fbpx

Citymagthess.gr

Στέλιος Βραχνής: Η δυσκολία με γοητεύει στην τέχνη και στη ζωή

Μοιραστείτε το

«Γνωρίζω ότι είμαι, ίσως, ο νεότερος σκηνοθέτης στη Θεσσαλονίκη που έχει παραγάγει αρκετό έργο, όμως καμία φορά, από το ξεκίνημα μου το 2016-2017, στο ‘Αυλαία’, δεν επεδίωξα την υποστήριξη των θεατρικών ιδρυμάτων απ’ όπου αποφοίτησα και ποτέ δεν ήμουν της άποψης ότι ‘πρέπει να υποστηρίζουμε τις νέες θεατρικές ομάδες και τους νέους καλλιτέχνες’ μόνο και μόνο επειδή είναι νέοι» εξηγεί ο Στέλιος Βραχνής. «Και έχω σοβαρό λόγο που το πιστεύω αυτό: δεν θέλω να υπάρχει κανένα φιλτράρισμα, κανένα πρίσμα κάτω από το οποίο κάποιος θεατής αντιμετωπίζει ένα έργο τέχνης. Η σχέση έργου και βλέμματος θέλω να είναι όσο πιο γνήσια και καθαρή γίνεται. Χωρίς ημίμετρα και παραμέτρους».

Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση του Citymag με τον Στέλιο Βραχνή, καλλιτεχνικό διευθυντή της Εταιρείας Θεάτρου Πρόταση και σκηνοθέτη – έναν από τους νεότερους και πλέον παραγωγικούς σκηνοθέτες στη Θεσσαλονίκη σήμερα.


Παρακολουθώντας τις παραστάσεις που σκηνοθετείτε (παραστάσεις που, κάθε φορά, ανεβάζουν λόγω θεματικής τον βαθμό δυσκολίας και για εσάς τον ίδιο), δεν μπορεί παρά να αναρωτιέται κάποιος πώς γίνεται ένας άνθρωπος μόλις 26-27 χρόνων να έχει βουτήξει σε τόσο βαθιά νερά. Πολλοί άνθρωποι της ηλικίας σας βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της αναζήτησης – εσείς δείχνετε να έχετε βρει τον προορισμό σας. Τι σας κινητροδοτεί κάθε φορά;

Δεν είχα ποτέ αίσθηση της ηλικίας μου. Ό,τι διαπράττω εδώ και οκτώ χρόνια είναι αποκλειστικό αποτέλεσμα απύθμενου πάθους, περιέργειας, άγνοιας κινδύνου και μιας προσωπικής μου ανάγκης να υπάρξω με έναν τρόπο που να μπορώ —επιτέλους— να υπερβώ τον εαυτό μου (κάτι που σ’ εμένα συμβαίνει μόνο στη διαδικασία του πόθου και της θεατρικής διαδικασίας).

Αναγνωρίζω –και σχεδόν δικαιολογώ– το γεγονός ότι το ηλικιακό μπορεί να παραξενεύει, να ξενίζει ή ακόμη και να προκαλεί κάποιον πριν με γνωρίσει, σε συνδυασμό με την παρουσία μου στα θεατρικά πράγματα της πόλης. Το θέατρο, όμως, δεν βλέπει ποτέ ηλικία. Η αξία, η αφοσίωση, η εργατικότητα, το ταλέντο και η καλλιτεχνική ανάγκη σε έναν άνθρωπο δεν λογαριάζει ηλικίες και αριθμούς.

