


Στο κατώφλι της έβδομης χρονιάς τους, τα Culinary Journeys στο Daios Cove εξελίσσονται σε έναν πολυδιάστατο γαστρονομικό θεσμό που υφαίνει ένα πλούσιο μωσαϊκό πολιτισμών και γεύσεων. Με τη συμμετοχή κορυφαίων σεφ βραβευμένων με αστέρια Michelin από την Ελλάδα και το εξωτερικό, η φετινή διοργάνωση αναδεικνύεται σε μια πραγματική γιορτή καινοτομίαςκαι δημιουργικότητας που οδηγεί τους επισκέπτες σε μια συναρπαστική διαδρομή γευστικών εμπειριών.
Αποτίνοντας φόρο τιμής στην παγκόσμια και ελληνική γαστρονομική σκηνή, τα Culinary Journeys 2025 υποδέχονται εξέχοντες σεφ από τα πλέον αναγνωρισμένα εστιατόρια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Οι διακεκριμένοι αυτοί δημιουργοί θα μεταμορφώσουν τα εστιατόρια Ocean Restaurant και RHO του Daios Cove σε επίκεντρα γαστρονομικής έκφρασης, εμπλουτίζοντας την κουλτούρα του ξενοδοχείου με καινοτόμες προτάσεις εμπνευσμένες από τις σύγχρονες τάσεις της παγκόσμιας γαστρονομίας.
Οι διεθνείς σεφ που θα φιλοξενηθούν στα Culinary Journeys 2025 είναι ένα line-upεπιδραστικών και καινοτόμων δημιουργών της παγκόσμιας γαστρονομικής σκηνής, όπως οι πολυβραβευμένοι Kei Kobayashi του τριάστερου Kei Restaurant στο Παρίσι, Ángel León του τριάστερου Aponiente στην Κάντιθ (μια πρωτοποριακή φυσιογνωμία στην ισπανική γαστρονομία που διακρίνεται για τη βιώσιμη καινοτομία στην «κουζίνα της θάλασσας», που προβλήθηκε πρόσφατα στην σειρά Chef’s Table του Netflix), Jean-Philippe Blondet του τριάστερου Alain Ducasse at The Dorchester στο Λονδίνο (που θα κάνει 4 hands με τον Amaury Bouhours του διάστερου Le Meurice στο Παρίσι), Paco Méndez με ένα αστέρι στο εστιατόριο του COME στη Βαρκελώνη, και Jean-Philippe Berens, σεφ στο εστιατόριο-αποκάλυψη Ducasse sur Seine, που πήρε διθυραμβικές κριτικές από κοινό και κριτικούς στην διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, το 2024.
Η συμμετοχή των κορυφαίων σεφ του Alain Ducasse στο Daios Cove αποτελεί έμπρακτη απόδειξη της βαθιάς και στρατηγικής σχέσης που έχει αναπτυχθεί μεταξύ του πολυτελούς ξενοδοχείου και του παγκοσμίου φήμης ομίλου γαστρονομίας. Αυτή η εξαιρετική συνέργεια δεν αντικατοπτρίζει μόνο τη διαρκή δέσμευση και των δύο πλευρών στην αριστεία, αλλά ενισχύει το κοινό τους όραμα για μια γαστρονομική εμπειρία που μεταμορφώνει το απλό γεύμα σε ταξίδι αισθήσεων. Η συνεργασία αυτή υπόσχεται να συνεχίσει να χαράσσει νέους δρόμους στον χώρο της πολυτελούς φιλοξενίας και της υψηλής γαστρονομίας.
Η ελληνική γαστρονομία εκπροσωπείται επάξια από τους εμβληματικούς Γιώργο Σαμοΐλη (του βραβευμένου Cantina, στη Σίφνο) που για τρίτη συνεχή χρονιά και μόνο στο Daios Coveπαρουσιάζουν ένα curated Omakase μενού 4 hands με τον Γκίκα Ξενάκη του διακεκριμένου εστιατορίου Aleria στην Αθήνα. Την ελληνική συμμετοχή συμπληρώνει η Αγγελική Χαραμή του εστιατορίου Omnia στο Kastelruth, από τις πλέον καινοτόμες σεφ στην plant-basedγαστρονομία. Και η συνεργασία αυτή στα Culinary Journeys δείχνει με τον πιο απτό τρόπο τη φιλοσοφία του Daios Cove στο wellness, συνδυάζοντας την ευημερία, την αρετή, την ηθική και την ευδαιμονία σε μια ολιστική προσέγγιση για μια ζωή με νόημα και ποιότητα.
Οι ελληνες σεφ θα εγκαινιάσουν και θα ολοκληρώσουν τον κύκλο των φετινών CulinaryJourneys.
To line-up
Στις 20 Μαΐου: Γιώργος Σαμοΐλης (Cantina, Σίφνος) και Γκίκας Ξενάκης (Aleria, Αθήνα) – 4 Hands.
Στις 29 Ιουνίου: Jean-Philippe Blondet (Alain Ducasse at The Dorchester***, Λονδίνο) και Amaury Bouhours (Le Meurice**, Παρίσι) – 4 Hands.
Στις 13 Ιουλίου: Kei Kobayashi (Kei Restaurant***, Παρίσι).
Στις 24 Ιουλίου: Ángel León (Aponiente***, Κάντιθ).
Στις 21 Αυγούστου: Paco Méndez (COME*, Βαρκελώνη).
Στις 28 Αυγούστου: Αγγελική Χαραμή (Omnia Restaurant, Kastelruth).
Στις 11 Σεπτεμβρίου: Jean-Philippe Berens (Ducasse sur Seine, Παρίσι).
Στις 22 Σεπτεμβρίου: Γιώργος Σαμοΐλης (Cantina, Σίφνος) και Γκίκας Ξενάκης (Aleria, Αθήνα).
Το who-is-who των σεφ


