Θεσσαλονικίτιδα

Γράφει η Ναυσικά Γκράτζιου
ΘΥΜΑΜΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΛΕΜΟΝΙΑ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ ΜΟΥ, ΦΥΤΕΜΕΝΗ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΚΑΝΕ ΩΣ ΔΥΟ ΛΕΜΟΝΙΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ.
Έξω απ’ το παράθυρό μου φυτρώνει ένα δεντράκι, μια νεραντζιά, ανθισμένη και μοσχοβολιστή, όπου έχει κάνει τη φωλιά του ένα πολύ γλυκόλαλο πουλάκι, ένα τοσοδούλι πλασματάκι, που με το ζόρι διακρίνω μέσα στην ανοιξιάτικη φυλλωσιά. Μπορεί να μην το βλέπω, αλλά ακούω το κελάηδημά του – τόσο όμορφο, ευχάριστο και αισιόδοξο που συνδυάζεται τέλεια με τη μεθυστική ευωδιά που δίνουν τα νεραντζολούλουδα, δημιουργώντας μου μια μόνιμη πηγή καθημερινής ευδαιμονίας. Κυρίως τώρα που είναι άνοιξη, εποχή τής ανθοφορίας τους, οι νεραντζιές αφήνουν ένα άρωμα τόσο δυνατό, που μπορεί να νικήσει ακόμη και την αποφορά των καυσαερίων και τον πηχτό κουρνιαχτό τής πόλης – και γι’ αυτό τις λατρεύω. Αυτό το όμορφο, ανθεκτικό, καλόβολο δεντράκι πάντοτε απορούσα πώς μπόρεσε να προκόψει στο κλίμα τής Θεσσαλονίκης, όπου άλλα εσπεριδοειδή, όπως οι λεμονιές και οι πορτοκαλιές, δεν έχουν και πολύ μεγάλη τύχη.
Θυμάμαι την αγαπημένη λεμονιά τής γιαγιάς μου, φυτεμένη στο κέντρο ενός μικρού θερμοκηπίου στον κήπο μας, η οποία στην καλύτερη περίπτωση έκανε ώς δύο λεμόνια τον χρόνο. Ως παιδάκι πίστευα ότι αυτή είναι η μέση καρποφορία κάθε λεμονιάς, μέχρι που γνώρισα τις λεμονιές τής Αθήνας και αργότερα της Αργολίδας – τίγκα στον καρπό. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ένας σωρός λεμόνια πεσμένα κάτω και ουδείς να μπαίνει στον κόπο να τα μαζέψει. Από τότε τρέφω μεγάλη εκτίμηση για τα λεμόνια και τα συμπεριφέρομαι με σεβασμό.
Επιστρέφω στη δική μας τη νεραντζούλα και τον φτερωτό της, καλλικέλαδο ένοικο που σας έλεγα, που τον άκουγα, αλλά δεν τον έβλεπα – από το κελάηδημα και μόνο συμπέρανα ότι πρόκειται μάλλον για καρδερίνα. Μια μέρα, επιστρέφοντας στο σπίτι μου, ακούω τα σκυλιά μου να γαυγίζουν κάπως ασυνήθιστα, σαν να με προειδοποιούσαν για κάτι περίεργο. Ανοίγοντας την πόρτα βλέπω τους ταραγμένους μου Δαλματούς να κυνηγούν ένα πετούμενο, που στην αρχή πέρασα για μεγάλο έντομο. Δεν ήταν έντομο, όμως. Ήταν μια μικρούλα καρδερίνα! Τρομαγμένη πολύ από τα σκυλιά, πήγε και κούρνιασε πάνω σ’ ένα φωτιστικό, όπου ένιωσε πιο ασφαλής, μάλλον… Της άνοιξα τη μπαλκονόπορτα κι εκείνη αμέσως πέταξε έξω και προσγειώθηκε στα κλαδιά τής νεραντζιάς, χαρίζοντάς μου κι ένα πολύ μελωδικό «τσιρρρρρ», σαν χαιρετισμό, ίσως και «ευχαριστώ».
Τι όμορφη επίσκεψη ήταν αυτή! Από πού να μπήκε η καρδερινούλα μέσα στο σπίτι μου; Μάλλον θα κατάλαβε ότι είμαι μεγάλη θαυμάστρια της μουσικής της κι έτσι θα ήρθε. Ευχαριστώ πολύ, φτερωτή μου φίλη, όποιο ωραίο μήνυμα κι ήρθες να μου φέρεις. Είσαι και θα είσαι «εις οιωνός άριστος»…








