυξης και βελτίωσης της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Ως εκπαιδευτικός, έρχομαι σε καθημερινή επαφή με νέους και ξέρω πάρα πολύ καλά πόσο βοηθά ο τουρισμός μέσα από τη δυνατότητα να ασκήσουν, έστω και πρόσκαιρα, κάποιο επάγγελμα, για να μπορέσουν να στηρίξουν τις σπουδές τους. Αυτό είναι η πιο απλή πτυχή.
Εκείνο το οποίο με ενδιαφέρει, ωστόσο, είναι να συνδυάσουμε τον πολιτισμό με τον τουρισμό, να μπορέσουμε να κάνουμε τη Θεσσαλονίκη έναν τουριστικό προορισμό εμπειρίας: δηλαδή, ο επισκέπτης να έρχεται και να ζει στιγμές, τις οποίες θα τις μεταφέρει και θα τις διηγείται όταν θα επιστρέψει στον τόπο του. Και αυτό το πετυχαίνουμε με αυτό το οποίο λέει ο δήμαρχός μας, Στέλιος Αγγελούδης, για μια πόλη «non stop festival»: δηλαδή, να είναι ένα διαρκές φεστιβάλ, με το ένα να ακολουθεί το άλλο. Και δεν είναι υποχρεωτικό να είναι του δήμου ή δημόσιου χαρακτήρα… Διοργανώσεις υπάρχουν πάρα πολλές, αξιόλογες ιδιωτικές πρωτοβουλίες, που αξίζει να τις στηρίξουμε. Ίσως, αν θέλετε, ακόμη πιο προοδευτικές και ακόμη πιο εναλλακτικές, που ανταποκρίνονται περισσότερο στις σύγχρονες τάσεις και τα ρεύματα της νεολαίας, κάτι που επίσης μας ενδιαφέρει.
Σε ό,τι αφορά τη θέση σας ως αναπληρωτή δημάρχου, νιώθετε βαριά στους ώμους σας την εμπιστοσύνη με την οποία σας περιέβαλε ο δήμαρχος, Στέλιος Αγγελούδης;
Ο θεσμός του αναπληρωτή δημάρχου υπάρχει εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Έχει την έννοια ότι αναπληρώνεις και υποστηρίζεις το έργο του δημάρχου, όπως κάνουν, ούτως ή άλλως, όλοι οι αντιδήμαρχοι. Όμως, έχουμε έναν δήμαρχο που έχει μια αδιάλειπτη, δυναμική παρουσία στην πόλη, ακόμη και στην πιο μικρή της λεπτομέρεια. Έναν άνθρωπο που του αρέσει να συναναστρέφεται καθημερινά –έστω και για μία ή δύο ώρες– τους συμπολίτες μας, να κυκλοφορεί στην πόλη, για να αφουγκράζεται διαρκώς τον σφυγμό της. Όλοι εμείς, ανεξάρτητα από τη θέση που έχουμε, οφείλουμε να φανούμε αντάξιοι της εμπιστοσύνης του. Επειδή, σε τελική ανάλυση, ναι μεν οι Θεσσαλονικείς εμπιστεύτηκαν και εμάς, πρωτίστως όμως εμπιστεύτηκαν τον Στέλιο Αγγελούδη, που τον εξέλεξαν δήμαρχο της πόλης. Άρα, λοιπόν, όλοι, συντεταγμένα και υπό τη διοίκηση του, προχωρούμε μαζί. Είμαστε μία ομάδα, μία Ομάδα για τη Θεσσαλονίκη.
Αν σας ζητούσα να μου αναφέρετε τα τρία πράγματα που σας αγχώνουν ή σας πιέζουν ως εκκρεμότητες μετά την αλλαγή σκυτάλης στον δήμο Θεσσαλονίκης, ποια θα ήταν αυτά; Δεν ρωτώ κατ’ ανάγκη για θέματα του δικού σας χαρτοφυλακίου… Σας ρωτώ περισσότερο ως μέλος της νέας διοίκησης του δήμου.