Γιώργος Σαμοΐλης (Cantina, Σίφνος). Πρώην μοριακός βιολόγος με διδακτορικό στη Βιοχημεία, ο Γιώργος Σαμοΐλης στράφηκε στη γαστρονομία μαγειρεύοντας για φίλους στη Σίφνο. Έχοντας ζήσει και εργαστεί εκτενώς στη Βραζιλία, ο ιδρυτής και head chef του Ω3 Fish and Wine Bar εστιάζει στη βιωσιμότητα, την εντοπιότητα και την εποχικότητα. Σήμερα είναι σεφ στο βραβευμένο για μηδενικά απόβλητα εστιατόριο Cantina στη Σίφνο, αντλώντας έμπνευση από τα ελληνικά νησιά και τη Λατινική Αμερική, δημιουργώντας μια γαστρονομική εμπειρία γεμάτη χαρακτήρα.


Γκίκας Ξενάκης (Aleria, Αθήνα). Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θήβα, οι πρώτες παιδικές αναμνήσεις του Ξενάκη περιλαμβάνουν καλό, θρεπτικό φαγητό και τον ανέμελο τρόπο ζωής της ελληνικής υπαίθρου. Η αίσθηση αυτής της προέλευσης και των απλών υλικών αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο των δημιουργιών του στην κουζίνα. Απόφοιτος της Σχολής Μαγειρικής Le Monde, ο Ξενάκης έχει εργαστεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό με εξαιρετικούς σεφ. Ως head chef στο φημισμένο εστιατόριο Aleria, η επιχείρηση βραβεύτηκε πρόσφατα με τον τελευταίο της Χρυσό Σκούφο (την υψηλότερη γαστρονομική διάκριση στην Ελλάδα). Ο Γκίκας Ξενάκης αποτυπώνει την ελληνική γαστρονομική παράδοση και την ποικιλομορφία της με χαρακτηριστικό δημιουργικό πλαίσιο και γι’ αυτό θεωρείται ένας από τους πλέον σημαντικούς έλληνες σεφ της γενιάς του.


Jean-Philippe Blondet (Alain Ducasse at The Dorchester***, Λονδίνο). Γεννημένος στη Νίκαια της Γαλλικής Ριβιέρας, ο Jean-Philippe Blondet εργάζεται δίπλα στον Alain Ducasse για περισσότερο από μία δεκαετία. Ο πρώτος του ρόλος με τον Alain Ducasse ήταν στο Spoon at Sanderson, στο Λονδίνο, πριν ενταχθεί στο βραβευμένο με τρία αστέρια Michelin Le Louis XV Alain Ducasse at l’Hôtel de Paris, στο Μονακό. Εμπλουτίζοντας περαιτέρω τη διεθνή του εμπειρία και ικανοποιώντας την περιέργειά του για τις κουζίνες του κόσμου, ο Jean-Philippe ανέλαβε τη θέση του sous-chef στο Spoon, στο Χονγκ Κονγκ. Αυτήν τη στιγμή είναι chef patron στο Alain Ducasse at The Dorchester, στο Λονδίνο, ερμηνεύοντας την κουζίνα του Alain Ducasse με σύγχρονο και εκλεπτυσμένο τρόπο. Σύμφωνα με τη φιλοσοφία Ducasse, τα υλικά είναι βασικά στοιχεία κάθε δημιουργίας. Ο Jean-Philippe Blondet προσφέρει γαστρονομική αριστεία και μια παγκόσμιας κλάσης γαστρονομική εμπειρία.


Αmaury Bouhours (Le Meurice**, Παρίσι). Μετά τις σπουδές του στη Σχολή Φιλοξενίας του Soissons, ο Αmaury Bouhours ξεκίνησε το ταξίδι του στον κόσμο της γαστρονομίας ως ασκούμενος στο Louis XV – Alain Ducasse, στο Μονακό. Επόμενοι σταθμοί του Amaury ως commis chef στο εστιατόριο Alain Ducasse στο Plaza Athénée, στο Παρίσι, όπου βρέθηκε διαδοχικά υπό την καθοδήγηση των Christophe Moret, Christophe Saintagne και Romain Meder. Γρήγορα ανήλθε στη θέση του head chef de Partie και στη συνέχεια junior sous-chef, πριν ενταχθεί στην ομάδα του Adrien Trouilloud ως sous-chef στο Lasserre. Ο Amaury είναι αυτήν τη στιγμή chef de cuisine στο Le Meurice. Σχετικά με την παράδοση των ηνίων του εστιατορίου στον Amaury, ο Alain Ducasse έχει πει: «Αν επέλεξα τον Amaury, είναι επειδή έχει τη δυνατότητα να ενσαρκώσει ένα νέο στάδιο στη ζωή του εστιατορίου στο Le Meurice».


