
Ο Σεπτέμβριος είναι ο κατεξοχήν μήνας των επανεκκινήσεων. Αλλά και ένας από τους μήνες κατά τους οποίους πραγματοποιείται ο ετήσιος τρύγος στα οινοπέδια όλης της χώρας. Με έναν περίεργο τρόπο, ένα πρόσφατο γεγονός συνδέει ακατάλυτα αυτές τις δύο πραγματικότητες στο μυαλό μου.
Αφορμή αποτέλεσε ένα πραγματικά εξαιρετικά ενδιαφέρον συνέδριο, το οποίο είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω στα τέλη Ιουνίου, στο Αμύνταιο – ένα συνέδριο με τίτλο «Τα οινοπέδια των λιμνών: Οίνος-Τόπος-Άνθρωποι». Αφορμή για να βρεθώ εκεί ήταν η δρ. Πολυτίμη Φαρμάκη, η ανήσυχη και οραματική αντιπεριφερειάρχης Τουρισμού, Πολιτισμού και Περιβάλλοντος στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας – μια πολιτικός «νέας κοπής», η οποία προέρχεται από μια δεξαμενή ανθρώπων που έχουν γράψει χιλιόμετρα εργασιακού βίου πριν αποφασίσουν να ασχοληθούν με την πολιτική, επιθυμώντας με την ορμή, τη λαχτάρα και την αγάπη τους να αλλάξουν προς το καλύτερο τα πράγματα στον τόπο όπου επέλεξαν να ζήσουν και να δραστηριοποιηθούν.
Ανάμεσα σε επιστήμονες, αμπελουργούς, οινολόγους, επιχειρηματίες, φίλους του κρασιού και δημοσιογράφους (αλλά και έχοντας την ευκαιρία να πάρω, στο πλαίσιο του παράλληλου προγράμματος του συνεδρίου, μια μικρή, αλλά δυνατή γεύση ενός τόπου ταυτόχρονα καλλιεργημένου και άγριου, με εναλλαγές, παρθένα φύση, εύφορες πεδιάδες, λίμνες που θρέφουν τη γη με την πλούσια υγρασία τους και αμπέλια που χαρίζουν στον τόπο καρπό, αλλά και έμπνευση), δεν ήταν δύσκολο να αντιληφθώ, αλλά και να συμμεριστώ ολόθερμα το όραμα του «τυφώνα Φαρμάκη» γι’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο.
Το νήμα είναι η άμπελος και τα προϊόντα της – και, δόξα τω Θεώ, η Δυτική Μακεδονία έχει πολλά να δείξει και ακόμη περισσότερα να προσφέρει στο συγκεκριμένο πεδίο. Ένα χώμα γόνιμο, ένας αέρας αναζωογονητικός και η ζωοδότρια δύναμη του ήλιου καθιστούν την περιοχή ιδανική πατρίδα για ποικιλίες όπως το Ξινόμαυρο, ο Τσαπουρνάκος, η Μαλαγουζιά, το Ασύρτικο, το Μοσχόμαυρο, αλλά και το Riesling και το Sauvignon Blanc. Είναι αυτές τις ποικιλίες που καλλιεργούν αμπελουργοί μεγαλύτεροι, αλλά και μικρότεροι (η Δυτική Μακεδονία καμαρώνει ως πατρίδα οινοποιείων όπως το Κτήμα Άλφα, το Κτήμα Κυρ-Γιάννη, ο Συνεταιρισμός Αμυνταίου και το Κτήμα Βογιατζή, αλλά και τα Κτήματα Δύο Φίλοι, Ζανδέ, Καμκούτη, Καρανίκα, Μάγγελ, Μπελλίδη και Στεργίου, μεταξύ άλλων), θέτοντας το ταλέντο και την επιστημοσύνη τους στην υπηρεσία της γης. Συνδυάζοντας το πάθος τους και το όραμα για το μέλλον με τον σεβασμό στην παράδοση, αυτοί οι εμπνευσμένοι και τολμηροί οραματιστές δημιουργούν κρασιά έξοχα, τα οποία κερδίζουν καθημερινά νέους «πιστούς» εντός και εκτός συνόρων με τη δύναμη της γεύσης τους και τον τρόπο με τον οποίο επανεφευρίσκουν την πρώτη ύλη.
Είναι αυτό ακριβώς το σπουδαίο κρασί της Δυτικής Μακεδονίας που έρχεται να αποτελέσει σήμερα το νήμα, πάνω στο οποίο θα υφανθεί το νέο αφήγημα για μία από τις συναρπαστικότερες περιοχές της χώρας μας. Ένα αφήγημα που ξεκινά από την οινοποιία, αλλά συνεχίζει στη γαστρονομία (δεν θα αρχίσω καν να μιλώ για τις νοστιμιές που δοκιμάσαμε στη διάρκεια του ταξιδιού μας) και από εκεί περνά σε κάθε πεδίο – ανθρωπογενές και μη. Σε μια φύση μοναδική, που διατηρεί ατόφια την ομορφιά και την αυθεντικότητά της. Στην ιστορία που ξεδιπλώνεται στο πέρασμα των αιώνων. Σε έναν πολιτισμό με ξεκάθαρη ταυτότητα και βαθύ αποτύπωμα στη διαχρονία του τόπου. Στην παράδοση και τη λαογραφία, που συνδέουν άρρηκτα το χθες με το αύριο. Σε μια αρχιτεκτονική κληρονομιά που χωρά από την πρακτικότητα για την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών ώς τη διακοσμητική εξτραβαγκάντσα (ίδιον ενός πληθυσμού που είχε από παλιά τον τρόπο να εκτιμά και να απολαμβάνει την ωραία ζωή). Αλλά κυρίως στον Άνθρωπο, την πηγή των πάντων. Με φιλότιμο, μεράκι, λαχτάρα για το νέο και αγάπη για τον τόπο του. Έναν τόπο που θέλει να τον φτιάξει ακόμη καλύτερο. Και μετά, να τον δείξει σε όλο τον κόσμο.
Είναι όμορφος ο Σεπτέμβριος. Εποχή τρύγου. Επανεκκινήσεων. Και επανεφευρέσεων. Ας τον καλοδεχτούμε.