Κατ’ αρχήν, το πρώτο που με απασχολεί είναι τα οικονομικά. Παραλάβαμε μια δυσάρεστη κατάσταση, ένα μεγάλο έλλειμμα στα ανταποδοτικά τέλη και στα τέλη καθαριότητας και φωτισμού (περίπου της τάξεως των 22 εκατ. ευρώ), το οποίο καλούμαστε να καλύψουμε είτε με την αύξηση των ανταποδοτικών τελών που η προηγούμενη διοίκηση αποφάσισε να μας αφήσει ως μονόδρομο, είτε μεταφέροντας πόρους από άλλους κωδικούς του προϋπολογισμού, για να καλύψουμε το έλλειμμα, δυστυχώς σε βάρος άλλων πολιτικών, που έχει εξίσου ανάγκη η πόλη.
Το δεύτερο είναι η καθημερινότητα – και, μέσα στην καθημερινότητα, θα εντάξω πρωτίστως την καθαριότητα. Νομίζω ότι για το πολύ μικρό χρονικό διάστημα που ο Στέλιος Αγγελούδης είναι δήμαρχος υπάρχει αισθητή βελτίωση. Άρα, δεν είναι μόνο θέμα υποδομών, είναι και ζήτημα οργάνωσης διοίκησης, αλλά και του πώς θα μπορέσεις να πείσεις το ανθρώπινο δυναμικό του δήμου να εκτελέσει καλύτερα τη δουλειά του, κάτι το οποίο νομίζω ότι το πετυχαίνουμε και φαίνεται. Η καθημερινότητα είναι και θέματα που αφορούν σε επεμβάσεις τεχνικών έργων, κάτι που πιστεύω ότι θα αρχίσει να εξελίσσεται σιγά σιγά, επειδή αυτά τα θέματα είναι και περισσότερο χρονοβόρα. Για εμάς, ο δημόσιος χώρος και οι χρήσεις του είναι προτεραιότητα.
Η τρίτη πρόκληση έχει να κάνει με τον πολίτη. Εδώ θα εντάξω τον πολιτισμό, τον τουρισμό, τον αθλητισμό, την εκπαίδευση, την αλληλεγγύη στους οικονομικά αδύνατους. Δράσεις που θα βοηθήσουν την πόλη να βγει προς τα έξω, να φανεί στον κόσμο, έτσι ώστε να ενισχυθεί η επισκεψιμότητά της. Να μπορέσουμε, δηλαδή, να φτιάξουμε ένα brand. Ένα όνομα που από μόνο του θα δίνει προστιθέμενη αξία.
Δίνω ασφαλώς, ως εκπαιδευτικός, πολύ μεγάλη έμφαση και στα θέματα της εκπαίδευσης – και δη στο σχολείο. Κατ’ αρχήν, η Θεσσαλονίκη έχει τρία μεγάλα, καταπληκτικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, που φέρνουν στην πόλη περίπου 200.000 νέους ανθρώπους – το ένα πέμπτο του πληθυσμού της. Δεν ξέρω αν υπάρχουν άλλες πόλεις στην Ελλάδα που να συγκεντρώνουν τόσο νεανικό πληθυσμό. Και, βέβαια, τα σχολεία μας, που έχουν να κάνουν με τα παιδιά της πόλης, στα οποία οφείλουμε να παρέχουμε τις καλύτερες δυνατές υποδομές.
Αναφερθήκατε σε ελλείμματα… Πόσο θεωρείτε ότι αυτά θα δυσχεράνουν το έργο σας;
Επιτρέψτε μου να πω ότι η οικονομική θέση παίζει καθοριστικό ρόλο στην άσκηση των πολιτικών και στην ανταπόκριση του σχεδιασμού. Όμως, οι διοικήσεις κρίνονται από τις λύσεις και από το κατά πόσο μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις και τις δυσκολίες. Τίποτα δεν γίνεται με μαγικό ραβδί ή μέσα σε μία μέρα. Όλα χρειάζονται τον χρόνο τους και τον σωστό σχεδιασμό. Εμείς –και αυτό θέλω να το γνωρίζουν οι Θεσσαλονικείς– έχουμε σχέδιο, το οποίο είναι ρεαλιστικό. Με τις οδηγίες του δημάρχου, καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια, ώστε η οικονομική δυσχέρεια του δήμου να μην έχει την αναμενόμενη δυσχέρεια στη ζωή των πολιτών. Να είναι οι Θεσσαλονικείς σίγουροι ότι, όσον αφορά στην καθαριότητα, τις μικρές και μεγάλες επεμβάσεις στον χώρο, τα τεχνικά έργα, δεν υποχωρούμε. Δεν πρόκειται ο Στέλιος Αγγελούδης να αφήσει την πόλη να στερηθεί αυτά που της ανήκουν. Δεν πρόκειται ο Στέλιος Αγγελούδης να αφήσει την πόλη απροστάτευτη στην κακή διαχείριση που παραλάβαμε.
Αυτό που κυνηγάει και διεκδικεί ο δήμαρχός μας είναι η εξεύρεση των πόρων από την κεντρική εξουσία. Γι’ αυτό ακριβώς και πηγαίνει συχνά στην Αθήνα, ζητώντας και διεκδικώντας τους από την κεντρική εξουσία – και, μπορώ να πω, με πολύ θετικό αποτέλεσμα. Θυμίζω, απλώς, την ταχύτητα με την οποία βρέθηκαν τα 8,5 εκατ. για την πλατεία Ελευθερίας, μια υπόθεση πολύ σημαντική για την πόλη, μια υπόθεση μνήμης και ιστορικής αποκατάστασης. Μια υπόθεση την οποία, αν θέλετε, μπορούμε να προσεγγίσουμε και από την οικονομική της διάσταση, με στόχο την προσέλκυση ισραηλιτών επισκεπτών.
Ή, ας πούμε, η επιχορήγηση που αναμένουμε από το υπουργείο Εσωτερικών για τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού και των υποδομών καθαριότητας, που θα μας δώσει νέες δυνατότητες για μια καθαρότερη πόλη.
Θα μπορούσα να αναφέρω και πολλές ακόμη περιπτώσεις, στις οποίες οι Θεσσαλονικείς –σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, λιγότερο από εξάμηνο– θα αρχίσουν να βλέπουν αυτήν την εισροή πόρων. Ή, ακόμη, θα μπορούσα να σας αναφέρω την εξαγγελία από τον δήμαρχο, σε συνεργασία με τον περιφερειάρχη, Απόστολο Τζιτζικώστα, της έναρξης έργων που δεν θα επιβαρύνουν ούτε με ένα ευρώ τον προϋπολογισμό του δήμου, καθώς θα καλυφθούν εξ ολοκλήρου από το ΕΣΠΑ.
Να, λοιπόν, αυτό που σας λέω: ότι είμαστε έτοιμοι, ότι έχουμε σχέδιο και ότι, με τη σωστή καθοδήγηση και με χρηστή διαχείριση, θα εξασφαλίσουμε τους πόρους που χρειάζεται αυτή η πόλη, χωρίς σπατάλες. Συντασσόμαστε όλοι μαζί σε έναν κοινό σκοπό.
Είστε πρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής, μια ευθύνη πολύ βαριά, αφού, μεταξύ άλλων, σχετίζεται και με την οικονομική διαχείριση…
Αυτήν τη στιγμή, η Δημοτική Επιτροπή, βάσει του νέου νομοθετικού πλαισίου, είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό όργανο, που λαμβάνει πάρα πολλές αποφάσεις. Προέκυψε από τη συγχώνευση της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής και της Οικονομικής Επιτροπής, περιλαμβάνοντας και μέρος των αρμοδιοτήτων της Εκτελεστικής Επιτροπής, στην οποία κάποτε μετείχαν όλοι οι αντιδήμαρχοι.
Είναι γεγονός ότι πρόκειται για πάρα πολύ μεγάλη ευθύνη. Θέλει πάρα πολύ χρόνο και πάρα πολύ διάβασμα κάθε εισήγησης που έρχεται, για να ξέρεις πού βάζεις την υπογραφή σου. Έχουμε όμως μια πάρα πολύ καλή ομάδα που μας υποστηρίζει, έτσι ώστε να διασφαλίζουμε πλήρως κατ’ αρχήν τη διαφάνεια, αλλά και τη χρηστή διαχείριση, στο όνομα των Θεσσαλονικέων.