Kei Kobayashi (Kei Restaurant***, Παρίσι). Ο Kei Kobayashi συνδυάζει τη γαλλική γαστρονομία με την ιαπωνική ευαισθησία, δημιουργώντας καινοτόμα πιάτα που σέβονται την παράδοση, ενώ παράλληλα ωθούν τα μαγειρικά όρια. Επηρεασμένος από τον Alain Chapel στα 15 του, ο επισκέπτης σεφ μετακόμισε στο Παρίσι το 1998, όπου εκπαιδεύτηκε σε κουζίνες με αστέρια Michelin δίπλα στους Gilles Goujon και Alain Ducasse. Το 2011 άνοιξε το εστιατόριο Kei στο Παρίσι, έναν μινιμαλιστικό χώρο όπου η εκλεπτυσμένη, εποχιακή κουζίνα του Kei Kobayashi έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα πιάτα του εμπνέονται από την τέχνη, τη φύση και τα ταξίδια, προσφέροντας ένα αισθητηριακό ταξίδι που αντανακλά το πάθος του τόσο για την κομψότητα όσο και για την απλότητα. Το 2020 ο Kei κέρδισε το τρίτο του αστέρι Michelin, εδραιώνοντας τη θέση του ανάμεσα στους κορυφαίους σεφ του κόσμου.
Ángel León (Aponiente***, Κάντιθ). Ο σεφ Ángel León είναι μια πρωτοποριακή φυσιογνωμία στην ισπανική γαστρονομία, γνωστός για τη δέσμευσή του στη βιωσιμότητα και την καινοτομία στην κουζίνα ψαρικών και θαλασσινών. Με πέντε αστέρια Michelin στο ενεργητικό του, ο σεφ ηγείται αρκετών βραβευμένων εστιατορίων, συμπεριλαμβανομένου του τριών αστέρων Michelin Aponiente***, που παρουσιάστηκε εκτενώς στην εξαιρετικά επιτυχημένη σειρά του Netflix Chef’s Table. Το εστιατόριο έχει, επίσης, ένα πράσινο αστέρι Michelin για φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές – ονομάστηκε το πιο βιώσιμο εστιατόριο στον κόσμο το 2022 από το The World’s 50 Best Restaurants. Ο Ángel León διευθύνει το Alevante** και το La Taberna del Chef del Mar στο El Puerto de Santa María, όπου ξεκίνησε το γαστρονομικό του ταξίδι. Στο επίκεντρο της δουλειάς του βρίσκεται η περιβαλλοντική αποκατάσταση και η θαλάσσια καινοτομία, που αναδεικνύεται στο Aponiente, το οποίο βρίσκεται σε έναν αποκατεστημένο μύλο παλίρροιας του 19ου αιώνα στο φυσικό πάρκο Bahía de Cádiz. Η έμφαση που δίνει στη βιώσιμη αλιεία, τα υποτιμημένα θαλάσσια είδη και την πρωτοποριακή Ε&Α (όπως η ανάπτυξη θαλάσσιων δημητριακών και σόγιας) του έχει προσδώσει παγκόσμια αναγνώριση, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισής του ως Food Hero από τον FAO των Ηνωμένων Εθνών και του Βραβείου Επιστήμης 2024 από τα The Best Chef Awards. Ο Ángel León είναι ένας σεφ που προσφέρει γαστρονομική εμπειρία παγκόσμιας κλάσης με καινοτόμο πνεύμα και τεχνογνωσία.


Paco Méndez (COME*, Βαρκελώνη). Γεννημένος στην Πόλη του Μεξικού το 1982, ο σεφ ξεκίνησε την καριέρα του στη μαγειρική το 1998, σπουδάζοντας στο Ambrosia Culinary Center και αποκτώντας εμπειρία σε κορυφαία ισπανικά εστιατόρια, όπως το Εl Bulli. Εργάστηκε ως executive chef και σύμβουλος για παγκόσμιες εταιρείες τροφίμων πριν μετακομίσει στη Βαρκελώνη το 2012. Εκεί συνεργάστηκε με τον Albert Adrià, για να ανοίξει τα μεξικάνικα εστιατόρια Niño Viejo και Hoja Santa. Το 2015 το Hoja Santa κέρδισε ένα αστέρι Michelin, το οποίο διατήρησε για έξι χρόνια. Το 2020, στη διάρκεια της πανδημίας, ο Paco Méndez άνοιξε ένα νέο εστιατόριο, το COME, στην ίδια τοποθεσία με το Hoja Santa. Η ιδέα συνδυάζει μεσογειακά υλικά με τη μεξικάνικη κουλτούρα, επηρεασμένη από την κληρονομιά του El Bulli. Στον πρώτο του χρόνο, το COME κέρδισε ένα αστέρι Michelin, έναν ήλιο Repsol και άλλες αξιόλογες διακρίσεις, εδραιώνοντας τη φήμη του Méndez στον γαστρονομικό κόσμο.


