Στην κεντρική φωτό: ο Αργύρης «SER» Σαρασλανίδης και η Σιμόνη Φοντάνα (photo credits: Δημήτρης Μιχαλάκης).
Εχουν αφήσει το εικαστικό τους αποτύπωμα σε μια σειρά από σημεία τής πόλης – πιο πρόσφατη δημιουργία τους, το τεράστιο mural στη συμβολή τής Αλεξάνδρου Σβώλου με τη Δημητρίου Γούναρη, ενώ σύντομα αναμένεται να ακολουθήσει αντίστοιχη δημιουργία τους σε εξίσου προβεβλημένο σημείο τής Θεσσαλονίκης. Ταλαντούχοι street artists και ζευγάρι στη ζωή και στην τέχνη τους, ο Αργύρης «SER» Σαρασλανίδης και η Σιμόνη Φοντάνα αποτελούν ζωντανή απόδειξη της ζωής που μπορεί να εμφυσήσει στην καθημερινότητα της πόλης η τέχνη.
1 Η τέχνη και η ζωή τού Αργύρη είναι αλληλένδετες και εξελίσσονται παράλληλα. Αυτήν την περίοδο έχει απομακρυνθεί ριζικά από το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό του ιδίωμα και κάνει σπουδές στο χρώμα και τη φόρμα, χρησιμοποιώντας διαφορετική οπτική και επιστρατεύοντάς τα, για να δημιουργήσει αντιθέσεις και ψευδαισθήσεις που ενεργοποιούν τον θεατή μέσα από συναισθήματα που προκύπτουν από την προσωπική του ερμηνεία τής αισθητικής πρότασης.
2 Οι επιρροές τής Σιμόνης αντλούν από την ιαπωνική εικονογραφία, τα manga, εμποτισμένα με σουρεαλισμό και φιλτραρισμένα μέσα από τη δυτική προοπτική. Η πολιτιστική κληρονομιά τής πατρίδας της, θέματα λαϊκής και βυζαντινής τέχνης απαντούν επίσης συχνά στη δουλειά της, ενισχύοντας την ένταση των οπτικών της αφηγημάτων. Η εικαστική γραφή τής Σιμόνης χαρακτηρίζεται από ευαισθησία και μια σχεδόν παιδική αθωότητα, η δουλειά της ωστόσο κρύβει συχνά σκοτεινούς, σχεδόν ενοχλητικούς υπαινιγμούς, που παρασύρουν τον θεατή στα βάθη τού μυστηριώδους κόσμου της. Με έδρα την Ελλάδα, δραστηριοποιείται διεθνώς και αποτυπώνει το δημιουργικό της σύμπαν τόσο σε μικρούς καμβάδες όσο και σε μεγάλης κλίμακας τοιχογραφίες.
Η «Citymag» συνομίλησε με τους δύο καλλιτέχνες, θέλοντας να μοιραστεί την οπτική τους για την τέχνη στον δημόσιο χώρο.
Δραστηριοποιείστε χρόνια στον χώρο τής street art. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι σήμερα στην Ελλάδα η συγκεκριμένη μορφή τέχνης έχει τις ευκαιρίες ανάδειξης και τυγχάνει της ίδιας αποδοχής, όπως συμβαίνει στην περίπτωση άλλων χωρών;
Τα τελευταία χρόνια, η street art σκηνή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό έχει γιγαντωθεί και είναι πιο συναρπαστική από ποτέ. Μεγάλα πρότζεκτ γίνονται παντού παγκοσμίως και χιλιάδες νέοι καλλιτέχνες ανεβάζουν το επίπεδο συνεχώς. Το ίδιο ισχύει και για εμάς: απολαμβάνουμε την πορεία μας στον χώρο και νιώθουμε τυχεροί που είμαστε μέρος του.
Η Θεσσαλονίκη, όπως και πολλές άλλες μεγάλες και μικρότερες πόλεις ανά τον κόσμο, υφίσταται σήμερα τα αποτελέσματα μιας άκρατης κακοποίησης του δημόσιου χώρου (με tags κοκ.). Πολλές φορές μάλιστα τέτοιες παρεμβάσεις έχουν ως στόχο ακόμη και έργα καλλιτεχνών, όπως εσείς. Υπάρχει τρόπος οι πραγματικοί streetartists, αλλά και οι ίδιες οι πόλεις να θωρακιστούν έναντι τέτοιων κρουσμάτων βανδαλισμού;
Όλα εφήμερα δεν είναι; Από τη στιγμή που ξεκινά η δημιουργία ενός street έργου, ξέρω πως είναι εκτεθειμένο και υπάρχει και το ενδεχόμενο να βάψει κάποιος πάνω του. Η street art/mural art είναι σίγουρα πιο αποδεκτή στις μέρες μας και δεν πρέπει να τη μπερδεύουμε με το γκραφίτι. Τα γκραφίτι είναι εκ φύσεως αντισυμβατικά και παράνομα, γι’ αυτό άλλοτε αποτελούν τέχνη και άλλοτε βανδαλισμό, αναλόγως με τον τρόπο που τα αντιλαμβάνεται καθένας.