Γνωρίζω ότι είμαι, ίσως, ο νεότερος σκηνοθέτης στη Θεσσαλονίκη που έχει παραγάγει αρκετό έργο, όμως καμία φορά, από το ξεκίνημα μου το 2016-2017, στο «Αυλαία», δεν επεδίωξα την υποστήριξη των θεατρικών ιδρυμάτων απ’ όπου αποφοίτησα και ποτέ δεν ήμουν της άποψης ότι «πρέπει να υποστηρίζουμε τις νέες θεατρικές ομάδες και τους νέους καλλιτέχνες» μόνο και μόνο επειδή είναι νέοι. Και έχω σοβαρό λόγο που το πιστεύω αυτό: δεν θέλω να υπάρχει κανένα φιλτράρισμα, κανένα πρίσμα κάτω από το οποίο κάποιος θεατής αντιμετωπίζει ένα έργο τέχνης. Η σχέση έργου και βλέμματος θέλω να είναι όσο πιο γνήσια και καθαρή γίνεται. Χωρίς ημίμετρα και παραμέτρους. Γι’ αυτό πιστεύω πως, αν υπάρχει κάτι που πρέπει να υποστηρίξουμε όλοι, αυτό είναι η αξία ενός καλλιτέχνη και του έργου του. Κι αυτό μπορεί να είναι από έναν άνθρωπο 60 χρόνων και από έναν στα 26, την ίδια στιγμή.

Όσο για τα έργα που επιλέγω να ανεβάσω, αντιλαμβάνομαι τι εννοείτε με τον όρο «δύσκολες» (βλ. έργα όπως του Δημητριάδη, του Κάφκα, του Μύλλερ, της Μήττα, του Άλμπυ). Αυτό όμως με γοητεύει στην τέχνη και τη ζωή: η δυσκολία. Εκείνο που δεν μου αποκαλύπτεται εύκολα, το μη αυτονόητο. Χρειάζεται να πασχίσω, να δώσω κάτι από τον εαυτό μου για να μου ανοιχτεί.

Όταν αποπειράθηκα να ανεβάσω το «Γράμμα στον πατέρα» του Κάφκα, χρειάστηκε να μελετήσω Λακάν, Φουκώ και Νίτσε, επειδή ένιωθα ότι κάτι μου έλειπε – δεν διέθετα τα απαραίτητα «κλειδιά», για να αποκαλύψω αυτό το κείμενο στο βάθος που του άξιζε. Κάθε μου παράσταση, λοιπόν, είναι διαρκώς μια διαδρομή προς την αποδοχή του εαυτού μου όπως ακριβώς είναι και η διαχείρισή του ως ανίκανου να κάνει εκείνο που πιο πολύ ποθεί. Αυτό με κινεί πάντοτε: η ανεπάρκεια, η ανικανότητα, το κενό. Αυτό που δεν μπορώ να διαχειριστώ, εκείνο που πάντοτε με ξεβολεύει.

Μέσα από τις παραστάσεις, αναζητώ τους ανθρώπους που θα μετακινηθούν μαζί μου, θα ξεβολευτούν κι αυτοί, θα πάσχουν όπως κι εγώ, όπως και οι ηθοποιοί μου. Ο μόνος προορισμός, λοιπόν, που έχω βρει είναι η πεποίθηση ότι, για να βιώσεις την υπέρβαση, χρειάζεται πειθαρχία, αντοχή, πίστη, εμμονή, γνώση και αθωότητα.

Αυτήν τη φορά δείχνει σαν να δοκιμάζετε ακόμη περισσότερο τα όρια – το «Μαιευτήριο» του Θανάση Τριαρίδη δεν είναι ένα εύκολο έργο, είναι μια κωμωδία αρκετά σκοτεινή. Άλλωστε και ο ίδιος ο Τριαρίδης έχει παράδοση στην πρόκληση. Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο στη σκηνοθεσία του συγκεκριμένου έργου;

Ο Τριαρίδης και το έργο του είναι ένα σκληρό τοπίο (αυτο)αποκάλυψης, τόσο ωμό όσο και ποιητικό παράλληλα. Μέσα από τα έργα του, τα λόγια του, τη στάση του και την άνευ όρων παράδοσή του στο όραμά του σε εμπνέει, σε παρακινεί στο να αυτοαποκαλυφθείς κι εσύ, στο να αντικρίσεις το «προσωπικό», πάντοτε όμως με γνώμονα τη σκληρή και απαρηγόρητη, πολλές φορές, συνθήκη.