Επιτρέψτε μου να πω ότι η συνεργασία μεταξύ των αντιδημάρχων και των υπηρεσιακών παραγόντων είναι ένα πολύ σημαντικό «όπλο», για να διασφαλιστούν όλα αυτά που σας ανέφερα. Προφανώς, η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει να είναι μόνο τίμια, πρέπει και να φαίνεται. Γι’ αυτό ακριβώς και έχουμε θέσει μία στόχευση: να είμαστε προσεκτικοί και να προχωρούμε με σταθερά και προσεκτικά βήματα, έτσι ώστε όχι μόνο να είμαστε, αλλά και να δείχνουμε σε όλους τους συμπολίτες μας ότι προσπαθούμε με ηθική και εφαρμόζοντας τον νόμο να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά αυτήν η πόλη.
Παρότι και η προηγούμενη ιδιότητά σας, ως προέδρου του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, ήταν σε πολιτιστικό φορέα με επίκεντρο τη μουσική, οι απαιτήσεις της νέας θέσης είναι σαφώς αυξημένες. Φαντάζομαι ότι το να καταστρώνεις το πολιτιστικό πρόγραμμα για έναν ολόκληρο δήμο, με κατοίκους με διαφορετικές αφετηρίες, αναφορές και ενδιαφέροντα, απαιτεί ιδιαίτερη προσέγγιση. Πώς σκοπεύετε να κινηθείτε σε αυτόν τον τομέα;
Κατ’ αρχήν, να πω ότι το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, εκτός από χώρος πολιτισμού, είναι και ένας από τους πιο αξιόλογους χώρους για την πραγματοποίηση συνεδρίων, όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη, αλλά και για ολόκληρη την Ελλάδα. Άρα, συνδυάζει τον πολιτιστικό με τον τουριστικό χαρακτήρα, κάτι που θυμίζει, σε μικρογραφία, τις νέες υποχρεώσεις και τα νέα καθήκοντά που έχω σήμερα ως αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Τουρισμού.
Πάντοτε υποστήριζα και υποστηρίζω ότι σ’ αυτήν την πόλη ουδείς περισσεύει. Το μεγαλύτερο όπλο μιας κοινωνίας είναι οι συνέργειες. Ποια είναι, δηλαδή, η πρόθεση και ο σκοπός μου, ως αντιδημάρχου; Να συνεργαστώ με όλους αυτούς τους φορείς για ένα κοινό αποτέλεσμα. Μπορούμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να πετύχουμε πολύ περισσότερα. Μαζί μπορούμε, με ενωμένες τις δυνάμεις μας (και τις οργανωτικές και τις οικονομικές), να διοργανώσουμε δράσεις με κορυφαία ονόματα, οι οποίες θα αναβαθμίσουν ακόμη περισσότερο τον πολιτισμό της πόλης, αλλά και το brand name της Θεσσαλονίκης.
Ορισμένες φορές έχω την αίσθηση ότι στη Θεσσαλονίκη διοργανώνονται πολλές σημαντικές και ενδιαφέρουσες πολιτιστικές εκδηλώσεις, αυτές μοιάζει ωστόσο σαν να κινούνται σε τροχιές παράλληλες και ποτέ τεμνόμενες. Είναι σαν να λείπει ο «μαέστρος» με τη μπαγκέτα του, που θα συντονίσει όλη αυτή την καλλιτεχνική δημιουργία σε ένα προϊόν ευπώλητο εντός και εντός συνόρων, που θα έχει τη σφραγίδα της πόλης. Θα μπορούσε να είναι ο δήμος αυτός ο «μαέστρος»; Έχετε κάποιες πρώτες σκέψεις κατά νου;
Κοιτάξτε… Ένας από τους πρώτους στόχους μας ήταν να βρεθούμε με φορείς πολιτισμού, κρατικούς και μη, για να συζητήσουμε – κάτι το οποίο έχουμε ήδη αρχίσει να κάνουμε. Όλοι οι φορείς που εμπλεκόμαστε με παραπλήσιες δράσεις μπορούμε να βρεθούμε στο ίδιο τραπέζι και να φτιάξουμε ένα κοινό ημερολόγιο δράσεων, έτσι ώστε το ένα γεγονός να ακολουθεί και να μην καλύπτει το άλλο –όπου, βέβαια, είναι αυτό δυνατόν– και με συγκεκριμένη στόχευση.
