Vice versa

Γράφει ο Πρόδρομος Νικηφορίδης
ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΑΡΑΧΝΙΑΣΜΕΝΟΙ, ΠΝΙΓΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΣΚΟΝΗ, ΣΤΗ ΣΚΟΥΡΙΑ, ΣΤΗ ΜΟΥΧΛΑ. ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΠΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΥΝ ΗΜΕΡΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ, ΗΜΕΡΕΣ ΔΟΞΑΣ. ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΠΟΥ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ ΝΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΕΝΤΑΞΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΜΑΣ. ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΟ ΦΙΞ, ΤΟ ΑΛΛΑΤΙΝΗ, Η ΥΦΑΝΕΤ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΜΕ ΑΓΩΝΙΑ ΠΟΤΕ ΘΑ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΘΟΥΜΕ, ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΜΝΗΜΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΜΑΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ.
Ζω σε μια πόλη που έκανε μεταμόσχευση δέρματος πριν από 100 χρόνια, μια χειρουργημένη πόλη, όταν ένα τηγάνι με μελιτζάνες κατάφερε να την κάψει και να της δημιουργήσει βαθιά τραύματα.
Χωρίς πολλά πολλά και με ταχείς ρυθμούς συστάθηκε η ομάδα για την τεράστιας κλίμακας επέμβαση, προκειμένου η νέα Θεσσαλονίκη να γίνει ομορφότερη και λειτουργική. Ανασυστάθηκε ο ιστός της μετά από μια μακροχρόνια διαδικασία που κράτησε σχεδόν 40 χρόνια. Αλλαγές πληθυσμών, πόλεμος και ολοκαύτωμα είχαν μεσολαβήσει – το δέρμα της έγινε λευκό, έχασε τις μελαμψές αποχρώσεις του και την πολυπολιτισμική σύνθεση.
Ζω σε μια πόλη που η μνήμη της είναι διάσπαρτη στα σωθικά της, διάσπαρτη και σε πολλά σημεία τού κορμιού της. Το ελληνιστικό και ρωμαϊκό παρελθόν είναι εδώ, καλά κρυμμένο κάτω από το δέρμα της – ανοιχτές πληγές μάς δίνουν τα ίχνη του και φανερώνουν ένα ένδοξο παρελθόν. Είναι στιβαρό και ρωμαλέο αυτό το παρελθόν, από δυνατά και ανθεκτικά υλικά. Κρύφτηκε καλά κάτω από αλλεπάλληλες στρώσεις που με τα χρόνια προστέθηκαν και συσσωρεύτηκαν. Είναι εδώ, είναι όμως μόνο θέαμα, δεν συμμετέχει στη ζωή τής πόλης. Μετά ήρθε το Βυζάντιο και ακολούθησαν οι Οθωμανοί. Το βυζαντινό διαπρέπει, το οθωμανικό κρατάει χαμηλό προφίλ – μέχρι πρόσφατα ήταν αρμοδιότητα της Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Έπρεπε να ξεχάσουμε κάποιες ιστορίες τής Θεσσαλονίκης. Μια πόλη 22 αιώνων έχανε τη συνέχεια στον χρόνο και αποκτούσε νέο δέρμα, ευρωπαϊκό, με κάποιες επιφανειακές αναφορές στο μακρινό παρελθόν.
Εκεί που πήγε να βρει τον νέο της εαυτό, να αποκτήσει μια ταυτότητα, η πολιτεία, με συνοπτικές διαδικασίες, έδωσε τη δυνατότητα σε αυτοσχέδιους «χειρουργούς-εργολάβους» να της φορτώσουν με τοπική αναισθησία ένα νέο μεγάλο βάρος, άλλη μια πόλη πάνω στην πόλη, με την αισθητική και κατασκευαστική φτήνια να κυριαρχεί, με ανελέητη εκμετάλλευση, με εργολάβους τής συμφοράς και «αρχιτέκτονες» που δεν ήταν αρχιτέκτονες. Μαζικός βιασμός μιας πόλης χιλιετιών από πολίτες χωρίς συνείδηση. Κάπου εκεί και για τις ανάγκες ακόμη μιας ανοικοδόμησης που ήθελε βαθύτερα θεμέλια, έκαναν την εμφάνισή τους τα καλά κρυμμένα μυστικά πολλών αιώνων. Κάπου εκεί αναδύθηκε το ένδοξο παρελθόν που μας έπεισε ότι είμαστε η συνέχειά του, ένας περιούσιος λαός. Τα αγαπούμε τα αρχαία, φτάνει βέβαια να μη συγκρούονται με το ατομικό μας συμφέρον.
Η πόλη που κατοικώ μου υπενθυμίζει συνεχώς πόσες περιπέτειες και καταστροφές έχει ζήσει. Πόσες, αλήθεια, καταστροφές, σεισμοί και πυρκαγιές πρέπει να μεσολάβησαν, για να βρεθεί η Decumanus Maximus της Βενιζέλου έξι μέτρα πιο κάτω; Έξι μέτρα κατεστραμμένου δέρματος μιας βασανισμένης πόλης.
Το ρήγμα στη μνήμη τής πόλης είναι βαθύ και η εκτίμηση του αρχαίου κάποιες φορές περισσή, άλλες φορές ελλιπής, πάντοτε ανάλογα με τα συμφέροντα που κυριαρχούν. Καταφέραμε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να ενδιαφερθούμε για τα αρχαία, να σώσουμε πολλά από αυτά, να αδιαφορήσουμε για κάποια και, πάνω απ’ όλα, να αδιαφορήσουμε και να αδιαφορούμε για τα νεότερα, αυτά που εξασφαλίζουν τη συνέχεια στη μνήμη τού τόπου, αυτά που κατοικούνται και συμμετέχουν στην ομορφιά αυτού του δέρματος.
Συνεχώς κατεδαφίζουμε αυτήν την πρόσφατη μνήμη – κατοικίες και κτίρια του Μεσοπολέμου, κατοικίες τού μοντέρνου κινήματος, κτίρια του Δημοσίου που σηματοδοτούν ιστορικές περιόδους και ιστορικούς τόπους. Κατεδαφίζουμε την συνέχεια της ζωής μας.
Υπάρχουν και τα βιομηχανικά κτίρια, αυτά τα βρώμικα στίγματα στο δέρμα τής πόλης, για τα οποία ουδείς ενδιαφέρεται. Όλοι περιμένουν πότε θα καταρρεύσουν, για να χτίσουν. Να χτίσουν μια νέα εκμετάλλευση. Πάνω απ’ όλα, το δέρμα που κατοικώ είναι εκμετάλλευση, πεδίο στυγνής και απάνθρωπης εκμετάλλευσης και κερδοσκοπίας.
Θησαυροί αραχνιασμένοι, πνιγμένοι στη σκόνη, στη σκουριά, στη μούχλα. Θησαυροί που μαρτυρούν ημέρες δημιουργίας, ημέρες δόξας. Θησαυροί που αναζητούν να τους ανακαλύψουμε και να τους εντάξουμε στην καθημερινότητα των πόλεών μας. Στη Θεσσαλονίκη, το Φιξ, το Αλλατίνη, η Υφανέτ και πολλά άλλα βιομηχανικά σπαράγματα περιμένουν με αγωνία πότε θα κινητοποιηθούμε, για να σώσουμε τις μνήμες τής βιομηχανικής μας κληρονομιάς.