Αγγελική Χαραμή (Omnia Restaurant, Kastelruth). Η Αγγελική Χαραμή είναι από τις πλέον επιδραστικές και καινοτόμες plant-based σεφ, γνωστή για την εκλεπτυσμένη προσέγγισή της στην κουζίνα. Με γαστρονομικό υπόβαθρο από το Radisson Blu Park Hotel και εμπειρία σε διακεκριμένες κουζίνες, όπως των Vammos, Ekali Club και Vegan Nation, έχει ηγηθεί ως head chef στο Mama Tierra, το Crudo και από το 2020 στο Koukoumi Hotel στη Μύκονο – το πρώτο vegan ξενοδοχείο στην Ελλάδα. Η σεφ ηγείται της γαστρονομικής ομάδας ως executive chef στο Omnia Plant-Based Restaurant στο Κάστελρουτ των Δολομιτών, στην Ιταλία. Η φιλοσοφία της Αγγελικής επικεντρώνεται στη χρήση χειροποίητων, ελάχιστα επεξεργασμένων υλικών, αντλώντας έμπνευση από κλασικές vegan και ιαπωνικές επιρροές για να δημιουργήσει κομψές, βιώσιμες εμπειρίες fine dining. Η δουλειά της έχει κερδίσει αναγνώριση στον κλάδο και αντανακλά τη δέσμευσή της στον επαναπροσδιορισμό της vegan κουζίνας, προωθώντας παράλληλα τη βιωσιμότητα και την υγεία.


Jean-Philippe Berens (Ducasse Sur Seine, Παρίσι). Το πάθος του επισκέπτη σεφ για τη μαγειρική ξεκίνησε κατά τη διάρκεια μιας πρακτικής άσκησης μίας εβδομάδας στη μπρασερί του Plaza Athénée. Μετά την εκπαίδευσή του στη Σχολή Ferrandi, πέρασε σχεδόν μία δεκαετία στο Plaza Athénée, δουλεύοντας με τον Philippe Marc. Εμπνευσμένος από τη μεσογειακή κουζίνα και τις αναμνήσεις του από τις διακοπές του στο Juan-les-Pins, έγινε sous-chef στο βραβευμένο με αστέρι Michelin Le Grill, στο Μονακό, το 2019, δουλεύοντας με τον Franck Cerrutti. Η εκλεπτυσμένη, σύγχρονη προσέγγισή του στη μαγειρική τον οδήγησε να συμμετάσχει στη σεζόν του 2020 του Top Chef, τη γαλλική έκδοση. Από τον Σεπτέμβριο του 2022 επιδεικνύει τη μαγειρική του τεχνογνωσία στο Ducasse sur Seine, ένα 100% ηλεκτρικό εστιατόριο-κρουαζιέρα στον Σηκουάνα, στο Παρίσι, προσφέροντας μια γραφική θέα στα αξιοθέατα της πόλης.
Το γαστρονομικό προφίλ στο Daios Cove
Τα επτά διακριτά εστιατόρια και μπαρ του Daios Cove προσφέρουν πλούσιο πεδίο έκφρασης για τους φιλοξενούμενους. Η κρητική προσέγγιση στη μαγειρική –ακριβής, γνήσια και χωρίς περιττά στοιχεία– συναντά την πρωτοποριακή ματιά καταξιωμένων μαγείρων, διαμορφώνοντας γευστικές συνθέσεις που ξεφεύγουν από το συνηθισμένο.
Τα εκλεκτά τοπικά προϊόντα κάθε εποχής αποτελούν τη βάση στην οποία στηρίζεται η δημιουργική ματιά των σεφ του Cove, χαρίζοντας στους επισκέπτες γεύσεις που αποτυπώνονται στη μνήμη και συνδέονται άρρηκτα με την εμπειρία της διαμονής τους.