Στο πλαίσιο αυτό, μία από τις πρώτες έγνοιες μας ήταν να δημιουργήσουμε μια διευρυμένη Επιτροπή Πολιτισμού, με εκπροσώπους των φορέων του πολιτισμού – ένα μοντέλο το οποίο είχα εφαρμόσει και στην προηγούμενη θητεία μου ως αντιδημάρχου και είχε πολύ θετικό αποτέλεσμα, καθώς, μέσα από την ανταλλαγή απόψεων, φτιάχναμε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ένα πρόγραμμα με έντονη εξωστρέφεια, το οποίο –το σημαντικότερο– ενεργοποιούσε τις δυνάμεις της πόλης.
Δεν μπορείς να κάνεις οτιδήποτε χωρίς να λαμβάνεις υπόψη τις τοπικές δυνάμεις ή χωρίς να τις καταστήσεις συμμέτοχες, είτε σε μικρό είτε σε μεγάλο ρόλο, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Αυτό είναι ένα βασικό εργαλείο για την επίτευξη των στόχων μας.
Υπάρχουν κάποια ζητήματα στα οποία ο δήμος εμπλέκεται κάθε χρόνο – για παράδειγμα, το Φεστιβάλ Καλοκαιριού, το οποίο καθιέρωσε η προηγούμενη δημοτική αρχή το 2020, ή το ζήτημα του στολισμού και των εκδηλώσεων κατά την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων, το οποίο η Θεσσαλονίκη αντιμετώπισε με έκδηλη αμηχανία τα τελευταία πολλά χρόνια. Ίσως ακούγονται πρόωρα ως θέματα συζήτησης τόσο νωρίς μέσα στη χρονιά, φαντάζομαι ωστόσο ότι η προπαρασκευή πρέπει να ξεκινά πολλούς μήνες νωρίτερα. Έχετε προλάβει να κάνετε κάποιες πρώτες σκέψεις;
Τα Χριστούγεννα δεν είναι καθόλου πρόωρα. Τα Χριστούγεννα ξεκινούν για εμάς αμέσως μετά το Πάσχα – ή, τουλάχιστον, έτσι θυμάμαι εγώ από την προηγούμενη θητεία μου.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ό,τι είναι καλό θα το κρατήσουμε. Ό,τι δεν ήταν καλό και αποτελεσματικό, όχι… Δεν υπάρχει λόγος να ταλαιπωρείται ο κόσμος, να ταλαιπωρούνται οι υπηρεσίες και εμείς.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, σκεφτόμαστε, πέραν της ουσιαστικής αναβάθμισης των «Δημητρίων», να φέρουμε δύο νέους θεσμούς. Ο πρώτος είναι η Λατρευτική Εβδομάδα (στην ουσία, αναφερόμαστε στο δεκαήμερο πριν από το Πάσχα), με την οποία φιλοδοξούμε να ενισχύσουμε τον λεγόμενο προσκυνηματικό τουρισμό. Ή, αν θέλετε, για να το πω και διαφορετικά: να μετατρέψουμε τη Θεσσαλονίκη σε τουριστικό προορισμό και το Πάσχα. Αυτή είναι μια συνέργεια στην οποία πρέπει να συμμετέχουν ο δήμος, η μητρόπολη Θεσσαλονίκης, το τμήμα Προσκυνηματικού Τουρισμού, αλλά και οι ίδιοι οι φορείς του τουρισμού, οι επαγγελματίες, τα ταξιδιωτικά γραφεία, τα ξενοδοχεία, έτσι ώστε, συντονισμένα και οργανωμένα, να κάνουμε φέτος την αρχή που θα μας εξασφαλίσει τα φωτογραφικά «κλικ» ή το βίντεο από το κινητό εκείνων που θα έρθουν φέτος, για να το μεταδώσουν στους φίλους τους και να μοιραστούν ηλεκτρονικά τις εμπειρίες τους. Κάπως έτσι μπορούμε να ξεκινήσουμε. Γι’ αυτό σας λέω ότι οι συνέργειες είναι η καρδιά πολλών…
Ο δεύτερος θεσμός είναι το Thessaloniki Soloists Festival, ένα φεστιβάλ που θα συνδυάζει μνημεία της πόλης, κυρίως κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών, με καλλιτέχνες που θα παρουσιάζουν την εξέλιξή τους. Είτε σολίστες μόνοι τους είτε σολίστες σε συνδυασμό με άλλα σύνολα. Και όταν αναφερόμαστε σε σολίστα δεν εννοούμε υποχρεωτικά τον σολίστα στη μουσική – απλώς δανειζόμαστε τον όρο από εκεί. Εννοούμε τον σολίστα στη συγγραφή, τον σολίστα στην τέχνη. Γιατί να μη δούμε το σύγχρονο να «παντρεύεται» με έναν αρχαιολογικό τόπο; Είμαστε σε συνεννόηση με την αρχαιολογική υπηρεσία, έχουμε ήδη συνομιλήσει σχετικά και με την υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, κατόπιν πρόσκλησης του δημάρχου και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι, έχοντας ανταλλάξει πολλές απόψεις πάνω σε αυτά τα θέματα, βρίσκουμε λύσεις. Φέτος, βέβαια, δεν θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τη ρωμαϊκή αγορά, επειδή δεν έχουν τελειώσει ακόμη οι εργασίες εκεί, υπάρχουν όμως πάρα πολλοί άλλοι χώροι που θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε.