Στα έργα με συγκινούν πάντοτε και τα ίδια τα χέρια που τα γράφουν ή η ίδια η ζωή του ανθρώπου που τα φτιάχνει. Δεν θα χαρακτήριζα το έργο του Θανάση δύσκολο, προϋποθέτει όμως από τον σκηνοθέτη να τολμήσει να μπήξει το μαχαίρι του βαθιά, εκεί όπου πονά, έτσι ώστε η ίδια η πληγή να διαβάσει το σκληρό αυτό τοπίο. Αλλιώς, απλώς ανεβάζεις φιλολογικά το ουσιαστικό κείμενο του Θανάση, χωρίς να παίρνεις θέση, χωρίς να ματώνεις στη διαδικασία, χωρίς να προκαλείς εσένα και τον άλλον.

Ποια θέση έχει το κοινό στις παραστάσεις που αναλαμβάνετε; Σκηνοθετείτε φιλοδοξώντας να βοηθήσετε να περάσουν τα μηνύματα του έργου στους θεατές σας, ανεξάρτητα από τη συγκυρία; Ή ακούτε τι θέλει κάθε φορά το κοινό ανάλογα με το τάιμινγκ και προσαρμόζετε με αντίστοιχο τρόπο τη δική σας προσέγγιση;

Ο χρόνος είναι αυτός που γεννά την τέχνη του θεάτρου. Το επίκαιρο. Το παρόν. Η τέχνη έχει μέσα της ένα «κατεπείγον». Πάντοτε ερευνώ το παρόν μου, έχοντας ωστόσο το βλέμμα μου στραμμένο και στο «τότε», στα ερείπια μιας εποχής, «στα ερείπια της Ευρώπης», επειδή μόνον έτσι, εκεί όπου οι εποχές και οι χρόνοι συμπλέκονται, αναδεικνύεται η ουσία του θεάτρου, που είναι πάντοτε ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος σε όλες του τις διαστάσεις και προεκτάσεις, αέναα μέσα στον χρόνο και τον χώρο.

Για εμένα το ανθρώπινο ορίζεται από «τα τρία πι» που λέω – αυτά τα πι είναι που ενώνουν την ανθρωπότητα: ο πόθος, ο πόνος και το πένθος. Πάντοτε λοιπόν αναζητώ αυτά τα στοιχεία πίσω από κάθε παράστασή μου, πίσω από κάθε έργο μου, πίσω από κάθε άνθρωπο-ηθοποιό. Σε όλες μου τις παραστάσεις η αγωνία μου είναι η ουσιαστική μετακίνηση του θεατή, από τη στιγμή που θα μπει στο θέατρο, στο φουαγιέ μέχρι την αποχώρισή του. Παίρνω πολύ προσωπικά τον τρόπο που θα ενταχθεί ο θεατής στην όλη τελετουργία της παράστασης και, φυσικά, τη σύνδεση που θα αποκτήσει με τους ηθοποιούς μου.

«Ο χρόνος είναι αυτός που γεννά την τέχνη του θεάτρου. Το επίκαιρο. Το παρόν. Η τέχνη έχει μέσα της ένα ‘κατεπείγον’. Πάντοτε ερευνώ το παρόν μου, έχοντας ωστόσο το βλέμμα μου στραμμένο και στο ‘τότε’, στα ερείπια μιας εποχής, ‘στα ερείπια της Ευρώπης’, επειδή μόνον έτσι, εκεί όπου οι εποχές και οι χρόνοι συμπλέκονται, αναδεικνύεται η ουσία του θεάτρου, που είναι πάντοτε ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος σε όλες του τις διαστάσεις και προεκτάσεις, αέναα μέσα στον χρόνο και τον χώρο» υποστηρίζει ο σκηνοθέτης Στέλιος Βραχνής.
Σε ποιον βαθμό μεταφέρετε στις δουλειές σας προσωπικά βιώματα, εμπειρίες της ζωής σας, εικόνες από πρόσωπα και καταστάσεις που ζήσατε;

