Γράφει ο Τάσος Ρέτζιος.
Τώρα, που ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει πια αναλάβει να επιβεβαιώσει όλα αυτά που συγκλίνουν στην άποψη ότι το απρόβλεπτο, η αστάθεια και ο κυνισμός είναι η νέα «κανονικότητα», είναι καιρός να τρίψουμε τη σκουριά δεκαετιών από πάνω μας…
«Δεν γίνονται αυτά» έλεγε ένα παλιό μυθιστόρημα του Σίνκλερ Λιούις και προειδοποιούσε «για την εύθραυστη φύση της Δημοκρατίας». Σήμερα είμαστε απόλυτα βέβαιοι όχι μόνον ότι τα πάντα είναι δυνατόν να συμβούν, αλλά και ότι καμία προειδοποίηση δεν πρόκειται να μας πείσει. Πολύ απλά, δεν είναι ότι είμαστε υπνοβάτες, ανήμποροι να κατανοήσουμε αυτά που μας απειλούν – και έτσι, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, κατευθυνόμαστε προς την αυτοκαταστροφή. Γνωρίζουμε πολύ καλά τα δεδομένα, τους πρωταγωνιστές, τις προοπτικές και τις ενδεχόμενες συνέπειες, τα ζυγίσαμε όλα και πήραμε τις αποφάσεις μας. Αυτές τις τελευταίες τις διαπιστώνουμε σχεδόν καθημερινά, από μια εκλογή ηγεσίας μέχρι την αστική μας συμπεριφορά…
Όμως, μισό λεπτό! Είναι, άραγε, όλο αυτό το (ολοένα και μεγαλύτερο) κύμα κυνισμού και ωμού ρεαλισμού μια ένδειξη ότι ο κόσμος έχει τρελαθεί, ότι μια κατάρρευση οικολογική, συγκρουσιακή, δικαιωματική είναι αναπόφευκτη; Μήπως, σύμφωνα με την κλασική ρήση, είναι η εποχή των τεράτων τώρα που το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν έχει γεννηθεί ακόμη; Ή αυτό που συμβαίνει είναι αποτέλεσμα υπαρκτών αδιεξόδων μιας πορείας που ακολουθήθηκε, δοξάστηκε και έφερε αποτελέσματα για πολύ λιγότερους απ’ όσους υπολογίζαμε;
Και στα τρία ερωτήματα μπορούν να υπάρξουν καταφατικές και πειστικές απαντήσεις, αλλά, αν επιχειρήσει κάποιος να τα συνταιριάξει, να βγάλει ένα κοινό συμπέρασμα, θα βρεθεί μπροστά σε μια εικόνα που για χρόνια την απωθούσαμε. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η φιλελεύθερη ανάπτυξη (ας συμφωνήσουμε ότι είναι η καλύτερη διαθέσιμη) πάντοτε άφηνε πίσω της πολλούς που, όσο πιο κοινωνικά ευαίσθητα είναι κάποια υποσυστήματα, τόσο περισσότερη προστασία έχουν. Όπως είναι εύκολα κατανοητό, όλο αυτό λειτουργεί καλύτερα σε… διαχειρίσιμη κλίμακα. Όσο πιο «παγκοσμιοποιημένα» εφαρμόζεται και όσο στη θέση ατόμων μπαίνουν κράτη ή περιοχές τόσο οι ανισότητες μεγαλώνουν, γίνονται πολιτειακές υστερήσεις, ελλείμματα και υποβαθμίσεις. Τότε (και επειδή δεν πρόκειται για πολίτες, αλλά για κράτη και συνασπισμούς), η αντίδραση δεν είναι κάποιος πολιτικός ακτιβισμός, αλλά κάτι που θυμίζει εξέγερση και πόλεμο, με ανατροπές και… πραγματικά πυρά.
Κι όταν αυτό το σακί με τους ανέμους ανοίξει (με την αγαστή τεχνοκρατική βοήθεια και καθοδήγηση), τότε κάθε τρόπος μοιάζει πιθανός: από εναλλακτικές πραγματικότητες και κερασφόρους πατριώτες μέχρι «καταπιεσμένους» δολοφόνους και ισλαμοφασίστες τρομοκράτες.
Εδώ ακριβώς βρισκόμαστε σήμερα: στο σταυροδρόμι όπου συναντιούνται ο ανορθολογισμός, η Realpolitik, η αγανάκτηση και η μισαλλοδοξία – «όλα τα ανθρώπινα μου είναι οικεία». Αν όμως οι τόσοι ανησυχούντες για την ανθρώπινη πορεία αγαπούσαν τον άνθρωπο και τα λάθη του, σίγουρα θα σχεδίαζαν(;) την ανάπτυξη γι’ αυτόν και όχι για μια συσσώρευση των πάντων. Και το τελικό ερώτημα παραμένει συγκλονιστικό: ώστε, τελικά να γίνει τι;