Εκτός από τον πολιτισμό, μια εξαιρετικά σημαντική αρμοδιότητα που αναλάβατε είναι αυτή της τουριστικής ανάπτυξης. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε ραγδαία αύξηση των κλινών στην πόλη – και μάλιστα σε ξενοδοχεία πέντε αστέρων. Έχετε κάποιες ιδέες για το πώς η Θεσσαλονίκη θα μπορούσε σε πρώτη φάση να γίνει ακόμη πιο ελκυστική για τους επισκέπτες της και, σε επόμενο στάδιο, να αυξήσει τις ημέρες διανυκτέρευσης;
Τα τελευταία χρόνια, ο τουρισμός στη Θεσσαλονίκη έχει αυξηθεί αριθμητικά, όχι όμως όσο θα θέλαμε και όσο αυξάνεται στην υπόλοιπη Ελλάδα. Εκείνο που μας ενδιαφέρει, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι μόνον η ποσότητα, αλλά και η ποιότητα. Μπορεί να έρθει κάποιος που θα μας αφήσει τετραπλάσια από αυτά που αφήνει σήμερα; Το αναφέρω επειδή, όπως ίσως γνωρίζετε, ο τουρίστας της Θεσσαλονίκης είναι από τους τουρίστες που αφήνουν τα λιγότερα χρήματα, δεν είναι όπως ο τουρίστας στη Νότια Ελλάδα. Προφανώς, στη Νότια Ελλάδα υπάρχουν προορισμοί με πολύ μεγάλη ιστορία, που έχουν αναπτύξει πολύ πιο έντονα την τουριστική τους πολιτική και την τουριστική τους συνείδηση. Η δική μας αποστολή είναι, ωστόσο, αυτή ακριβώς: σε συνεργασία με τους αντίστοιχους φορείς, να διαμορφώσουμε το τουριστικό προϊόν μας και να το προωθήσουμε.
Για παράδειγμα, πόσοι γνωρίζουμε ότι η Θεσσαλονίκη είναι γαστρονομικός προορισμός της UNESCO; Το ξέρω εγώ, το ξέρετε κι εσείς. Σε ποιον βαθμό το γνωρίζουν, ωστόσο, οι Θεσσαλονικείς – ή, αν θέλετε, οι ίδιοι οι καταστηματάρχες, οι εστιάτορες, που θα πρέπει να το χρησιμοποιήσουν, να το πάρουν και να το κάνουν σημαία, για να βελτιώσουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών από το φαγητό μέχρι το σέρβις; Πόσοι το γνωρίζουν, έτσι ώστε να το υιοθετήσουν, για να αποτελέσει μοχλό τουριστικής ανάπτυξης;
Γι’ αυτό ακριβώς κι εμείς είμαστε αποφασισμένοι να ξεκινήσουμε μια τεράστια καμπάνια ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης όχι μόνο των Θεσσαλονικέων, αλλά και των επισκεπτών, έτσι ώστε, με το που μπαίνουν στο αεροδρόμιο ή με το που φτάνουν στον σταθμό του τρένου, να ξέρουν τι είναι αυτή η πόλη.