Διαρκώς και ασταμάτητα. Ασυναίσθητα ή και συνειδητά. Όλα ξεκινούν αποκλειστικά και μόνον, όπως προανέφερα, από την ανικανότητά μου, από τις παθογένειες που φέρω. Είναι μια συνεχής μελέτη. Προσπαθώ αυτό που έγραψε ο Μπέκετ: Να ασχοληθώ με το «τίποτα» που είμαι.

Το συγκεκριμένο έργο έχει, αν το «διαβάζουμε» σωστά, μια αίσθηση απαισιοδοξίας – όλες οι επιλογές της ζωής μας φαίνονται προαποφασισμένες, το ίδιο ανομολόγητο μέλλον μάς περιμένει όλους. Πόσο αισιόδοξος ή απαισιόδοξος για το συλλογικό μας αύριο είστε εσείς, ως χαρακτήρας;

Το έργο χαρακτηρίζεται από μια κυκλικότητα, από έναν φαύλο κύκλο. Τα πρόσωπα επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους και με αυτόν τον τρόπο αποτελούν όλα τους εξαρτήματα αυτού του συστήματος. Τίποτα δεν διαλύει αυτήν τη μηχανή, όλοι την κινούν.

Εγώ προσωπικά επέλεξα στο τέλος να υπάρχει μια ρήξη. Ένα πρόσωπο από το έργο διαπράττει μιαν υπέρτατη προσωπική ρήξη με αυτό το σύστημα, τον ρόλο της ως μάνας, με τον εαυτό της. Παίρνει τη ζωή της επάνω της – και, φυσικά, σε όλο αυτό, όπως σχεδόν πάντοτε, είναι μόνη της: «Σε αυτούς τους ιστορικούς κύκλους οι ατομικές κραυγές δεν ακούγονται» όπως γράφει και ο Δημητριάδης.

Info: Αυτήν την περίοδο, ο Στέλιος Βραχνής σκηνοθετεί το έργο «Μαιευτήριο» του Θανάση Τριαρίδη, το οποίο θα ανεβαίνει στο Θέατρο Τ (Αλεξάνδρου Φλέμινγκ 16, Θεσσαλονίκη. Τ. 231 085 4333) κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή από τις 18.10 ώς τις 17.11.

Μοιραστείτε το

This will close in 20 seconds

Κύλιση στην κορυφή

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να διαβάσετε την Πολιτική απορρήτου.

Ρυθμίσεις Cookies

Παρακάτω μπορείτε να επιλέξετε ποια cookies θα επιτρέψετε σε αυτή την ιστοσελίδα. Πατήστε στην αποθήκευση ρυθμίσεων για να εφαρμόσετε την επιλογή σας.

ΛειτουργικάΗ ιστοσελίδα για να δουλέψει χρησιμοποιεί κάποια απαραίτητα λειτουργικά cookies.

ΣτατιστικάΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για στατιστικούς σκοπούς, ώστε να μπορούμε να βελτιώσουμε το περιεχόμενο που σας προσφέρουμε.

Κοινωνικά ΔίκτυαΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies από τα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να μπορούμε να σας δείξουμε περιεχόμενο από πλατφόρμες όπως το YouTube και το FaceBook. Αυτά τα cookies μπορεί να καταγράφουν τα προσωπικά σας δεδομένα.

ΔιαφημίσειςΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για διαφημιστικούς σκοπούς, ώστε να μπορούμε να σας προσφέρουμε περιεχόμενο που σας ενδιαφέρει. Αυτά τα cookies μπορεί να καταγράφουν τα προσωπικά σας δεδομένα.

ΆλλαΗ ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί και ορισμένα cookies από υπηρεσίες που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κατηγορίες