Η street art, έπειτα από αρκετά χρόνια προσπαθειών, άρχισε να γίνεται αποδεκτή στην κοινωνία μας – προσωπικά πιστεύω ότι αυτό είναι ένα πολύ θετικό επίτευγμα, καθώς η ζωή στην πόλη χρειάζεται μια δόση χρώματος και τέχνης, που βοηθά στο να μη μας τρώει το αστικό περιβάλλον. Ωστόσο, η γραμμή που χωρίζει την τέχνη από τη μουντζούρα και τον βανδαλισμό είναι λεπτή. Ένας τοίχος με tags μπορεί κάλλιστα να είναι πολύ πιο όμορφος από έναν τοίχο με ένα street art mural.
Δεχθήκατε ποτέ κριτική από κόσμο που συγχέει αυτό που εσείς κάνετε, επώνυμα και στο φως τής ημέρας, με την κακοποίηση του δημόσιου χώρου, που γίνεται συνήθως νυχτερινές ώρες και υπό καθεστώς ανωνυμίας; Νιώσατε ποτέ ως το χλωρό που καίγεται με το ξερό;
Σπανίως, αλλά ναι. Κάποιες φορές μπορεί να σου τύχει ακόμη και σε πρότζεκτ υπό την αιγίδα δήμων κοκ. Συνήθως οι αντιδράσεις των ανθρώπων που μας παρακολουθούν την ώρα που ζωγραφίζουμε είναι πολύ γλυκές. Στέκονται κοντά και παρατηρούν τη δημιουργική διαδικασία – την απολαμβάνουν, θα έλεγα, μιλάνε μαζί μας, έχουν κάτι καλό να πουν. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, θα έλεγα ότι στην Ελλάδα ο κόσμος έχει αγκαλιάσει τη streetart.
«Η STREET ART, ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΑΡΚΕΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΩΝ, ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟΔΕΚΤΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΑΣ – ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑ, ΚΑΘΩΣ Η ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΜΙΑ ΔΟΣΗ ΧΡΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ, ΠΟΥ ΒΟΗΘΑ ΣΤΟ ΝΑ ΜΗ ΜΑΣ ΤΡΩΕΙ ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ Ο ΑΡΓΥΡΗΣ. «ΩΣΤΟΣΟ, Η ΓΡΑΜΜΗ ΠΟΥ ΧΩΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΒΑΝΔΑΛΙΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΛΕΠΤΗ. ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΜΕ TAGS ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΛΛΙΣΤΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΤΟΙΧΟ ΜΕ ΕΝΑ STREET ART MURAL».
Είστε ένα καλλιτεχνικό ζευγάρι που εργάζεται τόσο μαζί όσο και σόλο. Πόσο και με ποιον τρόπο έχει επηρεάσει ο ένας τον άλλο;
Δουλεύουμε συνέχεια συνεργατικά και κερδίζουμε πολλά από αυτήν τη συνεργασία. Γενικότερα θεωρούμε κάθε συνεργασία που κάνουμε κέρδος, καθώς μας δίνει τη δυνατότητα να δουλέψουμε μαζί με συναδέλφους μας και να προσφέρουμε κάτι καινούργιο ο ένας στον άλλο.
Υπάρχει κάποιος δημόσιος χώρος στη Θεσσαλονίκη, στον οποίο θα θέλατε πολύ να δημιουργήσετε κάποιο έργο σας;
Η Θεσσαλονίκη έχει παρά πολλά ωραία σημεία, οπότε είναι δύσκολο να διαλέξουμε ένα. Η Ναυαρίνου είναι ένα από τα πιο αγαπημένα σημεία τής πόλης και για τους δυο μας. Η τοιχογραφία επί της οδού Αλεξάνδρου Σβώλου, που κάναμε στην αρχή τής χρονιάς, μας έδωσε μεγάλη ικανοποίηση και ήταν ένα σημείο όπου θέλαμε για καιρό να δημιουργήσουμε. Ένα παρόμοιο πρότζεκτ είναι στα σκαριά και είμαστε πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό.